'δεν έχει προχωρήσει στην ανάδειξη νέου αναδόχου.'Τέσσερις φορές ακριβότερο είναι το ετήσιο κόστος λειτουργίας του συστήματος ασύρματης επικοινωνίας TETRA της ΕΛ.ΑΣ., σε σύγκριση με αντίστοιχα χωρών του εξωτερικού.
Αυτό διαπίστωσε ομάδα εργασίας που συγκροτήθηκε στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης με σκοπό να καταθέσει πρόταση για τη λειτουργία του συστήματος μετά τη λήξη της δεκαετούς σύμβασης την 31η Ιουλίου 2014. Η ομάδα συστάθηκε την 8η Νοεμβρίου 2012 με απόφαση του γενικού γραμματέα Δημόσιας Τάξης Θανάση Ανδρεουλάκου.Ο κ. Ανδρεουλάκος καλούσε την ομάδα να αποφασίσει μεταξύ της επέκτασης της σύμβασης κατά πέντε χρόνια με την ανάδοχο εταιρεία SAIC ή τη μεταβίβαση της κυριότητας του συστήματος στο Δημόσιο. Στο τελικό κείμενο συμπερασμάτων τα μέλη της ομάδας είχαν επισημάνει ότι «το κόστος για το χρησιμοποιούμενο σύστημα είναι σαφώς υψηλότερο από τα αντίστοιχα ξένων χωρών. Κατά μέσον όρο είναι 4 φορές υψηλότερο, ίσως και περισσότερο».
Παρατήρησαν επιπλέον ότι η ΕΛ.ΑΣ. από τους 21.000 πομποδέκτες TETRA που διαθέτει χρησιμοποιεί μόνο 7.000, καθώς και ότι η χρήση του συστήματος προσφέρεται μόνο για τον νομό Αττικής, στην υπόλοιπη χώρα χρησιμοποιείται το προϋπάρχον αναλογικό σύστημα. Η ομάδα εργασίας, στην οποία συμμετείχαν αξιωματικοί όλων των σωμάτων ασφαλείας, είχε προτείνει την πενταετή επέκταση της σύμβασης με τη SAIC έπειτα από επαναδιαπραγμάτευση του κόστους ή την αγορά του εξοπλισμού από την αμερικανική εταιρεία και ανάθεση της λειτουργίας του συστήματος σε ιδιωτική εταιρεία.
Η σύμβαση του ελληνικού δημοσίου με την εταιρεία SAIC υπεγράφη στις 19 Μαΐου 2003. Προέβλεπε ότι «το τίμημα για την παροχή υπηρεσιών χρήσης του δικτύου TETRA για 10 έτη με έναρξη την 1η Αυγούστου 2004 ανέρχεται σε 82,1 εκατ. ευρώ». Από στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η «Κ», τη 17η Μαΐου 2013 η SAIC κοινοποίησε στο αρχηγείο της ΕΛ.ΑΣ. οικονομική προσφορά για την επέκταση της σύμβασης για άλλα πέντε χρόνια και εναλλακτικά την πώληση στο δημόσιο της υποδομής του δικτύου TETRA. «Η αναβάθμιση του λογισμικού και η ανανέωση του υλικού είναι υποχρεωτική για τη διασφάλιση λειτουργίας του συστήματος από 1ης Αυγούστου 2014 έως την 31η Ιουλίου 2019», αναφέρει στο κείμενο-προσφορά της η SAIC. Από το ίδιο έγγραφο προκύπτει ότι η εταιρεία ζητεί για την επέκταση της σύμβασης και την αναβάθμιση του συστήματος 58,8 εκατ. ευρώ. Το κόστος για την πώληση «ως έχει» του συστήματος ανέρχεται σε 8,3 εκατ. ευρώ (ή 1,7 εκατ. ευρώ σύμφωνα με νεότερα στοιχεία). Κορυφαίος αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ. είπε στην «Κ» ότι η SAIC αξιώνει 4,8 εκατ. ευρώ τον χρόνο για επέκταση της σύμβασης μέχρι το 2019 και χαρακτήρισε το τίμημα «απαγορευτικό». Προσέθεσε ότι η αστυνομία στην Αττική προετοιμάζεται να επιστρέψει στο αναλογικό σύστημα επικοινωνίας που χρησιμοποιούνταν πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Πηγή από το περιβάλλον της εταιρείας πάντως δήλωσε ότι η διαπραγμάτευση παραμένει «ανοικτή» και προσέθεσε ότι η ΕΛ.ΑΣ. δεν έχει προχωρήσει στην ανάδειξη νέου αναδόχου.
Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με παλαιότερη απόφαση του Διεθνούς Εμπορικού Επιμελητηρίου, το ελληνικό δημόσιο όφειλε 40 εκατ. ευρώ στην αμερικανική εταιρεία SAIC για το σύστημα ασφαλείας των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, γνωστό ως C4I. Το ποσό αφορούσε υπόλοιπο οφειλής προς την εταιρεία, «συν» τις εγγυητικές επιστολές που είχε παράνομα (σύμφωνα με την αρχική δικαστική απόφαση) εισπράξει το δημόσιο. Το δημόσιο κατέθεσε αίτηση αναίρεσης (κατά της πρωτόδικης απόφασης), η οποία εκδικάστηκε τον περασμένο Απρίλιο. Σύμφωνα μάλιστα με πληροφορίες της «Κ», το δικαστήριο ακύρωσε την πρωτόδικη απόφαση απαλλάσσοντας το ελληνικό δημόσιο από την οφειλή των 40 εκατ. ευρώ.
Παρατήρησαν επιπλέον ότι η ΕΛ.ΑΣ. από τους 21.000 πομποδέκτες TETRA που διαθέτει χρησιμοποιεί μόνο 7.000, καθώς και ότι η χρήση του συστήματος προσφέρεται μόνο για τον νομό Αττικής, στην υπόλοιπη χώρα χρησιμοποιείται το προϋπάρχον αναλογικό σύστημα. Η ομάδα εργασίας, στην οποία συμμετείχαν αξιωματικοί όλων των σωμάτων ασφαλείας, είχε προτείνει την πενταετή επέκταση της σύμβασης με τη SAIC έπειτα από επαναδιαπραγμάτευση του κόστους ή την αγορά του εξοπλισμού από την αμερικανική εταιρεία και ανάθεση της λειτουργίας του συστήματος σε ιδιωτική εταιρεία.
Η σύμβαση του ελληνικού δημοσίου με την εταιρεία SAIC υπεγράφη στις 19 Μαΐου 2003. Προέβλεπε ότι «το τίμημα για την παροχή υπηρεσιών χρήσης του δικτύου TETRA για 10 έτη με έναρξη την 1η Αυγούστου 2004 ανέρχεται σε 82,1 εκατ. ευρώ». Από στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η «Κ», τη 17η Μαΐου 2013 η SAIC κοινοποίησε στο αρχηγείο της ΕΛ.ΑΣ. οικονομική προσφορά για την επέκταση της σύμβασης για άλλα πέντε χρόνια και εναλλακτικά την πώληση στο δημόσιο της υποδομής του δικτύου TETRA. «Η αναβάθμιση του λογισμικού και η ανανέωση του υλικού είναι υποχρεωτική για τη διασφάλιση λειτουργίας του συστήματος από 1ης Αυγούστου 2014 έως την 31η Ιουλίου 2019», αναφέρει στο κείμενο-προσφορά της η SAIC. Από το ίδιο έγγραφο προκύπτει ότι η εταιρεία ζητεί για την επέκταση της σύμβασης και την αναβάθμιση του συστήματος 58,8 εκατ. ευρώ. Το κόστος για την πώληση «ως έχει» του συστήματος ανέρχεται σε 8,3 εκατ. ευρώ (ή 1,7 εκατ. ευρώ σύμφωνα με νεότερα στοιχεία). Κορυφαίος αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ. είπε στην «Κ» ότι η SAIC αξιώνει 4,8 εκατ. ευρώ τον χρόνο για επέκταση της σύμβασης μέχρι το 2019 και χαρακτήρισε το τίμημα «απαγορευτικό». Προσέθεσε ότι η αστυνομία στην Αττική προετοιμάζεται να επιστρέψει στο αναλογικό σύστημα επικοινωνίας που χρησιμοποιούνταν πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Πηγή από το περιβάλλον της εταιρείας πάντως δήλωσε ότι η διαπραγμάτευση παραμένει «ανοικτή» και προσέθεσε ότι η ΕΛ.ΑΣ. δεν έχει προχωρήσει στην ανάδειξη νέου αναδόχου.
Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με παλαιότερη απόφαση του Διεθνούς Εμπορικού Επιμελητηρίου, το ελληνικό δημόσιο όφειλε 40 εκατ. ευρώ στην αμερικανική εταιρεία SAIC για το σύστημα ασφαλείας των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, γνωστό ως C4I. Το ποσό αφορούσε υπόλοιπο οφειλής προς την εταιρεία, «συν» τις εγγυητικές επιστολές που είχε παράνομα (σύμφωνα με την αρχική δικαστική απόφαση) εισπράξει το δημόσιο. Το δημόσιο κατέθεσε αίτηση αναίρεσης (κατά της πρωτόδικης απόφασης), η οποία εκδικάστηκε τον περασμένο Απρίλιο. Σύμφωνα μάλιστα με πληροφορίες της «Κ», το δικαστήριο ακύρωσε την πρωτόδικη απόφαση απαλλάσσοντας το ελληνικό δημόσιο από την οφειλή των 40 εκατ. ευρώ.