Δευτέρα 4 Οκτωβρίου 2021

Παραθεολογικοί ιοί μολύνουν το σώμα της εκκλησίας

 

Η ορθόδοξη θεολογία είναι η ζωή και η διδασκαλία τής Ορθοδόξου Εκκλησίας, ως Σώματος τού Χριστού.

Ο Άσαρκος Λόγος στην Παλαιά Διαθήκη που εσαρκώθη και είναι ο Σεσαρκωμένος Λόγος στην Καινή Διαθήκη και την Εκκλησία, απεκάλυψε στους Προφήτες, τους Αποστόλους και τους Πατέρας δια μέσου τών αιώνων όλες τις αλήθειες για τον Θεό και τον άνθρωπο και πώς μπορεί ο άνθρωπος να ενωθή με Αυτόν και να ζη αιωνίως μαζί Του.

Αυτή η θεολογία, ως αποκάλυψη στους αγίους δια μέσου τών αιώνων είναι η θεολογία τής Εκκλησίας και η αναπνοή της.

1. Lex credendi και lex orandi

Η αποκάλυψη αυτή που δόθηκε στους Προφήτες, τους Αποστόλους και τους Πατέρας δια μέσου τών αιώνων –κατά την ομολογία τού Αδελφοθέου Ιούδα «παρακαλών επαγωνίζεσθαι τη άπαξ παραδοθείση τοις αγίοις πίστει» (Ιούδα γ΄, 3)– καταγράφηκε στην Αγία Γραφή και τις αποφάσεις τών Οικουμενικών Συνόδων και στην συνέχεια πέρασε μέσα στην λατρεία τής Εκκλησίας.


Είναι αυτό που γράφει ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκι, το lex credendi (νόμος πίστεως) και το lex orandi (νόμος προσευχής). Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει ενότητα και σχέση μεταξύ τών αποφάσεων τών Οικουμενικών Συνόδων και τής λατρείας τής Εκκλησίας.


Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, τον 8ο αιώνα μ.Χ., κατέγραψε τις αποφάσεις τών Οικουμενικών Συνόδων σε κείμενά του, ιδιαιτέρως το περίφημο κείμενο «Έκθεσις ακριβής τής ορθοδόξου πίστεως», και ακόμη τις πέρασε μέσα στην ιερά υμνογραφία τής Εκκλησίας, οπότε υπάρχει άριστος συνδυασμός και μεγάλη ενότητα μεταξύ τού lex credendi και lex orandi.


Έτσι, η θεολογία τών Πατέρων τής Εκκλησίας δεν είναι εγκεφαλική, αλλά είναι καρπός τής εμπειρίας τών Προφητών, τών Αποστόλων και τών Πατέρων, οι οποίοι πέρασαν μέσα από την κάθαρση και τον φωτισμό τού νου στην θεωρία-θεοπτία και γνώρισαν τον Θεό μέσα στην δόξα Του, και, επομένως, απέκτησαν κοινωνία μαζί Του.


Αυτό σημαίνει ότι οι αποφάσεις τών Οικουμενικών Συνόδων πρέπει να συνδυασθούν με την όλη ησυχαστική παράδοση, που εξέφρασε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και οι Φιλοκαλικοί Πατέρες μέχρι τών ημερών μας. Η Εκκλησία δεν ομιλεί μόνον για το τι είναι ο Θεός, αλλά και το πώς θα γνωρίση κανείς τον Θεό, δεν ομιλεί απλώς για το τι είναι άγιος, αλλά και πώς θα γίνη κανείς άγιος. Αυτό το «τι» είναι οι αποφάσεις τών Οικουμενικών Συνόδων, αλλά το «πώς» είναι ο ορθόδοξος ησυχασμός. Ο συνδυασμός μεταξύ τού «τι» και τού «πώς» είναι η θεολογία τής Εκκλησίας μας.


2. Η παραθεολογία


Εκτός από την ορθόδοξη θεολογία, η οποία αναδεικνύει αγίους, μέσα στους αιώνας παρατηρήθηκε και μια παραθεολογία, η οποία διέσπασε την σχέση μεταξύ τού lex credendi (νόμος τής πίστεως) και τού lex orandi (νόμος τής προσευχής-λατρείας).


Έτσι, μέσα στην πορεία τών αιώνων, άλλοτε αλλοιώθηκε το lex credendi αποδεσμευόμενο από το lex orandi και άλλοτε αλλοιώθηκε το lex orandi αποδεσμευόμενο από το lex credendi.


Οπότε, άλλοτε παρατηρήθηκε μια παραθεολογία που εκφράζεται μέσα από την φιλοσοφία, όπως είναι η σχολαστική θεολογία, η οποία παρέκαμψε την θεολογία τών Πατέρων ως κατώτερη από την φιλοσοφούσα θεολογία, και άλλοτε εμφανίσθηκε μια άλλη παραθεολογία που εκφράσθηκε ως ηθικισμός και αποκοπή τής λατρείας τής Εκκλησίας από την θεολογία τών Οικουμενικών Συνόδων.


Επί πλέον η ορθόδοξη θεολογία τών Προφητών, τών Αποστόλων και τών Πατέρων, δια μέσου τών αιώνων, συνδέθηκε και με μια πολιτειοκρατία, η οποία εκφράζεται με εξωτερικά νομικά σχήματα.


Βεβαίως, κανείς δεν μπορεί να παραθεωρήση τους νόμους τής Πολιτείας και τους Κανονισμούς, με τους οποίους είναι υποχρεωμένη να κινήται εξωτερικά η Εκκλησία, αλλά δεν είναι δυνατόν με αυτά τα εξωτερικά νομικά σχήματα να αλλοιώνεται ο πυρήνας τής ορθοδόξου θεολογίας, γιατί αυτό σαφώς λέγεται πολιτειοκρατία.


Μπορεί η Εκκλησία να συμφωνή με την Πολιτεία για τον τρόπο που θα συνυπάρχουν και οι δύο στην κοινωνία, αλλά εσωτερικά η Εκκλησία έχει την δική της ζωή, την δική της αναπνοή. Συμβαίνει ό,τι με τον ανθρώπινο οργανισμό, ο οποίος μπορεί να προσαρμόζεται στις συνθήκες τού περιβάλλοντος και να τηρή τους εξωτερικούς νόμους, αλλά όμως έχει έναν εσωτερικό δικό του ρυθμό.


Ό,τι γίνεται με τον ανθρώπινο οργανισμό, γίνεται και με την Εκκλησία, όπως εκφράσθηκε από την προς Διόγνητον επιστολή, που είναι ένα κείμενο τού 2ου αιώνος μ.Χ. Σύμφωνα με αυτό, οι Χριστιανοί «πατρίδας οικούσι ιδίας, αλλ' ως πάροικοι· μετέχουσι πάντων ως πολίται, και πάνθ' υπομένουσιν ως ξένοι· πάσα ξένη πατρίς εστίν αυτών και πάσα πατρίς ξένη». Και συνεχίζει το κείμενο ότι οι Χριστιανοί «επί γης διατρίβουσιν, αλλ' εν ουρανώ πολιτεύονται. Πείθονται τοις ορισμένοις νόμοις, και τοις ιδίοις βίοις νικώσι τους νόμους».


Το περιεχόμενο αυτού τού κειμένου είναι καταπληκτικό και δείχνει πώς ζουν οι Χριστιανοί μέσα στην κοινωνία, πώς συμμετέχουν σε όλα τα κοινωνικά δρώμενα, αλλά ο νους τους έχει άλλα ενδιαφέροντα. Είναι αυτό που εκφράζει ο Απόστολος Παύλος: «Ημών γαρ το πολίτευμα εν ουρανοίς υπάρχει» (Φιλιπ. γ΄, 20) και «ου γαρ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν» (Εβρ. ιγ΄, 14). Το χαρακτηριστικό γνώρισμα τών αγίων είναι ότι δεν περιορίζονται στην «μένουσαν πόλιν», αλλά αναζητούν την «μέλλουσαν».


Εάν οι Χριστιανοί, και μάλιστα οι Ορθόδοξοι, δεν ζουν κατ' αυτόν τον τρόπο, αλλά αναμειγνύουν την ορθόδοξη θεολογία με την φιλοσοφία, την κοινωνική ηθική και την πολιτειοκρατία, τότε αυτό λέγεται εκκοσμίκευση και αλλοίωση τής ορθοδόξου θεολογίας.


3. Κυκλοφορούν πολλοί «παραθεολογικοί ιοί»


Πριν μερικά χρόνια σχεδόν απουσίαζαν οι απόψεις Ιεραρχών και Κληρικών από τον έντυπο τύπο, εννοώ τις Εφημερίδες και τα Περιοδικά. Κάποτε-κάποτε δημοσιεύονταν άρθρα μερικών Μητροπολιτών για επίκαιρα εκκλησιαστικά ζητήματα, όταν, βέβαια, εγκρίνονταν από τις διευθύνσεις τών Εφημερίδων πανελλαδικής εμβέλειας. Η εκκλησιαστική ζωή εκινείτο μέσα στην θεία Λειτουργία και τις ιερές Ακολουθίες, και τα κηρύγματα που ακούγονταν αφορούσαν κυρίως τους εκκλησιαζομένους.


Στις ημέρες μας τα πράγματα άλλαξαν προς την αντίθετη κατεύθυνση. Η πληθώρα τών ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης (ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, ιστοσελίδες, προσωπικές ιστοσελίδες, διαδικτυακή τηλεόραση, μέσα κοινωνικής δικτύωσης κλπ) φέρνουν τον λόγο κάθε Κληρικού παντός βαθμού, κάθε μοναχού και λαϊκού στην επικαιρότητα και ο κάθε Χριστιανός έχει την δυνατότητα να βλέπη εικόνες από κάθε Ενορία και κάθε χωριό και να ακούη συγκροτημένο ή πρόχειρο λόγο με ποικίλες συνθηματικές φράσεις ότι «ο Χριστός είναι Θεός», «η Εκκλησία σώζει» κλπ.


Έτσι, φθάσαμε στο άλλο άκρο. Ενώ προηγουμένως παρετηρείτο βραχυλογία ή και αφωνία, τώρα παρατηρείται πολυλογία και αλογία! Όλοι μιλούν για όλα, μερικοί μπορούν να παραπλανούν όλους ή τους ευπίστους, πολλοί συμμετέχουν σε ένα παιχνίδι εντυπώσεων, κρίσεως και κατακρίσεως, αλλά και παρερμηνείας βιβλικών και πατερικών κειμένων. Η μυστική ζωή τής Εκκλησίας έγινε είδηση, ο ειδικός λόγος σε συγκεκριμένο εκκλησίασμα, έγινε λόγος παγκόσμιος, και ο κάθε Κληρικός ξεπερνά τα όρια τής Επισκοπής του και τής Ενορίας του. Μάς κατέκλυσε μία κυριολεκτικώς πανδημία λόγου!


Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι ο εκκλησιαστικός λόγος έχει εκκοσμικευθή σε μεγάλο βαθμό, οι εκκλησιαστικές συνειδήσεις έχουν αμβλυνθή, επικρατεί μια σύγχυση στον εκκλησιαστικό και θεολογικό λόγο, μεταφέρονται διάφοροι «παρα-θεολογικοί ιοί», αφού μερικοί χρησιμοποιούν ακόμη και πατερικά κείμενα με στοχαστικές ερμηνείες που τα αλλοιώνουν. Κυριολεκτικά επικρατεί μια παραθεολογική και παρεκκλησιαστική πανδημία με επικίνδυνους «παρα-θεολογικούς ιούς».


Όπως οι ιοί, και ο κορωνοϊός, εισέρχονται μέσα στον οργανισμό τού ανθρώπου και ιδιαιτέρως μέσα στα κύτταρά του και χρησιμοποιούν την δομή τών κυττάρων για να αναπτυχθούν, να σκοτώσουν τα κύτταρα και να προσβάλουν τα όργανα τού ανθρωπίνου σώματος, έτσι λειτουργούν και οι «παρεκκλησιαστικοί και παραθεολογικοί ιοί» μέσα στην Εκκλησία.


Αυτό σημαίνει ότι οι «ιοί» αυτοί χρησιμοποιούν την δομή τής εκκλησιαστικής ζωής για να μεταφέρουν την πνευματική ασθένεια στα μέλη τής Εκκλησίας, και έτσι δημιουργείται μεγάλο πρόβλημα. Πρόκειται για σκέψεις, ιδέες, λόγια, πράξεις που είναι αντίθετες με το φρόνημα τών Αποστόλων και τών Πατέρων και, φυσικά, την διδασκαλία τού Χριστού.


Μού λένε πολλοί άνθρωποι: «Τι είναι αυτά που ακούγονται από Κληρικούς και θεολόγους; Γιατί υπάρχει τέτοια εκκλησιαστική και θεολογική αντιφατικότητα και σύγχυση; Ποιόν τελικά να πιστεύσουμε;».


Νομίζω ότι το πρόβλημα είναι πολύ βαθύτερο. Η ελεύθερη και ασύδοτη διακίνηση τού λόγου έφερε στην επικαιρότητα την έκπτωση τού ορθοδόξου εκκλησιαστικού και θεολογικού λόγου, την «θεολογική φτώχεια» και κυρίως την θεολογική σύγχυση, αλλά και την φοβερή παρερμηνεία του.


Στις ημέρες που ζούμε έχουν γραφεί πάμπολλα κείμενα για την αντιμετώπιση τής πανδημίας τού covid-19, από εκκλησιαστικής και θεολογικής πλευράς. Όμως, εκπλήττομαι από τα κηρύγματα και από τα κείμενα τών Κληρικών όλων τών βαθμών, που δείχνουν όχι απλώς μια θεολογική φτώχεια, αλλά και μια αφέλεια μεγίστου βαθμού, μια θεολογική απαιδευσία, και θα έλεγα μια θεολογική γύμνια, για να εφαρμόζεται ο λόγος τού Μεγάλου Βασιλείου ότι οι άνθρωποι «τεχνολογούσι και ου θεολογούσι».


Αλιεύω συχνά φράσεις από κείμενα που δημοσιεύονται, οι οποίες δείχνουν την θεολογική σύγχυση που επικρατεί στην εκκλησιαστική μας ζωή. Ακόμη και θεολόγοι ενός «υψηλού επιπέδου» στοχάζονται προκλητικά πάνω στα πατερικά κείμενα και αυθαιρετούν στα συμπεράσματά τους. Δεν κάνουν κειμενική ανάλυση τών Πατέρων, αλλά στοχαστικές εισπηδήσεις μέσα στο νόημα τών πατερικών κειμένων.


Θα μπορούσα να παρουσιάσω τα «μαργαριτάρια» αυτά, αλλά δεν θα το κάνω, γιατί, δυστυχώς, οι περισσότεροι αφήνουν την ουσία τού θέματος και ασχολούνται «επί προσωπικού», και μάλιστα προσβάλλονται αυτοί που προσβάλλουν την Ορθόδοξη θεολογία μας.


Πολλές τέτοιες φράσεις προέρχονται από την σχολαστική θεολογία, τις ποικίλες προτεσταντικές απόψεις, την ρωσική θεολογία, τον Διαφωτισμό, τον άθεο υπαρξισμό, τον γερμανικό ιδεαλισμό, τις αρχαίες και νεώτερες φιλοσοφίες, την μεταπατερική θεολογία, την σύγχρονη υπαρξιακή ψυχολογία κλπ. και παρουσιάζονται ως ορθόδοξη θεολογία.


Και αναστενάζω με πικρία: «Τόση άγνοια και φτώχεια! Τόση σύγχυση και αφέλεια! Πώς είναι δυνατόν φράσεις που εκφράζουν άλλες θεολογικές παραδόσεις να χρησιμοποιούνται από λεγόμενους συντηρητικούς και παραδοσιακούς Κληρικούς και θεολόγους ως ορθόδοξες διδασκαλίες; Δεν έχουν συνείδηση τι λέγουν και πράττουν; Δεν έχουν ανοίξει κάποια σοβαρά βιβλία για να δουν την έννοια τού λόγου που χρησιμοποιούν;».


Η Ορθόδοξη θεολογία, όπως προαναφέρθηκε, είναι σαφέστατη, εκφράζεται με καθαρό λόγο που έχει καταγραφή στα Πρακτικά τών Οικουμενικών Συνόδων και είναι διατυπωμένη στους ύμνους τής λατρείας τής Εκκλησίας. Και είναι λυπηρό αυτό που γίνεται σήμερα, να συμμετέχουμε στην λατρεία τής Εκκλησίας η οποία μοσχομυρίζει από ορθόδοξη δογματική θεολογία, και το κήρυγμα στον ίδιο χώρο να αποτελή παραφωνία, αφού είναι σχολαστικό, προτεσταντικό, ψυχολογικό, κοινωνιολογικό, μεταπατερικό και τελικά μεταορθόδοξο.


Και επειδή δεν διδάσκεται ο καθαρός θεολογικός ορθόδοξος λόγος, γι’ αυτό και επικρατεί σύγχυση και ως προς τα κριτήρια τής θεολογίας. Οι Χριστιανοί δεν μπορούν να διακρίνουν το ορθόδοξο από το αιρετικό, το εκκλησιαστικό από το παρεκκλησιαστικό, το θεολογικό από το ψυχολογικό.


Έλεγε ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης ότι ακούει κανείς έναν λόγο από ορθόδοξο Κληρικό και θεολόγο και σκέπτεσαι: Από πού κόλλησε αυτόν τον «παραθεολογικό ιό»; Έπειτα ιχνηλατεί τους ανθρώπους με τους οποίους συναναστρέφεται και καταλαβαίνει από πού κόλλησε αυτόν τον «παραθεολογικό ιό». Τον κόλλησε από κάποιον Καθηγητή θεολογίας, εκείνος από κάποιον Καθηγητή τού εξωτερικού ή τού εσωτερικού. Και μεταφέρεται αυτή η παρεκκλησιαστική και παραθεολογική πανδημία στους κόλπους τής Ορθοδόξου Εκκλησίας.


 


4. Τι δέον γενέσθαι


Το ερώτημα είναι τι πρέπει να γίνη σε τέτοιες περιπτώσεις σαν αυτές που συμβαίνουν στις ημέρες μας, που ο καθένας αυτοσχεδιάζει, που Κληρικοί είτε φανατίζονται είτε ελευθεριάζουν, που μοντέρνοι Κληρικοί λειτουργούν σαν Προτεστάντες ψυχολόγοι, αλλά συγχρόνως αναμειγνύουν το Γεροντικό με τα πάθη τους, τον άγιο Πορφύριο με τον εμπαθή εαυτό τους. Και όχι μόνον αυτοσχεδιάζουν θεολογικά, αλλά και αυτοαποσχηματίζονται και καυχώνται γι’ αυτό, σαν να είναι μια θαρραλέα πράξη, σαν να είναι ένας άλλος δρόμος προς το Φως, χωρίς να ξέρουν τι είναι ρασοφορία, τι είναι μοναχός, τι είναι ιερωσύνη, τι είναι θεολογία, όχι από πολιτειοκρατικής απόψεως, αλλά από καθαρά ορθοδόξου προοπτικής.


Όμως, τι πρέπει να γίνη, όταν παρερμηνεύονται κείμενα τών αγίων Πατέρων και μεταφέρονται στην σημερινή εποχή με άλλο νόημα και άλλη προοπτική;


Νομίζω, αυτήν την εποχή, την δύσκολη και επικίνδυνη, που ψευτοδιδάσκαλοι παραπλανούν τα πρόβατα τού Χριστού, χρειάζεται να μελετάμε την καθαρή θεολογία τών Οικουμενικών Συνόδων και τών Φιλοκαλικών Πατέρων μας. Οι Οικουμενικές Σύνοδοι δείχνουν τα όρια τού «ορθοδόξως θεολογείν», και οι Φιλοκαλικοί Πατέρες καθορίζουν τις καθαρές προϋποθέσεις τής ορθοδόξου θεολογίας.


Και, βεβαίως, πρέπει να υπακούουμε στην φωνή τής Εκκλησίας, όπως εκφράζεται από την Ιερά Σύνοδο τής Εκκλησίας. Ο ιερός Χρυσόστομος παρατηρεί: «Μη τοίνυν, τών τελειοτέρων επανατρέχωμεν, μηδέ ημέρας και καιρούς και ενιαυτούς παρατηρώμεν, αλλά πανταχού τη Εκκλησία μετ’ ακριβείας επώμεθα, την αγάπην και την ειρήνην προτιμώντες απάντων. Ει γαρ και εσφάλλετο η Εκκλησία, ου τοσούτον κατόρθωμα από τής τών χρόνων ακριβείας ην, όσον έγκλημα από τής διαιρέσεως και τού σχίσματος τούτου».


Γενικά, πρέπει να ακολουθούμε τις αποφάσεις τής Εκκλησίας, προτιμώντας από όλα την αγάπη και την ειρήνη, ώστε να αποφεύγονται οι διακρίσεις και τα σχίσματα.


Έχουμε, λοιπόν, την Εκκλησία στην οποία θα κάνουμε υπακοή, και δεν θα ακούμε κάθε Κληρικό, θεολόγο, διδάσκαλο που εισάγει στην αγία μας Ορθόδοξη Εκκλησία ξένες παραδόσεις, ξένα ήθη, ξένες διδασκαλίες, ατομικές ερμηνείες, ξένους και επικίνδυνους «παρεκκλησιαστικούς και παραθεολογικούς ιούς».


Τελικά, η σωτηρία μας είναι τόσο μεγάλη που δεν μπορούμε να την εμπιστευθούμε στον καθένα με τις οποιεσδήποτε αυταπάτες του και με την θεολογική του ανεπάρκεια που παρουσιάζεται ως αυθεντία.

Ορθόδοξη θεολογία

και «παραθεολογικοί ιοί»

Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

https://www.parembasis.gr/index.php/el/menu-teyxos-290/6422-2020-09-28a

https://www.oodegr.com/oode/koinwnia/problimata/para8eologia_1.htm