Η δημοσιοποιηθείσα ανακοίνωσις της «Ι. Συνόδου των Καθολικών Επισκό-πων» της Ελλάδος αποτελεί κραυγαλέα απόδειξη της καταλυτικής δυνάμεως της αιρέσεως και των συνεπειών της σχάσεως εκ του σώματος της Εκκλησίας και αποδεικνύει εναργέστατα δια μίαν εισέτι φοράν το πατερικόν γνωμικόν: «το πίπτειν ανθρώπινον, το μετανοείν θείον, το εμμένειν σατανικόν!».
Η αίρεσις ως αλλοτρίωσις της θεόθεν αποκαλυφθείσης αληθείας εμπεριέχει το στοιχείον της εμμονής και της κακοτρόπου στρεβλώσεως αυτής, μη ορρωδούσα προ ουδενός. Δια τούτο και οι Θεοφόροι Πατέρες και αι Άγιαι 9 Οικουμενικαί Σύνοδοι ηγωνίσθησαν θεοειδώς δια την κατάγνωσιν των αιρέσεων και την μετάνοιαν των αιρετιζόντων.
Η ανακοίνωσις των Ρωμαιοκαθολικών θρησκευτικώς πρωτιστευόντων στοιχούσα στην αιρετική ψυχοσύνθεσιν των συντακτών της, στρεβλώνει και αποκρύπτει τα πράγματα μη φοβουμένη τον παντεπόπτην και Πανάγιον Θεόν και μη υπολογίζουσα ότι ενώπιον του αδεκάστου Κριτού θα αποδώσωμεν λόγον και ότι οι πράξεις και οι λόγοι μας θα είναι η βάσις της κρίσεώς μας.
Ενώπιον Εκείνου δεν θα δυνάμεθα να παραποιώμε την αλήθεια και να την αποκρύπτωμε.
Στην ανακοίνωσι αποσιωπάται πλήρως το γεγονός ότι απέστειλα τρεις μήνας προς της εγκλήσεώς μου ενώπιον της Δικαιοσύνης την επισυναπτομένην «παρακλητικήν» επιστολήν προς τον Εκλαμπρότατον Αρχιεπίσκοπον των εν Αθήναις Ρωμαιοκαθολικών κ.κ. Νικόλαον Φώσκολον, εις την θρησκευτικήν δικαιοδοσίαν του οποίου ανήκουν και οι Ρωμαιοκαθολικοί του Πειραιώς και τον παρακαλούσα να δεσμευθή ότι δεν θα επαναληφθή εις το μέλλον η απαράδεκτος προσηλυτιστική ενέργεια του Ρωμαιοκαθολικού «Εφημερίου» Πειραιώς και της «Ηγουμένης της Ρωμαιοκαθολικής Μοναστικής Κοινότητος» του Αγίου Ιωσήφ της Εμφανίσεως και Διευθυντρίας της Ρωμαιοκαθολικής Σχολής “Jeanne d’ Arc” Πειραιώς, δια της τελέσεως «αγιαστικής πράξεως» εις τους Ορθοδόξους μαθητάς της ειρημένης Σχολής, η οποία και έμεινεν εισέτι αναπάντητος.
Επομένως εξ αυτού του γεγονότος προέκυψεν η αμεταμέλητος εμμονή εις την διάπραξιν της απαραδέκτου ενεργείας των, η οποία και ωδήγησεν στην υπό των Νόμων του Κράτους και της Εκπαιδεύσεως προβλεπομένην διαδικασίαν.
Αυτό λοιπόν το καθοριστικόν γεγονός της ενεργείας μου απεσιωπήθη και απεκρύβη και επιχειρείται να εμφανισθώ ως δήθεν κακότροπος, φανατικός, μισαλλόδοξος και μάλιστα εμφορούμενος από την «ξεπερασμένη» νοοτροπία των δογμάτων της Εκκλησίας και ότι αποτελώ «ξεπερασμένο πνεύμα και ξεπερασμένη φυσιογνωμία».
Βεβαίως οι «τίτλοι» αυτοί που μου αποδίδονται από εκείνους που εμμένουν στις κακοδοξίες που ενδεικτικώς σταχυολογούνται εκ του επισήμου εγχειριδίου Δογματικής των Ρωμαιοκαθολικών, «Κατήχηση Καθολικής Εκκλησίας», Αθήνα 1996, εκδ. Κάκτος & Libreria Editrice Vaticana :
σελ. 31 / §36 (Η γνώση του Θεού)
σελ. 46 / §45-46 (Το έγκυρο διδακτικό σώμα)
σελ. 91-93 / §245-248 (Filioque)
σελ. 96 / §258-259 (Σύγχυσις ουσίας-ενεργειών)
σελ. 163 / §491-492 (Αμόλυντη σύλληψις)
σελ. 292 / §881-887 (Ο σύλλογος των Επισκόπων και ο αρχηγός του ο Πάπας)
σελ. 295 / §891 (Παπικόν αλάθητον)
σελ. 206 / §616-617 (Ικανοποίηση θ. δικαιοσύνης)
σελ. 311 / §956 (Αξιομισθίαι αγίων)
σελ. 332 / §1030-1032 (Καθαρτήριον)
σελ. 376 / §1163 (Αξιομισθίαι Κυρίου)
σελ. 422 / §1334 (Άζυμα)
σελ. 464-466 / §1471-1479 (Λυσίποινα)
σελ. 569 / §1850 (Η αμαρτία ως προσβολή του Θεού)
αποτελούν για εμένα τίτλους τιμής δια τους οποίους εκείνοι θα αποδώσουν λόγον ενώπιον του Δομήτορος της Εκκλησίας Κυρίου εν ημέρα Κρίσεως διότι ηλλοίωσαν, διέστρεψαν, εστρέβλωσαν το δόγμα, το πολίτευμα και το ήθος της Αδιαιρέτου Καθολικής του Χριστού Εκκλησίας και εμμένουν αμεταμελήτως και σατανικώς σε αυτό.
Παρ’ ότι η αναφερομένη επιστολή μου προς τον Εκλαμπρότατον κ. Φώσκολον έχει δημοσιοποιηθεί προς εμπέδωσιν την επανακοινοποιώ κατωτέρω:
«ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμ. Πρωτ. 910 Εν Πειραιεί τη 27η Σεπτεμβρίου 2011
Προς Τον
Εκλαμπρότατον
Κύριον κ. Νικόλαον Φώσκολον
Αρχιεπίσκοπον
των εν Αθήναις Ρωμαιοκαθολικών
Ομήρου 9
106 72 ΑΘΗΝΑΙ
Εκλαμπρότατε,
Μετά πολλής συνοχής καρδίας ευρισκόμεθα εις την ανάγκην να οχλήσωμεν Υμάς, δια θέμα απτόμενον της ποιμαντικής ημών ευθύνης και της ενώπιον του πανακηράτου και αιωνίου Θεού δοθείσης φρικτής ορκοδοσίας ημών δια την επακριβή τήρησιν των υπό του Παναγίου και Ζωαρχικού Πνεύματος τεθεσπεισμένων Θείων και Ιερών Κανόνων της αδιαιρέτου και ακαινοτομήτου Ορθοδόξου Καθολικής του Χριστού Εκκλησίας.
Αναφερόμεθα δια του παρόντος εις το εντός της ημετέρας Κανονικής δικαιοδοσίας λειτουργούν εκπαιδευτήριον του Υμετέρου μοναχικού τάγματος του Αγίου Ιωσήφ της εμφανίσεως υπό την επωνυμίαν «Jeanne d’ Arc» εις το οποίον φοιτούν τέκνα Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών γονέων και υποβάλλομεν Υμίν την έντονον ημετέραν διαμαρτυρίαν διότι κατά την έναρξιν του ειρημένου σχολείου της πρωτοβαθμίου εκπαιδεύσεως τελείται ο καθιερωμένος αγιασμός δια την ευλογίαν της νέας σχολικής περιόδου υπό του Ρωμαιοκαθολικού Εφημερίου Πειραιώς κ. Ιωάννου Πάτση, και δια τους ορθοδόξους μαθητάς, γεγονός που απάδει εις την εκκλησιολογίαν και ποιμαντικήν της Εκκλησίας διότι αμβλύνει την ορθόδοξον αυτοσυνειδησίαν των μικρών ευπλάστων μαθητών, επιφέρει μίαν συγκρητιστικήν οικουμενιστικήν αντίληψιν και εμπίπτει εις τας περί προσηλυτισμού διατάξεις του δικαιϊκού εν Ελλάδι συστήματος.
Διεμαρτυρήθην καθηκόντως, δια το γεγονός εις την Ηγουμένην του Υμετέρου Μοναχικού Τάγματος αδ. Αλβέρταν, ήτις και μου επεβεβαίωσεν το γεγονός και εδήλωσεν ότι θα θέση την ημετέραν Κανονικήν διαμαρτυρίαν υπ’ όψιν της Υμετέρας Εκλαμπρότητος.
Επειδή ειλικρινώς δεν επιθυμώ να καταφύγω εις την ποινικήν διαδικασίαν δια την αντιμετώπισιν του εξόχως σοβαρού αυτού θέματος, που θα ηδύνατο να αντιμετωπισθή ευχερώς με την τέλεσιν κεχωρισμένως δια τους ορθοδόξους και ρωμαιοκαθολικούς μαθητάς της τελετής του αγιασμού εν τω αυτώ τόπω, εκτιμών την Υμετέραν Εκλαμπρότητα και την Υμετέραν θρησκευτικήν κοινωνίαν ως Έλληνας συμπολίτας, παρακαλώ όπως εγγράφως διαβεβαιώσητε ότι δεν θα επαναληφθή εις το μέλλον, τηρουμένης επ’ ακριβώς της ορθοδόξου κανονικής τάξεως, των υπό του Συντάγματος και του Νόμου προβλεπομένων και των ισχυόντων παρ’ ημίν θείων και ιερών Κανόνων, οίτινες σαφώς και πλήρως απαγορεύουν την υπό μελών της Αδιαιρέτου Ορθοδόξου Καθολικής του Χριστού Εκκλησίας αποδοχήν ακοινωνήτου προσώπου ως Κληρικού, ως και την συμμετοχήν εις συμπροσευχάς μετά προσώπων μεθ’ ων δεν υφίσταται εκκλησιαστική κοινωνία, ούτε ταυτότης εν τη πίστει.
Τυγχάνει ασφαλώς εγνωσμένη εις Υμάς η ημετέρα πίστις δια την Υμετέραν θρησκευτικήν κοινωνίαν, ερειδομένη επί της κοινής μεθ’ Υμών χιλιετούς πορείας, και των υπό των Αγίων επτά Οικουμενικών Συνόδων της Αδιαιρέτου Εκκλησίας, ήστινος ιστορική και ακαινοτόμητος συνέχεια αποτελεί η καθ’ ημάς αγιωτάτη Εκκλησία και των θεοκηρύκων Αποστόλων και των Αγίων Πατέρων Αυτής, διακελευομένων και επομένως αι τυχόν προσωπικαί πτώσεις πρωτιστευόντων διακόνων του ευχαριστιακού σώματος της Εκκλησίας, δι’ ας θα αποδώσουν φρικτόν λόγον ενώπιον του Δομήτορος Αυτής Κυρίου Ιησού Χριστού, εντός του δαιμονικού κλίματος του συγκρητιστικού Οικουμενισμού, ουδόλως δεσμεύουν την Εκκλησίαν του Θεού ούτε δύνανται να αποτελέσουν πρόσχημα δια την απομείωσιν της εν Χριστώ αληθείας. Αναμένων την Υμετέραν διαβεβαίωσιν διατελώ μετά πλείστης τιμής,»
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ ο Πειραιώς ΣΕΡΑΦΕΙΜ