Ο Σουλεϊμάν
και ο Μεγαλοπρεπής έρωτας του για τον Έλληνα σκλάβο του .Άρχισε η προβολή της τουρκικής σειράς
«Σουλεϊμαν ο Μεγαλοπρεπής» από τον ΑΝΤ1 Ελλάδος και όλες οι κατίνες θα καθίσουν
για ν' απολαύσουν αυτόν τον μεγάλο «γυναικοκατακτητή» και φονιά των Ελλήνων
μπροστά από τις τηλεοράσεις.
Όμως οι Τούρκοι δεν θα προβάλουν τη πραγματική ζωή
του εθνικού τους ήρωα, προτιμώντας τις μυθοπλασίες αντί την ιστορική αλήθεια για
τη ζωή του. Έτσι, οι κατίνες μας δεν θα μάθουν ποτέ ότι ο Μεγαλοπρεπής Σουλεϊμαν
δεν ερωτεύτηκε στη πραγματικότητα καμιά γυναίκα, αλλά έναν Έλληνα σκλάβο του από
την Πάργα της Ηπείρου.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την
αρχή. Κατά τα χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η παιδεραστία δεν ήταν
εξαίρεση αλλά κανόνας ανάμεσα στις τάξης των ελίτ. Γι' αυτό το λόγο, όταν
γινόταν το περιβόητο παιδομάζωμα, τα όμορφα αγόρια στέλνονταν σε ιδικά σχολεία
των ανακτόρων της Υψηλής Πύλης για να μορφωθούν και να εκπαιδευτούν ως υπηρέτες
στα χαρέμια των Σουλτάνων.
Η κύριά τους υπηρεσία ήταν να προσφέρουν το κορμί
τους για την σεξουαλική ευχαρίστηση των αφεντάδων τους. Ένα τέτοιο όμορφο αγόρι
ήταν και ο Παργκαλί Ιμπραΐμ Πασάς.
Ο Παργκαλί Ιμπραΐμ Πασάς γεννήθηκε
Χριστιανός και Έλληνας κοντά στην Πάργα της Ηπείρου. Ήταν ο γιος ενός ναύτη στην
Πάργα και από μικρός έχει κλαπεί από πειρατές οι οποίοι τον πούλησαν ως σκλάβο
στο ανάκτορο της Μαγνησίας (σημερινής Manisa) στη δυτική Ανατολία, όπου οι
Οθωμανοί πρίγκιπες (Şehzade) μορφώνονταν. Λόγο της εξαιρετικής ομορφιάς του, ο
Παργκαλί Ιμπραΐμ εστάλη να μορφωθεί στο σχολείο του ανακτόρου, με προορισμό να
υπηρετήσει ως σεξουαλικός σκλάβος σε κάποιο χαρέμι αγοριών του Σουλτάνου.
Στο
σχολείο του ανακτόρου γνωρίστηκε με τον Σουλεϊμάν, ο οποίος ήταν τότε στην ίδια
ηλικία με τον Παργκαλί Ιμπραΐμ. Από τότε έγιναν ένα αχώριστο ζευγάρι και
αργότερα, όταν ο Σουλεϊμάν έγινε ο δέκατος Σουλτάνος του Οίκου
του Οσμάν της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, παραχώρησε στον αγαπημένο του πολλά
αξιώματα. Το πρώτο ήταν να τον κάνει γερακάρη του. Οι διάφορες προαγωγές του
έγιναν τόσο γρήγορα, που ο ίδιος ο Παργκαλί Ιμπραΐμ έφθασε στο σημείο να
παρακαλέσει τον Σουλεϊμάν να σταματήσει να τον προάγει τόσο γρήγορα από φόβο
μήπως και προκαλέσει τη ζήλια στους άλλους.
Ευχαριστημένος με αυτή την επίδειξη μετριοφροσύνης, ο Σουλεϊμάν του ορκίστηκε ότι δεν θα τον άφηνε ποτέ να καταδικαστεί σε
θάνατο κατά τη διάρκεια της βασιλείας του. Αργότερα, μετά το διορισμό του ως Μεγάλου Βεζύρη, ο τώρα
Παργκαλί Ιμπραΐμ Πασάς συνέχισε να λαμβάνει πολλά δώρα από το Σουλτάνο, και η δύναμή του στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν απόλυτη, όπως ακριβώς αυτή του αφεντικού του. Φαίνεται ότι ο
ομορφιά του συνήχησε να είναι τόσο θαμπωτική ως άνδρα όσο ήταν
και ως αγόρι γιατί μεταξύ των πολλών τίτλων που είχε, ήταν επίσης ανεπίσημα
γνωστός και ως «ο πιο όμορφος άνδρας στην
αυτοκρατορία».
Ως εραστής του Σουλτάνου, μοιραζόταν τους
οντάδες του Σουλεϊμάν σε χρόνια ειρήνης και τη σκηνή του εν καιρό πολέμου.
Ζούσαν μαζί, έτρωγαν μαζί, κοιμόντουσαν στο ίδιο κρεβάτι και μάλιστα φορούσαν ο
ένας τα ρούχα του άλλου. Η οικειότητα και το βάθος της φιλίας τους σκανδάλισε
την οθωμανική Υψηλή Πύλη η οποία έκρινε ακατάλληλο για τον σπουδαιότερο
αυτοκράτορα του κόσμου να δείχνει τόση αδυναμία σε ένα απλό σκλάβο.
Όμως ο Ιμπραΐμ Πασάς
δεν βρήκε το τέλος του από την Υψηλή Πύλη, αλλά είχε πέσει θύμα της συζύγου του
Σουλεϊμάν, Χουρέμ Σουλτάν (Ρωξελάνη), η οποία ζήλευε με πάθος τη στενή σχέση των
δύο ανδρών. Σε μια εκστρατεία που είχε κάνει εναντίον της περσικής αυτοκρατορίας των Σαφαβιδών, ως διοικητής του
στρατού του Σουλεϊμάν, ο Ιμπραΐμ Πασάς έπεσε από την
επιείκεια του Σουλτάνου μετά από μια απερισκεψία που διέπραξε κατά τη διάρκεια
της εκστρατείας όταν απένειμε ο ίδιος στον εαυτό του έναν τίτλο που είχε μέσα τη
λέξη «Σουλτάνος».
Η απερισκεψία αυτή θεωρήθηκε ως
σοβαρή προσβολή προς τον Σουλεϊμάν. Η γυναίκα του Σουλεϊμάν τον παρότρυνε να τον
σκοτώσει. Επειδή ο Σουλεϊμάν είχε ορκιστεί να μην πάρει τη ζωή του Ιμπραΐμ κατά
τη διάρκεια της βασιλείας του, απέκτησε έναν ισλαμικό φετβά (θρησκευτική
εντολή), ο οποίος του επέτρεψε να πάρει πίσω τον όρκο με την ανέγερση τζαμιού
στην Κωνσταντινούπολη.
Ανακοίνωσε τον φατβά μία εβδομάδα πριν από την εκτέλεση
του Ιμπραΐμ και δείπνησε μαζί του επτά φορές πριν από την τελική κίνηση, ώστε να
δώσει στον δια βίου φίλο του μια ευκαιρία να εγκαταλείψει τη χώρα ή να πάρει τη
ζωή του ιδίου του Σουλτάνου. Αργότερα ανακαλύφθηκε στις επιστολές του Ιμπραΐμ
ότι είχε πλήρη επίγνωση της κατάστασης, αλλά παρ' όλα αυτά αποφάσισε να μείνει
πιστός στον Σουλεϊμάν.
Ο
Σουλεϊμάν αργότερα μετάνοιωσε πικρά για την εκτέλεση
του Ιμπραΐμ και ο χαρακτήρας του άλλαξε δραματικά, σε
σημείο όπου απομόνωσε τελείως τον εαυτό του από
την καθημερινή διοίκηση της Αυτοκρατορίας
.
Η μεγάλη του λύπη αντανακλάται στα ποιήματά του, στα οποία ακόμη και μετά από είκοσι
χρόνια τονίζει συνεχώς θέματα
φιλίας και εμπιστοσύνης μεταξύ φίλων, και συχνά αναφέρεται σε γνωρίσματα
χαρακτήρα παρόμοια με αυτά του Ιμπραΐμ.
Αυτή λοιπόν ήταν η πραγματική ζωή του Σουλεϊμάν,
και αυτή ήταν η Μεγαλοπρεπή αγάπη που έτρεφε προς τον Έλληνα σκλάβο και εραστή
του, ο οποίος παρεμπιπτόντως παρά το γεγονός ότι είχε από καιρό ασπαστεί το
Ισλάμ, διατήρησε κάποιες σχέσεις με τις χριστιανικές του ρίζες, φέρνοντας ακόμα
και τους γονείς του για να ζήσουν μαζί του στην οθωμανική πρωτεύουσα, την
Κωνσταντινούπολη.
NOCTOC