Παρασκευή 22 Φεβρουαρίου 2019

Η «ασέλγεια» σε θρησκευτικά σύμβολα άλλων είναι βαρβαρότητα


 
 
Το εισαγόμενο και φτιαχτό κοινωνικό φαινόμενο διαμορφώνεται με ιδιοτέλεια
Πρόσφατα δημοσιεύθηκε η είδηση ότι άγνωστοι γκρέμισαν έναν μεγάλο μαρμάρινο Σταυρό στην Λέσβο, σε μια περιοχή κοντά στον καταυλισμό των μουσουλμάνων λαθρομεταναστών.
 Η είδηση πέρασε χωρίς κανέναν απολύτως σχολιασμό εκ μέρους εκείνων, οι οποίοι πρωτοστατούν στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων όσων εισβάλλουν αυθαίρετα, μαζικά και ακατάπαυστα στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια! Λίγες ημέρες μετά το περιστατικό αυτό, η «ευλάβεια» των δραστών απέναντι σε θρησκευτικά σύμβολα ή σεβάσματα της επικρατούσης θρησκείας στην Ελλάδα εκδηλώθηκε σε ένα μικρό εκκλησάκι. Το γκρέμισαν και αυτό. Οι δράστες, «γνωστοί άγνωστοι» και εδώ, θα πρέπει να αναζητηθούν είτε στους αλληλέγγυους των διαφόρων Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (Μ.Κ.Ο.), που «αλωνίζουν» ανεξέλεγκτοι στην Ελλάδα για λογαριασμό διαφόρων εχθρών της χώρας, είτε στους ίδιους τους φιλοξενούμενους λαθρομετανάστες.
Οποιοι όμως κι αν είναι οι πρωταγωνιστές του συγκεκριμένου «ανδραγαθήματος», η αξιολόγησή του δεν αλλάζει. Υπογραμμίζει τη βαρβαρότητα που κουβαλάνε μέσα τους έναντι των ετερόθρησκων συμβόλων που συναντούν στον δρόμο τους, εάν αναλογιστεί κάποιος ότι η θρησκεία συγκαταλέγεται μεταξύ των στοιχείων του πολιτισμού. Παράλληλα όμως προβάλλει ανάγλυφα το είδος της πολυπολιτισμικότητας που επιδιώκουν να επιβάλουν στην Ελλάδα όσοι μεθοδευμένα εργάζονται προς την κατεύθυνση της διευκόλυνσης της εισόδου στη χώρα μας και της εγκατάστασης σε αυτήν μουσουλμάνων λαθρομεταναστών. Και έχουν, δυστυχώς, την υποστήριξη πολλών ημετέρων στο έργο τους. Ανάμεσα στους υποστηρικτές μπορεί να διακρίνει κάποιος και ορισμένους Αρχιερείς. Ολοι μαζί «αφορίζουν» με ανάλογη επιχειρηματολογία ως «ρατσιστές» ή ως ασυνεπείς Χριστιανούς εκείνους που αντιτίθενται, όχι στην πρόσκαιρη φιλοξενία, αλλά στην εγκατάσταση στην Ελλάδα μουσουλμάνων λαθρομεταναστών. Προφανώς, διότι θεωρούν κοινωνική νομοτέλεια το εισαγόμενο και φτιαχτό κοινωνικό φαινόμενο που διαμορφώνουν με περισσή ιδιοτέλεια όσοι έχουν συμφέρον προς τούτο. Αλλά και διότι παραβλέπουν εκείνο που γνωρίζουν καλά οι στρατευμένοι στην πολυπολιτισμικότητα «καλλιεργητές»: τους νόμους που ισχύουν σε όλες τις πολυκαλλιέργειες, σύμφωνα με τους οποίους η αγριότερη «ποικιλία» εκτοπίζει όλες τις άλλες που είναι πιο ήπιες. Πρότυπο των «καλλιεργητών» της πολυπολιτισμικότητας είναι η «ποικιλία» που «ευδοκιμεί» στον Λίβανο και στην Αίγυπτο. Αυτήν θέλουν να «μεταφυτέψουν» και στα δικά μας εδάφη. Πώς αλλιώς θα μπορέσουν να εξαφανίσουν, όπως επιδιώκουν, τη μοναδική στον κόσμο παραδοσιακή «μονοκαλλιέργεια» του Ελληνισμού, εάν δεν «σπείρουν» μέσα σε αυτήν τα «φυτά φονιάδες» που την «πνίγουν»;
Το περιστατικό της Λέσβου δεν εμφανίζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Και σίγουρα πάντως η φορά αυτή δεν θα είναι η τελευταία. Οσο πυκνώνουν ή «ριζώνουν» στη χώρα μας τα «φυτά φονιάδες», ανάλογα περιστατικά θα «φυτρώνουν» κάθε τόσο στην Πατρίδα μας συχνότερα και με διαρκώς αυξανόμενη ένταση. Την ίδια πολιτισμική βαρβαρότητα τη ζήσαμε πριν από λίγα χρόνια στην Κομοτηνή, όταν η ηγεσία της Ελληνικής Αστυνομίας, καθ’ υπόδειξη της Πολιτείας, ανέστειλε για δυο χρόνια τη λειτουργία της Σχολής Αστυνομίας, για να εγκαταστήσει στους σχετικούς κοιτώνες μουσουλμάνους λαθρομετανάστες! Και τι έκαναν σε αναγνώριση της φιλοξενίας οι «ευγενείς» αυτοί φιλοξενούμενοι; Οχι μόνο κατέστρεψαν σαν βάνδαλοι τις εγκαταστάσεις της Σχολής Αστυφυλάκων, φορτώνοντας τη δαπάνη της επισκευής των σχετικών ζημιών στις πλάτες του Ελληνικού Λαού, αλλά έκαψαν ή έσπασαν όλες τις Εικόνες και τους Σταυρούς που υπήρχαν στους κοιτώνες! Δεν είχε κανείς την απαίτηση ετερόθρησκοι πολίτες να δείχνουν ευλάβεια στα σύμβολα της δικής μας θρησκείας. Ηταν όμως λογικά αναμενόμενο να δείξουν σεβασμό προς αυτά, όπως κάνει κάθε πολιτισμένος άνθρωπος που γίνεται αποδέκτης φιλοξενίας από ετερόθρησκους φορείς. Πολύ περισσότερο, όταν γνωρίζει ή οφείλει να γνωρίζει ότι η παροχή φιλοξενίας σε αυτόν οφείλεται σε αυτά ακριβώς τα σύμβολα, εναντίον των οποίων «ασελγεί». Εν πάση περιπτώσει, εάν τον ενοχλούν τα θρησκευτικά σύμβολα του φορέα φιλοξενίας, είναι παράλογο να ζητεί την απομάκρυνση ή την κατάργηση αυτών, για να συντελεστεί η φιλοξενία του, όπως ο ίδιος επιθυμεί. Φροντίζει απλά να ζητήσει φιλοξενία σε άλλες, ομόθρησκες χώρες.
Φαινόμενα τέτοιας πολιτισμικής «ασέλγειας» εκ μέρους των μουσουλμάνων λαθρομεταναστών γίνονται ακόμη πιο προκλητικά, εάν αναλογιστεί κάποιος ότι σκληρές μουσουλμανικές χώρες, όπως είναι π.χ. η Σαουδική Αραβία, απαγορεύουν στους Χριστιανούς -υποθέτω ότι οι ίδιες απαγορεύσεις ισχύουν για όλους τους ετερόθρησκους πολίτες- όχι μόνο να έχουν ευκτήριους οίκους της θρησκευτικής ομολογίας τους, αλλά και να φέρουν ακόμη δημοσίως σύμβολα αυτής. Ετσι, οι Χριστιανοί π.χ. του Ριάντ, που αισθάνονται την ανάγκη να λειτουργούνται κάθε Κυριακή, ελλείψει της δυνατότητας σύναξης σε κάποια Εκκλησία, μετατρέπουν εκ περιτροπής κρυφά τα σπίτια τους σε χώρους λατρείας, όπως γινόταν στα χρόνια των διωγμών! Η επισήμανση αυτή δεν υποδηλώνει ασφαλώς ότι πρέπει και εμείς να «πληρώσουμε» με το ίδιο «νόμισμα» όλους τους μουσουλμάνους που βρίσκονται ή έρχονται στην Ελλάδα. Ο νομικός και ο άλλος πολιτισμός που έχουμε ως λαός, μας απαγορεύει να καταφεύγουμε σε τέτοιες βαρβαρότητες. Εκτός αυτού, ανάλογους φραγμούς θέτει σε όλους του Χριστιανούς και ο λόγος του Ναζωραίου, που επιτάσσει όχι απλώς την ανοχή, αλλά την αγάπη προς τον πλησίον. Οποιος κι αν είναι αυτός. Ακόμη κι αν στέκεται απέναντί μας ως εχθρός.
Αφήνουμε λοιπόν το προνόμιο του βαρβαρισμού στους σύγχρονους «πολιτισμένους βαρβάρους». Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι, επειδή εμείς δεν είμαστε ή δεν θέλουμε να γίνουμε βάρβαροι σαν κι αυτούς, πρέπει να σιωπούμε μπροστά σε φαινόμενα πολιτισμικής βαρβαρότητας που μας προβάλλουν ή να αδιαφορούμε για την προάσπιση του δικού μας πολιτισμού, που κινδυνεύει από την έλευση ή την προώθηση πολλών «βαρβάρων» στη χώρα μας.