Σάββατο 6 Μαρτίου 2021

«Οι θεατές έρχονται στην ταινία για το Άγιο Όρος αλλά βλέπουν τον εαυτό τους και τους δικούς τους»


«Οι θεατές έρχονται στην ταινία για το Άγιο Όρος αλλά βλέπουν τον εαυτό τους και τους δικούς τους»

Ο Πρωτοδιάκονος Αλέξανδρος Πλίσκα για την ταινία «Πού είσαι, Αδάμ;»

Ολέγκ Καρπένκο

Το ντοκιμαντέρ «Πού είσαι, Αδάμ;» έγινε ένα από τα πιο επιτυχημένα κινηματογραφικά πρότζεκτ των τελευταίων ετών. Τιμήθηκε με το μέγα βραβείο (Grand-Prix) του φεστιβάλ «Ποκρόβ-2019», συμμετείχε στις διάσημες κινηματογραφικές προβολές στην Κρακοβία και το Ταλλίν και προτάθηκε για το εθνικό κινηματογραφικό βραβείο της Ουκρανίας «Ζολοτά τζίγα». Τώρα η ταινία προβάλλεται στη Ρωσία, στην Ουκρανία και στη Λευκορωσία. Μιλήσαμε με τον παραγωγό της ταινίας, τον πρωτοδιάκονο της Ιεράς Μονής της Αγίας Τριάδας του Κιέβου, τον Αλέξανδρο Πλίσκα, για το αυθεντικό Άγιο Όρος, για τις λευκές αρκούδες και για τη βασική ψευδαίσθηση ενός σύγχρονου απλού ανθρώπου.

– Πάτερ Αλέξανδρε, με το ντοκιμαντέρ «Πού είσαι, Αδάμ;» γνωρίσατε μια σχετική δημοσιότητα όχι μόνο στον ορθόδοξο κόσμο, αλλά ακόμα και στον κόσμο του κινηματογράφου. Μήπως, αυτό σας προκαλεί σχετική γνωστική ασυμφωνία, μια και στην ταινία, ο καθηγούμενος της αγιορείτικης μονής Δοχειαρίου, πατήρ Γρηγόριος, ισχυρίζεται ότι ο πιο ακίνδυνος δρόμος για έναν χριστιανό είναι η αφάνεια και η ταπείνωση;  

– Δε μου προκαλεί. Πρώτον, δεν είναι και τόσο πολλοί οι άνθρωποι που έχουν δει την ταινία μας. Όμως, παρόλα αυτά, μας λένε ότι για ένα ντοκιμαντέρ οι 10 χιλιάδες θεατές στις ουκρανικές αίθουσες είναι πάρα πολλοί. Για μένα είναι πλήρης καταστροφή, όταν ένας τέτοιος αριθμός θεωρείται επιτυχία. Είναι η επιβεβαίωση της πολιτιστικής κατάρρευσης στην οποία ζούμε.


Δεύτερον, ούτε εγώ, ούτε ο σκηνοθέτης Αλέξανδρος Ζαπορόσενκο επιδιώκαμε να αυτοπροβληθούμε, όταν γυρίζαμε αυτή την ταινία. Δεν ψάχναμε δημοσιότητα. Καθόλου δεν είχαμε τέτοιες σκέψεις, ούτε και τώρα έχουμε. Αν είχαν γυρίσει ταινία για μένα, τότε, ίσως, θα είχα λόγο να σκέφτομαι ότι είμαι κάτι. Εμείς είμαστε συνηθισμένοι άνθρωποι που δεν μπορούσαμε να μην μοιραστούμε αυτά που είδαμε στο Άγιο Όρος. Και προσπαθήσαμε να το κάνουμε στο μέγιστο βαθμό ποιοτικά. Να το πω έτσι, δεν έχουμε την αρρώστια των σταρ και ελπίζω ότι δε θα μας βρει ποτέ.

Όσον αφορά στα λόγια του γέροντα Γρηγορίου για την προσήλωση στην αφάνεια, πρόκειται για συγκλονιστική αποκάλυψη του εσωτερικού του κόσμου. Στην ταινία μας, πρώτη φορά το είπε δημόσια. Ακόμα και οι μοναχοί του Δοχειαρίου που ήξεραν τον γέροντα για πολλά χρόνια, μετά την προβολή, πλησίαζαν και μου έλεγαν ότι τον γνώρισαν από μια τελείως διαφορετική πλευρά. Το να αποφεύγει τη δόξα και τις τιμές ήταν το πιστεύω της ζωής του. Όμως, ο γέροντας Γρηγόριος το έκρυβε από όλους.

Ο πρωτοδιάκονος Αλέξανδρος Πλίσκα

Ο πρωτοδιάκονος Αλέξανδρος Πλίσκα

– Ο πατήρ Γρηγόριος στην ταινία εξομολογείται ότι λυπάται που έλαβε την ιεροσύνη και έγινε ηγούμενος του μοναστηριού. Αυτά τα λόγια ακούγονται πολύ θαρραλέα, ιδιαίτερα στη σκιά των ειδήσεων για ιερείς, οι οποίοι οικειοθελώς είχαν εγκαταλείψει το λειτούργημά τους στην Εκκλησία. Γιατί έχετε αυτό το επεισόδιο στην ταινία;

– Ό, τι δείξαμε στην ταινία, πέρασε από τη λογοκρισία του γέροντα Γρηγορίου και των μοναχών του Δοχειαρίου, των ηρώων της ταινίας. Και αυτή είναι η πιο αυστηρή λογοκρισία, αφού δε βλέπουν ποτέ κινηματογράφο και τον βλέπουν πολύ κριτικά.


Ο γέροντας, αν και λέει ότι λυπάται για αυτό, όμως, δεν έχει εγκαταλείψει την ιεροσύνη. Ούτε την ιεροσύνη ούτε την ηγουμενία, τους δυο σταυρούς που του είχε δώσει ο Κύριος. Γιατί δεν εγκατέλειψε; Επειδή πίσω του ήταν το ποίμνιο, πίσω του ήταν οι άνθρωποι. Δε γίνεται κανείς ηγούμενος στο Άγιο Όρος με τη θέλησή του. Τον εκλέγουν. Και όταν εξέλεξαν τον νυν καθηγούμενο του Δοχειαρίου, γέροντα Αμφιλόχιο, το είπε, ότι μόνο από υπακοή στην αδελφότητα και από αγάπη προς αυτούς παίρνει πάνω του αυτές τις υποχρεώσεις.

Δεχόμενος την ιεροσύνη, όπως και την ηγουμενία στο μοναστήρι, ο άνθρωπος συμφωνεί με το θέλημα του Θεού, που ενεργεί μέσω των ανθρώπων που τον τοποθετούν ώστε να καθοδηγεί το ποίμνιο. Και αυτοί οι άνθρωποι, που δεν είναι ούτε καν ιεραρχία, αλλά εκκλησιαστική κοινότητα, στο Άγιο Όρος διαφυλάττουν τις αρχαίες παραδόσεις στην εκλογή των ποιμένων.

Γιατί ο γέροντας μιλάει για αυτό με τόση λύπη; Επειδή, οποιοσδήποτε κανονικός άνθρωπος, όταν φτάνει στην ωριμότητα, πρέπει να ρωτήσει τον εαυτό του: Ήμουν άξιος πατέρας; Ήμουν άξιος γιος; Πώς τα κατάφερα με την ευθύνη της οικογένειάς μου; Έκανα ευτυχισμένη την σύζυγό μου; Φροντίζω τους ηλικιωμένους γονείς μου; Πώς αισθάνονται οι εργαζόμενοί μου, τους οποίους μου έχει αναθέσει ο Θεός; Μήπως είμαι σκληρός απέναντί τους; Είμαι δίκαιος; Και η πλειονότητα των ανθρώπων καταλαβαίνουν πολύ καλά ότι με αυτή τη λίστα των ερωτήσεων δε θα μπορούσαν να τα καταφέρουν 100%. Γι’ αυτό, η αυτοκριτική του γέροντα Γρηγορίου σημαίνει ότι αντιμετώπιζε αυτές τις ερωτήσεις πολύ βαθιά.


– Εσείς λυπάστε που είναι λίγοι οι θεατές που έχουν δει την ταινία σας. Όμως, συγκριτικά με άλλες ταινίες, με χριστιανική θεματική, αυτή είναι από τις πιο επιτυχημένες, τα τελευταία χρόνια. Πού βρίσκεται το μυστικό του πρότζεκτ σας;

– Δε συμφωνώ ότι το πρότζεκτ μας είναι καθαρά ορθόδοξο. Είναι πιο ευρύ. Έχουμε γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ για τον άνθρωπο, για την αναζήτηση του εαυτού του στον κόσμο. Αν και, για να κυριολεκτούμε, ναι, είναι ταινία για μια μοναστική κοινότητα ανατολικής ορθόδοξης παράδοσης, για την αγιορείτικη μονή Δοχειαρίου.

Έχουμε γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ για τον άνθρωπο, για την αναζήτηση του εαυτού του στον κόσμο

Όταν, 13 χρόνια πριν, σκεφτόμουν αυτό το πρότζεκτ, δεν είχα αμφιβολία μόνο για ένα πράγμα: ότι η κοινωνία έχει ανάγκη από βαθιά θέματα που αφορούν στην ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης. Αφού κάθε άνθρωπος στην ουσία του είναι θρησκευτικός. Και το γεγονός ότι η ταινία μας ενδιαφέρει όχι μόνο τους ανθρώπους της Εκκλησίας, βεβαιώνει την απλή αλήθεια: κάθε ανθρώπινη καρδιά αναζητάει τον εαυτό της στο χώρο της ιστορίας και βάζει στον εαυτό της το αιώνιο ερώτημα: από πού είμαι, προς τα πού και γιατί;

Όσον αφορά στην ποιότητα, εμείς προσπαθούσαμε όσο μπορούσαμε. Οπότε, είναι οι θεατές και οι κριτικοί του κινηματογράφου που θα κρίνουν, αν έγινε ποιοτική ταινία ή όχι. Για μένα, το σημαντικότερο κριτήριο αξιολόγησης είναι το γεγονός ότι οι άνθρωποι δε βγαίνουν από την αίθουσα πριν από το τέλος της προβολής. Κάθονται μέχρι τους τελευταίους υπότιτλους, τότε που ανάβουν τα φώτα και μπαίνουν οι καθαρίστριες με τις σκούπες. Και μετά την προβολή, βρίσκονται σε μια κατάσταση όπου δεν μπορούν να καταλάβουν πού είναι: Στο Άγιο Όρος, στο Κρεσάτικ (κεντρική πλατεία στο Κίεβο – σημ.μεταφρ.) ή στη Νέα Αρμπάτ (κεντρική οδός στη Μόσχα – σημ.μεταφρ.). Αυτή είναι η καλύτερη επιβράβευση.

Επίσης, μια άλλη σημαντική παρατήρηση: οι θεατές, αν και έχουν δει μια ταινία για το μοναχισμό, δεν καταλαμβάνονται από θρησκευτικό ενθουσιασμό. Ούτε το Άγιο Όρος δε θυμούνται. Όταν βγαίνουν από τον κινηματογράφο, μιλάνε για τις οικογένειές τους, για το σπίτι, για την πόλη και την Πατρίδα τους. Όλα αυτά που είδαν διαθλώνται στον πολιτιστικό χώρο της κάθε καρδιάς. Χαίρομαι πολύ που καταφέραμε να μοιραστούμε με τους θεατές εκείνη τη σιγή που θα τους επιτρέψει να συναντηθούν με τους πρωταγωνιστές της ταινίας.


– Εσείς δείξατε μια τομή της ζωής ενός γνωστού μοναστηριού, όπου από αιώνα σε αιώνα διατηρούνται πνευματικές παραδόσεις, και ο ηγούμενός του – ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος (Ζουμής) – χωρίς υπερβολή, είναι υπόδειγμα πνευματικού. Τώρα, ασχολούνται πολύ με την πλούσια κληρονομιά του Αγίου Όρους, γυρίζουν ταινίες, όμως η ιστορία ξέρει και την αρνητική πνευματική εμπειρία του Αγίου Όρους. Για παράδειγμα, το 19ο αιώνα, ο Άγιος Ιγνάτιος (Μπριαντσανίνοβ) είχε περιγράψει την επικοινωνία του με έναν πλανεμένο μοναχό-αγιορείτη, και ακόμα νωρίτερα, ο Όσιος Παΐσιος Βελιτσκόβσκιϊ είχε απογοητευτεί από το Άγιο Όρος. Εσείς ξέρετε το σύγχρονο Άγιο Όρος από μέσα. Πώς είναι τώρα;

– Δεν ξέρω πώς ήταν την εποχή του Παϊσίου Βελιτσκόβσκιϊ, και δε νομίζω ότι από έναν μοναχό, ο οποίος επέστρεψε από το Άγιο Όρος, μπορούμε να κρίνουμε όλο τον αγιορείτικο μοναχισμό. Όμως, από την άλλη, όπου υπάρχει ζωντανός άνθρωπος και κοινωνία ανθρώπων, οπωσδήποτε θα εμφανιστούν κάποιες δυσκολίες και προβλήματα. Γι’ αυτό, εγώ είδα το Άγιο Όρος ακριβώς όπως και εσείς το βλέπετε στην ταινία.

Δεν επινοήσαμε τίποτα, δείξαμε αυτά που υπάρχουν στην πραγματικότητα. Του Γέροντα Γρηγορίου δεν του άρεσε να ομορφαίνουν τη μοναχική ζωή και να πλάθουν εκκλησιαστικά παραμύθια. Δεν του άρεσε που σε κάποιους βίους οι άγιοι να παρουσιάζονται πολύ «στυλιζαρισμένοι», και η ανθρώπινη πλευρά της ζωής τους να είναι κρυμμένη. Έτσι, δημιουργείται η εντύπωση ότι περπατούν πάνω στον ουρανό.


Και, όταν στην ταινία μας οι θεατές βλέπουν σύγκρουση μοναχών, εκπλήσσονται: άραγε είναι δυνατόν; Ναι, όλα είναι δυνατά. Αν ο καθένας πολύ προσεκτικά κοιτάξει μέσα του, θα δει όλα τα πνευματικά του προβλήματα, τα οποία είναι το ίδιο επίκαιρα τόσο στην αγιορείτικη μονή όσο και σε ένα διαμέρισμα μιας πόλης.

Από την άλλη, ο μοναχισμός για μένα είναι απίστευτο φαινόμενο. Και δεν πρόκειται μόνο για ορθόδοξο μοναχισμό, αλλά για το γεγονός ότι υπάρχουν άνθρωποι, έξω από θρησκευτικά συμφραζόμενα, οι οποίοι απαρνούνται τα πάντα για να βρουν τον Θεό και απαντήσεις στις πιο σημαντικές ερωτήσεις. Βλέπουμε ποια μηνύματα μεταδίδουν τα σύγχρονα ΜΜΕ και που σκοπεύει η πλειονότητα των ανθρώπων στην κοινωνία μας. Κάτι που ο μοναχισμός τα αμφισβητεί όλα αυτά. Επιβεβαιώνει στον κόσμο που είναι βυθισμένος στα υλικά προβλήματα ότι υπάρχει αιωνιότητα.   

– Μια παροιμία λέει: «Δε σώζει ο τόπος αλλά ο τρόπος ζωής». Λένε ότι με αυτά τα λόγια οι αγιορείτες πατέρες απευθύνονταν σε όσους επιθυμούσαν να πάνε στο Άγιο Όρος. Όμως, αν διαβάσουμε σύγχρονα βιβλία και άρθρα, μπορεί να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι εκεί και «ο τόπος είναι τέτοιος που μπορεί να σώσει». Γιατί διαμορφώθηκε αυτή η αντίληψη;

– Νομίζω ότι όποιος δεν μπόρεσε να βρει τον εαυτό του έξω από το Άγιο Όρος, πιθανότατα, δε θα βρει τον εαυτό του και στο Άγιο Όρος. Η πιο μεγάλη ψευδαίσθηση έγκειται στην ελπίδα ότι στη ζωή μας κάτι θα αλλάξει, μετά από ένα, πέντε ή δέκα χρόνια και ότι τότε θα μπορέσουμε να καταφέρουμε κάτι. Είναι αυταπάτη. Θα βρισκόμαστε ακριβώς στην ίδια κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε αυτήν τη στιγμή.

Όποιος δεν μπόρεσε να βρει τον εαυτό του έξω από το Άγιο Όρος, πιθανότατα, δε θα βρει τον εαυτό του και στο Άγιο Όρος

Θα εξηγήσω. Αν στην παρούσα στιγμή, ακριβώς τώρα, δεν αρχίσουμε να κάνουμε κάτι για να πετύχουμε σε κάτι, είτε στην πνευματική ζωή είτε στον αθλητισμό είτε στην επαγγελματική μας πορεία, στη ζωή μας δε θα αλλάξει τίποτα. Από αύριο ή από τη Δευτέρα δεν ξεκινάνε γυμναστική. Αν θέλεις να ξεκινήσεις να δουλεύεις πάνω σου, ξεκίνα ακριβώς τώρα.

Γι’ αυτό, όλα είναι πολύ απλά, και με το Άγιο Όρος και με όποια προσπάθεια να αποδράσουμε για κάπου. Όπως είπε ένας σοφός άνθρωπος: αν δε βρεις ειρήνη μέσα σου, ακόμα και αν αποδράσεις για Βόρειο Πόλο, τότε και εκεί η λευκή αρκούδα θα έρθει και δε θα σε αφήσει σε ησυχία. Και αν θα έχεις ειρήνη, τότε θα σου φέρνει ψάρια.

– Στο τέλος της ταινίας, ο τίτλος της ηχεί σαν ερώτηση προς τον θεατή: «Πού είσαι, Αδάμ;». Την απάντηση που δίνουν οι αγιορείτες μοναχοί τη βλέπουμε σε όλα τα 80 λεπτά της ταινίας: ο γέροντας-ηγούμενος, εκτενείς όμορφες ακολουθίες, βαριά διακονήματα. Όμως, την ταινία τη βλέπουν, ως επί το πλείστον, άνθρωποι λαϊκοί και οικογενειάρχες. Υπάρχουν στην ταινία υπαινιγμοί ώστε η ερώτηση αυτή να μην γίνει ρητορική;

– Σε αυτή την ερώτηση μπορώ να δώσω μόνο τη δική μου απάντηση. Νομίζω ότι ο καθένας μας θα την ψάχνει μέχρι την τελευταία αναπνοή. Όπως πολύ όμορφα είπε ο γέροντας στην ταινία: «μέχρι να σταματήσει να χτυπάει η καρδιά και να στεγνώσουν τα μάτια». Αυτός ο Αδάμ κρύβεται στον καθένα μας και όταν ο Κύριος σε καλέσει, μέσα από τη συνείδησή σου, πρέπει να βρεις μέσα σου κουράγιο να βγεις και να Του πεις: «Ναι, τέτοιος είμαι, έσφαλα, έκανα κακό», και να μην ψάχνεις δικαιολογίες.

Όταν ομολογήσουμε ανοιχτά την αδυναμία μας και σταματήσουμε να στεναχωριόμαστε για αυτό, και όσο ελπίζουμε στο έλεος του Δημιουργού, τότε οι προσπάθειές μας να σταματήσουμε να κρυβόμαστε από τον Θεό, θα πετύχουν. Αν μας απασχολεί αυτό το ερώτημα, οι προσπάθειές μας έχουν ήδη πετύχει. Όμως, η διαδικασία της αναζήτησης του εαυτού μας δεν είναι στιγμιαίο πράγμα. Σε αυτό πρέπει να εργαζόμαστε όλη μας τη ζωή.

Με τον πρωτοδιάκονο Πρωτοδιάκονος Αλέξανδρος (Πλίσκα)

Συνομιλούσε ο Ολέγκ Καρπένκο

Μετάφραση για την πύλη gr.pravoslavie.ru: Αναστασία Νταβίντοβα


Pravoslavie.ru

3/4/2021

https://gr.pravoslavie.ru/137773.html