Παρασκευή 11 Μαΐου 2018

Εθνικιστικό παραλήρημα θα το λέγαμε στην Ελλάδα. Μαθήματα πατριδολατρείας απο τους Σκωτσέζους

Σκωτία: Ντόπιοι αγόρασαν νησί για να μην το πάρουν οι ξένοι μεγιστάνες
Το μικρό νησί Ούλβα, ένα μαργαριτάρι της Σκωτίας με παρθένες παραλίες, αγοράστηκε από τους πέντε εκ των έξι μόλις συνολικά κατοίκων του, οι οποίοι φοβούνταν ότι θα έπεφτε στα χέρια μεγιστάνων από τη Ρωσία ή τη Μέση Ανατολή.

Η Ούλβα βγήκε προς πώληση τον περασμένο Ιούλιο από τον έκτο κάτοικο του νησιού, μέλος μιας αριστοκρατικής οικογένειας στην οποία ανήκε εδώ και δεκαετίες. Οι άλλοι πέντε κάτοικοί της, οι οποίοι έχουν δημιουργήσει μια τοπική οργάνωση, μπόρεσαν να την αγοράσουν επωφελούμενοι από έναν νόμο που δίνει στις τοπικές κοινότητες δικαίωμα προτίμησης, επιτρέποντάς τους να προκρίνονται μεταξύ των επίδοξων αγοραστών.

Ενώ βγήκε προς πώληση έναντι 4,25 εκατομμυρίων στερλινών (4,77 εκατομμύρια ευρώ), το νησί αγοράσθηκε «σε μια τιμή που καθορίσθηκε από ανεξάρτητη εκτίμηση, η οποία παραγγέλθηκε από τη σκωτσέζικη κυβέρνηση», αναφέρει σε ανακοίνωσή της η μικρή οργάνωση, η οποία μπόρεσε να συγκεντρώσει τα κεφάλαια χάρη σε μια επιδότηση της σκωτσέζικης κυβέρνησης και τις συνεισφορές 500 προσώπων.

Όταν την έβγαλε προς πώληση, ο ιδιοκτήτης, ο Τζέιμι Χάουαρντ, είχε περιγράψει την Ούλβα ως «ένα από τα ωραιότερα ιδιωτικά νησιά της βόρειας Ευρώπης» που προσελκύει ξένους μεγιστάνες, με αποτέλεσμα οι κάτοικοί της να φοβηθούν πως θα εκδιώκονταν από το νησί.

Με θέα στο όρος Μπεν Μορ και τον εντυπωσιακό καταρράκτη Ις Φορς του γειτονικού νησιού Μαλ, η Ούλβα είναι μια ειδυλλιακή τοποθεσία.

Στην εποχή της άνθησής του, το νησί είχε περισσότερους από 800 κατοίκους. Η παρακμή του άρχισε τον 17ο αιώνα, όταν οι γαιοκτήμονες εκδίωξαν μαζικά τους αγρότες των Χάιλαντς για να μετατρέψουν τους αγρούς τους σε βοσκοτόπια για πρόβατα.

Πολλοί έφυγαν τότε για την Αυστραλία. Το διασημότερο τέκνο της Ούλβα, ο Λάχλαν Μακουόρι, υπήρξε ο τελευταίος αποικιακός κυβερνήτης της Νέας Νότιας Ουαλίας.
Ιδιοκτήτρια πλέον του νησιού, η οργάνωση έχει δεσμευθεί ότι θα εργασθεί για «την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξή του» και τον επανεποικισμό του.