Τα σενάρια κρίσεων είναι συνήθως τα ιδανικά μέσα, με τα οποία οι διάφοροι δικτάτορες δικαιολογούν τον έλεγχο που ασκούν.
Το πιο προβεβλημένο παράδειγμα είναι ο νόμος που έκανε ο Χίτλερ λίγο μετά τον εμπρησμό του Reichstag, ή ο περιβόητος νόμος Patriot Act, που ίσχυσε στην Αμερική μετά την 9/11.
Οι οργανισμοί υπέρμαχοι της παγκοσμιοποίησης, όπως η Λέσχη της Ρώμης, κρυμμένοι πίσω από καλές προθέσεις, προειδοποιούν εδώ και δεκαετίες πως θα επέλθει καταστροφή αν δεν οργανωθεί ένα σύστημα παγκόσμιας διακυβέρνησης.
Πολλά από τα προβλήματα που επικαλούνται οι παγκοσμιοποιητές είναι πραγματικά, όμως αυτό που κάνουν είναι να παραπλανούν, και να αποσπούν τη προσοχή από το γεγονός ότι τα περισσότερα από αυτά τα προβλήματα προκλήθηκαν από τους ίδιους.
Πρόκειται για τους παγκόσμιους πλουτοκράτες που διευθύνουν ένα de facto σύστημα ελέγχου, ο σκοπός του οποίου είναι να μετατραπεί σε σύστημα de jure.
Όταν οι ολιγάρχες που κυβερνούν τον κόσμο, προτείνουν λύσεις, θα πρέπει να αναρωτιόμαστε. Ένας από αυτούς που ξεσκέπασε ένα τέτοιο σχέδιο είναι και ο Λόρδος Christopher Monckton, που μελέτησε τα σχέδια περί κλιματικών αλλαγών.
Απειλώντας με διπλωματικό επεισόδιο, ο Λόρδος κατάφερε να πάρει στα χέρια του το προσχέδιο της Συμφωνίας της Κοπεγχάγης, βάσει του οποίου θα έμπαινε ένας παγκόσμιος φόρος 2% σε όλες τις οικονομικές συναλλαγές, ένας φόρος 2% στο ΑΕΠ, και θα δημιουργούνταν 700 νέες γραφειοκρατίες του ΟΗΕ, με όλα τα έσοδα από τους φόρους να πηγαίνουν στη Παγκόσμια Τράπεζα.
Ευτυχώς, η συνάντηση αυτή της Κοπεγχάγης του 2009, με θέμα τη κλιματική αλλαγή, ολοκληρώθηκε τελικά χωρίς την επιβολή νέων φόρων. Όπως δήλωσε ο Λόρδος Monckton: «Ακόμη μια φορά προσπαθούν απεγνωσμένα να κρύψουν το μέγεθος του τι επιχειρούν να κάνουν… προσπαθούν στα αλήθεια να στήσουν μια παγκόσμια κυβέρνηση».
Πριν από μερικές δεκαετίες, οι ολιγάρχες είχαν επιδιώξει κάτι παρόμοιο, με πρόσχημα το κλείσιμο του οικονομικού χάσματος μεταξύ Βορρά και Νότου, ξεχνώντας επιμελώς ότι η αιτία της μεγάλης απόκλισης μεταξύ αναπτυγμένων και μη χωρών οφείλεται κυρίως στα δικά τους οικονομικά και νομισματικά συστήματα. Ο τελικός σκοπός ήταν η συγκέντρωση περισσότερης ισχύος στα λίγα χέρια των αφεντικών του διεθνούς οικονομικού συστήματος, με το πρόσχημα της κοινωνικής και οικονομικής δικαιοσύνης. Το σχέδιο τους είχε την ονομασία «Νέα Παγκόσμια Οικονομική Τάξη», αλλά απέτυχε.
Μήπως η νέα ατζέντα της παγκοσμιοποίησης σε σχέση με τη κλιματική αλλαγή είναι μια ακόμη θεωρία συνομωσίας; Ή μήπως είναι αληθινή;
Το 2008, ο Simon Linnett, αντιπρόεδρος της N.M Rothschild του Λονδίνου, δημοσίευσε μια εργασία μέσα στην οποία ορίζει τις «εκπομπές θερμοκηπίου» ως τη νέα μορφή της κοινωνικής αγοράς, ως ένα νέο παγκόσμιο νόμισμα. Υποστήριξε πως ενώ οι ελεύθερες αγορές είναι αυτές που θα καθορίσουν την ισοτιμία των εκπομπών άνθρακα, αυτό που χρειάζεται είναι μια παγκόσμια κυβέρνηση. Οι δυνάμεις της αγοράς, μαζί με έναν «παγκόσμιο θεσμό», συνιστούν ένα παγκόσμιο κράτος υπό τον έλεγχο της ολιγαρχίας.
Σύμφωνα με τον Linnett, αυτή η βιτρίνα της «διάσωσης του πλανήτη», στη πραγματικότητα αποτελεί μια μέθοδο επιβολής της νέας παγκόσμιας τάξης, όπου τα διάφορα έθνη παραδίδουν οικειοθελώς την αυτονομία τους σε έναν νέο παγκόσμιο θεσμό. Τα πράγματα δηλαδή είναι απλά. Η κλιματική αλλαγή είναι για τους πλουτοκράτες μια ακόμη πρόφαση, ώστε να επιβάλλουν τη πολιτική τους ατζέντα.
Όπως γράφει ο Linnett, κράτη που αρνούνται να παραδώσουν τη κυριαρχία τους, θα πρέπει να πειστούν να το κάνουν, ώστε να πειστούν η Ινδία και η Κίνα ότι όπως όλοι έτσι κι αυτές θα πρέπει να θυσιαστούν για το γενικότερο καλό του πλανήτη. Και διευκρινίζει πως «Όταν τα κράτη ήδη απεμπολούν τον άμεσο έλεγχο στη νομισματική τους πολιτική μέσα από τη σύσταση ανεξάρτητων κεντρικών τραπεζών, αυτό είναι ένα πολύ μικρό τίμημα για μια τόσο σημαντική συμμετοχή».
Πρόκειται για μια από τις πιο αποκαλυπτικές δηλώσεις που έρχονται «από μέσα», σε σχέση με τους πραγματικούς στόχους της παγκόσμιας ολιγαρχίας. Ο Linnett επιβεβαιώνει πως οι κεντρικές τράπεζες, κρατικές ή μη, αποτελούν απλά το μέσο για τη δημιουργία πίστωσης από πλευράς του ιδιωτικού χρηματοπιστωτικού συστήματος, προσφέροντας στο διεθνές τραπεζικό σύστημα τα μέσα με τα οποία η ολιγαρχία ελέγχει τις νομισματικές πολιτικές των κρατών.
Οποιαδήποτε έννοια εθνικής κυριαρχίας, ή κομματικών υποσχέσεων για πλήρη απασχόληση κλπ. είναι απλά φτηνή ρητορική, αφού ένα κράτος δεν είναι κυρίαρχο, όταν δεν ελέγχει τη νομισματική του πολιτική.
Το βασικό ελατήριο του διεθνούς συστήματος είναι η δημιουργία κεντρικών τραπεζών, στην ιδιοκτησία των διεθνών τραπεζιτών, όπως οι Rothschild, που υπαγορεύουν τις οικονομικές και δημοσιονομικές πολιτικές όλων των κρατών, μέσα από τον έλεγχο της νομισματικής τους πολιτικής. Με το τελευταίο πρόσχημα της διάσωσης του πλανήτη από τη κλιματική αλλαγή, το διεθνές τραπεζικό σύστημα επιδιώκει τον πλήρη και κεντρικά οργανωμένο έλεγχο του πλανήτη.
Ο Linnett σημειώνει πως τα ευρωπαϊκά έθνη έχουν ήδη παραδώσει τον έλεγχο και τη κυριαρχία τους στην ΕΕ. Το επόμενο βήμα θα είναι: «Η παράδοση της κυριαρχίας τους σε ένα μεγαλύτερο παγκόσμιο όργανο, σε σχέση με το εμπόριο άνθρακα». Ένας τέτοιος έλεγχος θα επέλθει σταδιακά, όπως όταν βράζουμε ένα ζωντανό βάτραχο, που δεν ξέρει τι του συμβαίνει, και που μόλις το συνειδητοποιεί, είναι ήδη πολύ αργά για να πηδήξει από τη κατσαρόλα.
Η αρχή έγινε με την ΕΕ, η οποία απέδειξε τη προθυμία των χωρών της Ευρώπης να παραδώσουν τη κυριαρχία τους σε έναν μεγαλύτερο φορέα.
Ο οδικός χάρτης χαράχτηκε. Είμαστε έτοιμοι για μια νέα παγκόσμια τάξη.