Σαράντα ένα χρόνια από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και η ιστορία βύθισης του τουρκικού θωρηκτού Κοτζά Τεπέ από τους…ίδιους τους Τούρκους, παραμένει σχετικά άγνωστη.
21 Ιουλίου 1974. Ή ώρα έδειχνε 2 και 35 μ.μ. Το τουρκικό πολεμικό πλοίο «Κοτζά-
Τεπέ», μέλος τουρκικής νηοπομπής μαζί με άλλα δύο πλοία, μετά από την πέμπτη και χαριστική επίθεση πού είχε δεχτεί από τα τουρκικά F-104, βυθίζονταν στα ανοιχτά της Πάφου παίρνοντας στον υγρό τάφο του και ένα μεγάλο αριθμό από το πλήρωμα του θύματα της…. υπέρμετρης «πολεμικής αρετής» των Τούρκων, που μόλις πριν μια μέρα είχαν αποβιβαστεί στο βόρειο ανυπεράσπιστο τμήμα της Κύπρου.
Έκτοτε πέρασαν πολλά χρόνια, και οι πρωταγωνιστές αυτής της υπόθεσης, όσοι φυσικά επέζησαν, κρατούσαν κλειστά τα στόματα τους. Αρχηγός του τουρκικού ναυτικού ήταν τότε ό Ναύαρχος Κεμάλ Καγιατζάν ενώ αρχηγός της αεροπορίας ήταν ό Πτέραρχος Εμίν Άλπκαγια.
Ό μόνος πού είχε περιγράψει και αποθανατίσει εκείνες τις στιγμές, ήταν ό γνωστός Τούρκος δημοσιογράφος-συγγραφέας, Αλί Μπιράντ, ό οποίος καταλόγισε ευθύνες για το επεισόδιο, πού είχε γελοιοποιήσει την τουρκική στρατιωτική μηχανή, στην ασυνεννοησία μεταξύ των επιτελείων της αεροπορίας και του ναυτικού.
Μετά από πολλά χρόνια για πρώτη φορά το 1997 ανοίγει το στόμα του ένας από τους κύριους πρωταγωνιστές αυτής τής ιστορίας.
Ό τότε πιλότος, Ζεκί Κιλίτς, περιγράφει σε συνέντευξη πού έδωσε τότε στην εφημερίδα «Χουριέτ» το πώς έπληξε θανάσιμα το Κοτζά-Τεπέ με μια ρουκέτα πού έπεσε ακριβώς πάνω στην κεντρική καπνοδόχο του πλοίου και εξερράγη μέσα στο κεντρικό γραφείο επιχειρήσεων.
«Όταν έγινε ή «ειρηνική» επιχείρηση στην Κύπρο, λέει ό Ζεκί Κιλίτς, «ήμουν πιλότος σε μια μονάδα από τέσσερα πολεμικά αεροσκάφη και είχαμε απογειωθεί με την πληροφορία ότι έρχονταν μια νηοπομπή από ελληνικά πολεμικά πλοία με κατεύθυνση το λιμάνι της Πάφου.
Ήμασταν εκπαιδευμένοι για βομβαρδισμό αλλά τώρα πού έρχονταν ή στιγμή του αληθινού πολέμου όλοι είχαμε κάποιο τρακ. Ενώ έπρεπε να είχαμε εφοδιαστεί με βόμβες ναπάλμ τις οποίες ξέραμε καλά από τις ασκήσεις, μας είχαν οπλίσει με ρουκέτες. -Χτυπάτε και επιστρέφετε ήταν οι διαταγές, αλλά στην πραγματικότητα δεν ξέραμε τι έπρεπε να κάνουμε. Το αεροπλάνο που επέβαινα είχε βόμβες, πέντε ρουκέτες και δυο χιλιάδες βολές πυροβόλου.
Εν τω μεταξύ είχαν προηγηθεί οι διαβουλεύσεις των Τούρκων επιτελαρχών πού φανέρωναν ένα κλίμα αγωνίας αλλά και καχυποψίας, γεγονός που μαρτυρούσε την πλήρη σύγχυση που επικρατούσε».
Ή πληροφορία ότι ελληνική νηοπομπή πλησίαζε την Κύπρο είχε προκαλέσει και την έντονη δραστηριοποίηση της τουρκικής κυβέρνησης που είχε προειδοποιήσει πως αν δεν γύριζαν πίσω τα ελληνικά πολεμικά, ή τουρκική αεροπορία θα τα βομβάρδιζε. Ό ναύαρχος Καγιατζάν, είχε ζητήσει ένα αναγνωριστικό της πολεμικής αεροπορίας για να εξερευνήσει την περιοχή. Στην πραγματικότητα όμως τα μοναδικά πλοία πού έπλεαν ανοιχτά της Πάφου, ήταν ή τουρκική ναυτική μονάδα που αποτελείτο από τα πολεμικά «Αντάτεπε», «Φεβζή Τσακμάκ» και το «Κοτζά-Τεπε». Τα τρία πολεμικά είχαν περάσει το ακρωτήριο Αρναούτη και είχαν λάβει και αυτά μια αναφορά από την Άγκυρα για την ελληνική νηοπομπή που περίμεναν με μεγάλη αγωνία για να την αντιμετωπίσουν.
Το τουρκικό αναγνωριστικό που είχε πετάξει πάνω από τα τουρκικά πολεμικά, μετέδωσε πώς από την θέση που βρίσκονταν, ή εχθρική νηοπομπή δεν μπορεί να ήταν άλλη από τα πολεμικά που έβλεπε να πλέουν στην περιοχή και μάλιστα προξένησε κατάπληξη στους Τούρκους επιτελάρχες γιατί περίμεναν μεγαλύτερο αριθμό ελληνικών πλοίων.
Ή περιγραφή των πλοίων δεν έδινε κανένα άλλο στοιχείο. Ήταν γνωστό πως τα πολεμικά των χωρών του ΝΑΤΟ, ήταν όλα αμερικανικά και μονάχα το έμβλημα διέφερε. Ή Άγκυρα έδωσε την διαταγή της επίθεσης στην νηοπομπή που τώρα βρίσκονταν απόσταση 20-30 μίλια από το ακρωτήριο Δρέπανο της Πάφου. Το ότι είχαν τουρκικές σημαίες αυτό θεωρήθηκε σαν άλλο ένα ελληνικό κόλπο για να ξεγελάσει την τουρκική αεροπορία.
Ό αξιωματικός υπηρεσίας του «Κοτζάτεπε», πλωτάρχης, Μετίν Σουλούτς, που βρήκε τον θάνατο μαζί με το πολεμικό πλοίο, ερευνούσε τον ουρανό αλλά φαίνονταν καθησυχασμένος γιατί ήξερε την αδυναμία της Ελλάδας να στείλει πολεμικά αεροσκάφη λόγω της μεγάλης απόστασης από τα αεροδρόμια της Κρήτης.
Και τότε, ξαφνικά ό ουρανός σκοτείνιασε. Τα τουρκικά σμήνη πλησίασαν και άρχισαν να πετάνε απειλητικά πάνω από την νηοπομπή. Το πλήρωμα νόμισε πώς είναι ελληνικά αεροπλάνα και αμέσως σήμανε συναγερμός. Αλλά δεν πρόλαβαν γιατί άρχισε ή αεροπορική επίθεση. Ό Ζεκί Κιλίτς διηγείται πώς μόλις πλησίασαν, ρωτήσανε για να τους φύγει κάθε αμφιβολία για την εθνικότητα των πλοίων το σύνθημα. Επειδή όμως είχε αλλάξει χωρίς να ενημερωθούνε τα τουρκικά πολεμικά, δεν υπήρξε ή κατάλληλη ανταπόκριση.
Ή διαταγή, λέει ό Ζεκί Κιλίτς είχε δοθεί και ήταν ρητή πώς πρέπει να χτυπήσουν την εχθρική νηοπομπή. Οι πιλότοι νόμιζαν πώς πάνω στα καράβια βρίσκονταν Έλληνες που ήθελαν να τους ξεγελάσουν μιλώντας στα ραντάρ …τουρκικά. Είχαν ακούσει για περιπτώσεις πού στις συχνότητες του ασύρματου συχνά έμπαιναν Έλληνες και κυρίως Έλληνες από την Τουρκία που υπηρετούσαν στον Ελληνικό στρατό και ξέροντας απταίστως τουρκικά, προσπαθούσαν να δημιουργούν προβλήματα στις επικοινωνίες.
Εντωμεταξύ τα δύο άλλα πλοία υπό την διοίκηση τού πλοίαρχου Ιρφάν Τινάζ, έβαλλαν κατά των αεροπλάνων και έτσι ή μάχη γενικεύτηκε ενώ στο «Κοτζα-Τεπέ» μαίνονταν ή πυρκαγιά που είχε ανάψει ή ρουκέτα που έπληξε το πλοίο.
Πριν περάσουν λίγα λεπτά άρχισε νέα επίθεση ενώ οι τουρκικές βρισιές στα ραντάρ από τα πλοία προς τα αεροπλάνα έδιναν και έπαιρναν. Δύο νέες ρουκέτες έπληξαν το «Κοτζά-Τεπέ» ενώ και το «Αντά Τεπέ» είχε βληθεί στο ραντάρ. Οι βομβαρδισμοί συνεχίστηκαν μέχρι που μια νέα ρουκέτα έπληξε τον πίσω πίνακα του ηλεκτρικού.
Από εκείνη την στιγμή το τουρκικό πολεμικό πλοίο ήταν καταδικασμένο. Ή αναφορά προς το Γενικό Επιτελείο στην Άγκυρα, ήταν ή εξής: «-Κύριε διοικητά το γλέντι άρχισε, (Σενλίκ μπασλαντί), το σύνθημα για την επίθεση. -Από κάτω μας βάλλουν με πυροβολικό, αλά άνευ ουσιαστικού αποτελέσματος. Εμείς τους έχουμε λιανίσει».
Ό διοικητής τού πλοίου Γκιουβέν Έρκαγια, που αργότερα έγινε αρχηγός του τουρκικού ναυτικού, (πρόκειται για τον Τούρκος αρχιναάαρχο στην κρίση των Ίμια), έδωσε την διαταγή να εγκαταλείψουν το βυθιζόμενο πλοίο.
Το «Κοτζα Τεπε» βυθίζονταν ανοιχτά της Πάφου ενώ την ίδια στιγμή στην Άγκυρα είχε συνέλθει το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας και οι αρχηγοί των όπλων έδειχναν ανίδεοι για το τί πραγματικά συνέβη. Πολλούς ναυαγούς περισυνέλεξε ένα ισραηλινό πολεμικό πλοίο που είχε βρεθεί στην περιοχή. Μαζί με το πλοίο πνίγονταν και 55 άτομα από το πλήρωμα του ενώ οι πιλότοι πανηγύριζαν γι” αυτή την επιτυχία τους. Το άλλο πλοίο, το «Τσακμάκ» επεδίωξε να προστρέξει σε βοήθεια και κατέβασε σωσίβιο άκατο που κατευθύνθηκε ολοταχώς προς τους ναυαγούς, αλλά αμέσως εκδηλώθηκε νέα αεροπορική επιδρομή. Οι νεκροί συνεχώς αυξάνονταν. Πριν βυθιστεί τελείως το πλοίο άρχισε να εκπυρσοκροτεί ή κύρια πυριτιδαποθήκη.
Όλα γύρω είχαν πάρει μια κόκκινη ανταύγεια. Απέναντι ή μαρτυρική Κύπρος αιμορραγούσε από τις πληγές που είχε ανοίξει ή «ειρηνική» εισβολή των τουρκικών στρατευμάτων του Αττίλα. Αξίζει να σημειωθεί ότι ενώ συνεχίζονταν ή επιχείρηση, ό Ετσεβίτ αναζητούσε τον τότε υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Χένρυ Κίσινγκερ. Ή γυναίκα του εκνευρισμένη γιατί ξύπνησαν νωρίς τον άντρα της τον άκουσε να λέει θυμωμένα στο τηλέφωνο: «-Αντί να με ξυπνήσουν να τα καταβυθίσουν όλα!!!».
Ο Ζεκί Κιλίτς συνέχισε την καριέρα του και μάλιστα υπηρέτησε σε μονάδες του ΝΑΤΟ ενώ εκπαιδεύτηκε και στα περίφημα F-4 με τα οποία ή τουρκική αεροπορία είχε αρχίσει την ιστορία των παραβιάσεων και παραβάσεων του εναέριου χώρου πάνω στο Αιγαίο