Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2019

Γρηγόρης Μπαλογιάννης: Η Παναγία ήρθε και με έσωσε στη διάρκεια του πολέμου. Ημουν 9 ετών!

 
 
Ο αγιογράφος Γρηγόρης Μπαλογιάννης (50 έργα του εκτίθενται στο Βυζαντινό Μουσείο έως τις 13 Ιανουαρίου) μιλά για το θαύμα που βίωσε σε μικρή ηλικία και για τον δάσκαλό του, τον Φώτη Κόντογλου
Από τον
 Σωτήρη Λέτσιο
Ενας άξιος και συνεπής συνεχιστής της παράδοσης στο πεδίο της ορθόδοξης εικονογραφίας και της βυζαντινής τεχνοτροπίας είναι ο Γρηγόρης Μπαλογιάννης. Την ευκαιρία να εξακριβώσουμε του λόγου το αληθές δίνει η έκθεση με 50 έργα του που φιλοξενείται στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο της Αθήνας έως τις 13 Ιανουαρίου 2019. Στη συνέντευξη που ακολουθεί ο Γρηγόρης Μπαλογιάννης, με την αφοπλιστική απλότητα και την πεπαιδευμένη καλοσύνη του εμπνευσμένου δημιουργού, αποκαλύπτει πτυχές της προσωπικής του διαδρομής, αλλά και στιγμές που διαμόρφωσαν την προσωπικότητα και το καλλιτεχνικό ήθος του. Χωρίς ίχνος υπερβολής, η γνωριμία και η συνομιλία μαζί του επιβεβαιώνουν τον χαρακτηρισμό που έδωσε γι' αυτόν ο κριτικός τέχνης Χρήστος Κωνσταντόπουλος: «Παραμένει και σήμερα ένας σεμνός και ταπεινός εργάτης της αγιογραφίας». 
Τι ήταν εκείνο που σας παρακίνησε να στραφείτε στην αγιογραφία και να μυηθείτε στην υψηλή αυτή τέχνη; Ποιον ρόλο έπαιξαν τα βιώματα της παιδικής σας ηλικίας, ώστε να καλλιεργήσετε το ταλέντο σας;
Για μένα η αγιογραφία είναι το παν στη ζωή μου! Είναι η ψυχή και η αποστολή μου έως σήμερα, που είμαι πλέον 80 χρονών. Την αγάπησα πάρα πολύ αυτή τη δουλειά, αφού από μικρό παιδί είχα την κλίση. Συνεχίζω και σήμερα να την κάνω με πολλή όρεξη και χαρά. Είμαι σίγουρος ότι αυτό είναι χάρισμα από τον Θεό! Ολη μου η ζωή είναι μέσα στην Ορθοδοξία. Αγωνίζομαι τον αγώνα τον καλό και τον ευλογημένο. Αρχισα να δημιουργώ εικόνες με Αγίους και, φυσικά, αυτό είχε σχέση με την αγάπη που είχα από μικρό παιδί για την Εκκλησία. Διάβαζα συνέχεια τους βίους των Αγίων, με ενδιέφεραν περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Αγάπησα περισσότερο από όλους τους Τρεις Ιεράρχες: τον Βασίλειο, τον Χρυσόστομο και τον Γρηγόριο. Οταν ήρθαν στην Αθήνα για να σπουδάσουν, εμιμείτο ο ένας την αρετή του άλλου. Αυτό το παράδειγμα, λοιπόν, ακολούθησα και εγώ, μαζί με κάποια άλλα καλά παιδιά, όταν ήμουν στο Παπάφειο. Ετσι, φτάσαμε να γίνουμε το πρότυπο και να οδηγήσουμε το Παπάφειο σε πολλές επιτυχίες στον αθλητισμό. Την εποχή που ήμουν στο ορφανοτροφείο στο Παπάφειο Θεσσαλονίκης, έγραφα προσευχές για την Παναγία, για τον Κολοκοτρώνη αλλά και για τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, όταν είχε αρχίσει στην Κύπρο ο αγώνας για την ανεξαρτησία από τους Αγγλους. Τότε, μάλιστα, είχα κερδίσει και σε διαγωνισμό ποίησης με θέμα την Κύπρο. Είχα κάνει μια ζωγραφιά, στην οποία αναπαριστούσα την Κύπρο σαν μια όμορφη κοπέλα, την κόρη της Ελλάδας. Επειδή όμως έκανε μεγάλη υπομονή και επιδείκνυε μεγάλη αντοχή, προκειμένου να κερδίσει την ελευθερία, την παρομοίαζα με την Πηνελόπη, τη γυναίκα του Οδυσσέα. Ετσι, ζωγράφισα μια ξανθιά κοπέλα που έγνεφε με τη σαΐτα στον αργαλειό, ενώ πάνω στο υφαντό είχα γράψει τη λέξη «ΕΝΩΣΙΣ». Γύρω γύρω είχα βάλει δάφνες αλλά και μια εικόνα της Παναγίας μέσα στο δωμάτιό της. Με αυτό εννοούσα ότι κάποια ημέρα η Κύπρος θα ελευθερωθεί. Πάνω σε αυτό έγραψα και το ποίημά μου, το οποίο τελείωνε ως εξής: «Ελλάδα, με τη δάδα σου φωτίζονται οι αιώνες!»
Σημαντική, λοιπόν, υπήρξε η συμβολή της θρησκευτικής πίστης στη ζωή σας.
Η πίστη ήταν και είναι πάνω από όλα! Εξάλλου, έγινα και κατηχητής το 1956, όταν ακόμη ήμουν στο Παπάφειο, και δίδασκα παιδιά μικρά αλλά και μεγάλα. Επίσης, ήμουν και στην οργάνωση της Ζωής. Το μάθημα της κατήχησης μου έδινε μεγάλη χαρά. Στη Θεσσαλονίκη ήμασταν όλοι πολύ αγαπημένοι μεταξύ μας, σαν να ήμασταν αδέλφια· ήμασταν μονοιασμένοι ο ένας με τον άλλον. Οταν ήρθα στην Αθήνα και πήγα στη Ζωή, βρήκα μια παγωμένη ατμόσφαιρα. Καμία σχέση με το κλίμα στη Θεσσαλονίκη. Στην Αθήνα ήρθα όταν υπηρετούσα τη θητεία μου στο Πολεμικό Ναυτικό. Το 1963 είχε προκηρυχθεί μόνο μία θέση για την Καλών Τεχνών. Εδωσα εξετάσεις, πέτυχα και γράφτηκα στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (ΑΣΚΤ). Πήρα βραβεία στην ΑΣΚΤ και το 1965 κέρδισα υποτροφία, προκειμένου να πάω στη Γαλλία και να συνεχίσω τις σπουδές μου. Δεν πήγα όμως. Τι να με μάθουν οι Γάλλοι, όταν στην Ελλάδα έχουμε την πηγή της βυζαντινής αγιογραφίας;

Το αγαπημένο σας εικαστικό θέμα ποιο ήταν;
Ηταν και είναι η Παναγία! Η Παναγία είναι για μένα η μητέρα που δεν είχα! Είχα και έχω πάντα μέσα μου την Παναγία ως θέμα και χωρίς να μου το έχει διδάξει κάποιος. Φιλοτέχνησα, μάλιστα, την Παναγία τη Στοργή, μια εικόνα που, ως θέμα, δεν υπάρχει άλλη τέτοια στην Ορθοδοξία σε όλο τον κόσμο! Επειδή ήμουν ορφανό παιδί και δεν είχα, δυστυχώς, ούτε μάνα ούτε πατέρα να με ορμηνέψουν, είχα, σε ό,τι και εάν έκανα στη ζωή μου, στήριγμα την Παναγία! Γεννήθηκα στα Γρεβενά και μεγάλωσα στα ορφανοτροφεία των Γρεβενών και του Παπαφείου στη Θεσσαλονίκη. Επειδή δεν ένιωσα το χάδι της μάνας, που κάθε παιδί το έχει ανάγκη, πήρα την απόφαση να ζωγραφίσω την Παναγία με τον Χριστούλη στην αγκαλιά του, να Τον ασπάζεται. Και ο Χριστός να αγκαλιάζει και να φιλά τη μητέρα Παναγία. Η Παναγία μού έχει δώσει όλα τα καλά του κόσμου. Και η Παναγία ήταν αυτή που είχε παρουσιαστεί και με έσωσε στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου! Τότε ήμουν εννέα χρόνων και, μαζί με τους άλλους συγχωριανούς, είχαμε αναγκαστεί να εγκαταλείψουμε τα χωριά μας. Ηταν φθινόπωρο και μας καταδίωκαν οι αντάρτες. Ημουν χαμένος μέσα στο δάσος και το χιόνι έπεφτε σπυρωτό πάνω στο πρόσωπό μου. Το κρύο ήταν τσουχτερό, έβαζα τα χέρια στο πρόσωπο για να προστατευτώ. Είχε ήδη νυχτώσει και κρύφτηκα κάτω από έναν θάμνο, ώστε να προστατευτώ από το χιόνι. Εσπαζα τα κρύσταλλα από τα μαλλιά και έτσι περνούσε η ώρα. Συνέβαινε εκείνη τη στιγμή κάτι παράξενο: Αν και έκανε πολύ κρύο, μέσα μου ένιωθα πολλή ζέστη και το σώμα μου έβγαζε μια φλόγα. Εκείνη τη στιγμή είδα την Παναγία σαν Πλατυτέρα από πάνω μου, με ανοιχτά τα χέρια, να με ευλογεί! Μόλις την είδα, αναφώνησα: «Παναγία μου, αφού τώρα είσαι μαζί μου, δεν φοβάμαι ότι θα με σκοτώσουν!» Ηρθε η Παναγία τότε και με έσωσε.
«Ο Κόντογλου ήταν σαν να είχα δίπλα μου έναν Μέγα Αλέξανδρο, έναν Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, έναν ήρωα!»
Ποιες είναι οι πιο έντονες αναμνήσεις σας από τον Φώτη Κόντογλου;
Και σε εκείνη την περίπτωση πάλι η Παναγία έκανε το θαύμα της! Ηταν στις αρχές της δεκαετίας του '60 όταν γνώρισα τον μεγάλο δάσκαλο, τον αείμνηστο Φώτη Κόντογλου. Ηταν το όνειρό μου να τον γνωρίσω. Τότε η εφημερίδα «Εμπρός» είχε παρουσιάσει ένα δημοσίευμα υπό τον τίτλο «Γέννημα ενός θαύματος», στο οποίο γινόταν μια πρωτοσέλιδη και μεγάλη αναφορά σε εμένα. Βέβαια, εγώ τότε, ως νεαρός, ήμουν τελείως άγνωστος. Αφού ο Κόντογλου διάβασε αυτό το δημοσίευμα, με κάλεσε στο σπίτι του, για να τον γνωρίσω. Είχα πολύ έντονη την επιθυμία να γνωρίσω αυτόν τον σπουδαίο άνθρωπο. Δεν σας κρύβω ότι με συμπάθησε τόσο πολύ και μου έδειξε τόση αγάπη, ώστε με ευλόγησε τρεις φορές στο σπίτι του! Στα χέρια μου πέθανε ο Κόντογλου τις ημέρες που αγιογραφούσαμε τον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου Αχαρνών στην Αθήνα (1965). Εκείνη την ημέρα τον είχα δει πολύ ταλαιπωρημένο, αφού είχε κάνει εγχείρηση στα νεφρά και οι γιατροί δεν τον είχαν προσέξει όπως θα έπρεπε. Είχε εσωτερική αιμορραγία. Ανησύχησα και αμέσως του είπα να τον μεταφέρω σπίτι του, για να ξεκουραστεί. Τον συνόδευσα στο σπίτι του και έπειτα από λίγο πήγαμε στο νοσοκομείο. Την επόμενη ημέρα, δυστυχώς, απεβίωσε!
Τι ήταν εκείνο που αποκομίσατε μαθητεύοντας δίπλα στον Φώτη Κόντογλου;
Δεν τον έβλεπα απλώς ως Φώτη Κόντογλου, αλλά σαν να ήταν ένας άγιος άνθρωπος! Τον σεβόμουν και τον εκτιμούσα πάρα πολύ. Οταν τον έβλεπα, του φιλούσα το χέρι! Ηταν ένας ξεχωριστός πνευματικός άνθρωπος και καλλιτέχνης. Δεν ήθελα να σταματήσει να μου μιλάει. Σαν να είχα δίπλα μου έναν Μέγα Αλέξανδρο, έναν Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, έναν Παλαιών Πατρών Γερμανό, έναν ήρωα! Μου είχε προσφέρει την ψυχή του αυτός ο άνθρωπος. Ημουν πάρα πολύ δεμένος μαζί του.
«Δεν πιάνουν τίποτα ο Μιχαήλ Αγγελος κι ο Ραφαέλο μπροστά στον Πανσέληνο!»
Εκτός από τον Κόντογλου, ποιους άλλους θεωρείτε σημαντικούς δασκάλους σας;
Δεν είχα κανέναν δάσκαλο! Οταν ήμουν στη Θεσσαλονίκη, είχα πάει στο αγιογραφικό εργαστήριο του Νίκου Γεωργιάδη, στην Εγνατία. Πήγα εκεί για να μάθω, επειδή είχα ανάγκη από έναν δάσκαλο, αλλά εγώ ήμουν δάσκαλος! Οταν πήγα, με έβαλε και έκανα αμέσως εικόνες, αφού ήδη έκανα μόνος μου εικόνες στις κατασκηνώσεις του Παπαφείου. Τον καιρό που ήμουν στην Αθήνα, παρακολουθούσα και μαθήματα ψαλτικής δίπλα στον Σίμωνα Καρά. Δεν συνέχισα όμως, επειδή έπρεπε να εργαστώ. Οταν ήμουν νεαρός στη Θεσσαλονίκη, είχα ρωτήσει έναν μεγάλο σε ηλικία αγιογράφο ποιον θεωρούσαν σημαντικότερο αγιογράφο. Μου είχε απαντήσει πως ήταν ο Εμμανουήλ Πανσέληνος, ο οποίος καταγόταν από τη Θεσσαλονίκη και είχε αγιογραφήσει το Πρωτάτο του Αγίου Ορους. «Λοιπόν, αυτόν θα ακολουθήσω» είπα μέσα μου. Αυτός θεωρείται το άλφα και το ωμέγα της βυζαντινής αγιογραφίας! Εχω τα σχέδιά του και έως σήμερα κοιμάμαι με τα δικά του σχέδια! Μπροστά του δεν πιάνουν τίποτα ο Μιχαήλ Αγγελος και ο Ραφαέλο της ιταλικής Αναγέννησης! Ο Πανσέληνος είναι σαν ένα πνεύμα σταλμένο από τον ουρανό! Τον θεωρώ «Απόστολο της αγιογραφίας». Αυτός με το έργο του δημιούργησε σχολή και έβγαλε πολλούς σημαντικούς αγιογράφους. Ο Πανσέληνος έφτιαχνε τα πρόσωπα των Αγίων ως πορτρέτα, δεν έφτιαχνε απλώς μια ζωγραφιά.
Υπήρξαν κάποιοι ιερείς που αποτέλεσαν σημείο αναφοράς στη ζωή σας;
Ο μακαριστός Μητροπολίτης Ρόδου Σπυρίδων (1907-1988) ήταν για μένα σαν πατέρας. Επρόκειτο κάποια στιγμή να γίνει Πατριάρχης Αλεξανδρείας, κάτι που, βέβαια, δεν έγινε. Είχε αναθέσει σε εμένα να φιλοτεχνήσω την Παναγία της Κρεμαστής στη Ρόδο, αλλά και άλλες εκκλησίες. Στην Κεφαλλονιά -και στη Μονή του Αγίου Γερασίμου, όπου βρίσκεται το σκήνωμα του Αγίου- έχω φιλοτεχνήσει τον μισό ναό, αλλά και την κοίμηση του Αγίου Γερασίμου. Πολύ σπουδαία προσωπικότητα ήταν και ο Προκόπιος Κεφαλληνίας (1917-2003). Χρυσός άνθρωπος! Και αυτόν σαν πατέρα τον είχα.