Σύμφωνα με τα στατιστικά δεδομένα, μόνο στη διάρκεια μερικών μηνών αυτής της χρονιάς, περισσότερα από χίλια άτομα έπαψαν επισήμως να είναι μέλη της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Φινλανδίας.
Την άνοιξη του 2020 η Εκκλησία αποτελείτο από 59.600 μέλη και το φθινόπωρο ο αριθμός αυτός μειώθηκε στους 58.540 πιστούς. Οι άνθρωποι εγκαταλείπουν την Εκκλησία καθημερινά και αυτή η τάση δεν δείχνει να κοπάζει.
Τι σημασία έχει αυτό το γεγονός για την Εκκλησία; Για ποιους λόγους οι πιστοί εγκαταλείπουν τις ενορίες τους; Αποτελεί, άραγε, καταστροφή; Θα τα συζητήσουμε όλα αυτά με τον καθηγητή Θεολογίας, ιδρυτή του μοναστικού κέντρου «Παναγία» στην πόλη Λαμί της Φινλανδίας, τον κ. Χάνου Πιούχενεν.
– Κύριε καθηγητά, δεν μπορώ να πω ότι το γεγονός πολλοί πιστοί να διακόπτουν την επίσημη συμμετοχή τους στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Φινλανδίας μας χαροποιεί. Εδώ, μάλλον, συμβαίνει το αντίθετο. Η πιο μικρή θρησκευτική κοινότητα της χώρας γίνεται ακόμη πιο μικρή. Καταλαβαίνω ότι πρόκειται για την επιφάνεια του προβλήματος. Πώς μπορείτε να περιγράψετε την κατάσταση, στην οποία βρίσκεται ο χριστιανισμός σήμερα στη χώρα σας; Μπορούμε ν’ ασκήσουμε κάποια κριτική, βασιζόμενοι μόνο στα επιφανειακά δεδομένα;
– Κι εμείς εκπλαγήκαμε, όταν μάθαμε για την αποχώρηση ενοριτών από την Τοπική Εκκλησία μας. Είναι, βέβαια, τραγικό, πάρα πολύ τραγικό. Κανένας χριστιανός, ακόμα και αν ανήκει σε άλλα δόγματα, δεν μπορεί να χαίρεται με αυτό το γεγονός. Χαίρονται μόνο οι αντίπαλοι της Εκκλησίας και του Χριστού. Δυστυχώς, στις μέρες μας, τέτοιοι άνθρωποι βρίσκονται αρκετοί, γεγονός το οποίο έχει ως αποτέλεσμα την επιδείνωση της κατάστασης του χριστιανισμού σε όλες τις χώρες της Ευρώπης. Στη χώρα μας υπάρχει κιόλας μία διαδικτυακή πύλη, η «βγεςαπότηνεκκλησία», που υποστηρίζεται από τους αιρετικούς της «ελεύθερης σκέψεως» και η οποία δημιουργήθηκε ακριβώς με σκοπό να διευκολύνει, όσο περισσότερο μπορεί, τη διαδικασία της επίσημης εξόδου από την Εκκλησία, πατώντας μόνο ένα κουμπί. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, μέχρι στιγμής, εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει τις ενορίες τους, κυρίως προερχόμενοι από την Ευαγγελική Λουθηρανική Εκκλησία της Φινλανδίας.
– Κατά τη γνώμη σας, ποιες είναι οι αιτίες της μαζικής αποχώρησης από την Εκκλησία;
Γενικά ο χριστιανισμός περνά τώρα δύσκολες στιγμές. Η κοινωνία και οι συνθήκες ζωής των ανθρώπων έχουν αλλάξει ουσιαστικά, πράγμα το οποίο αποτυπώνεται στον χαρακτήρα της οικογενειακής ζωής. Ένας σύγχρονος άνθρωπος δεν αποκτά πια από την παιδική του ηλικία τους σπόρους της χριστιανικής πίστεως και της εμπειρίας της εν Χριστώ ζωής μέσα στην οικογένειά του, όπως αυτό συνέβαινε κατά τις προηγούμενες γενιές. Δεν αποκτά πια στο πατρικό του σπίτι αυτό το στερεό θεμέλιο, πάνω στο οποίο χτίζεται η ζωή, τόσο ενός συγκεκριμένου ατόμου όσο και όλης της κοινωνίας και του λαού. Συνεπώς, ο άνθρωπος γίνεται ευεπίφορος στις διάφορες επιδράσεις στη συνείδησή του, συχνά βλαβερές και διαφορετικές από τη χριστιανική παράδοση.
Εκτός τούτου, ένας τέτοιος άνθρωπος αποκτά μία επικριτική διάθεση, έχει ένα «καχύποπτο» βλέμμα. Είναι κάτι που μαθαίνουν τα παιδιά από το σχολείο.
Να μην ξεχνάμε ότι ο σύγχρονος άνθρωπος έχει ανοιχτά επίσης μετατραπεί σε καταναλωτή, μαθαίνοντας να επιλέγει μόνο αυτό που τον ευχαριστεί και ικανοποιεί προσωπικά. Αυτό οδηγεί σε μια κατάσταση, όπου ο χριστιανισμός παύει να προσελκύει τον άνθρωπο κι εκείνος επιλέγει από εντελώς διαφορετικά πνευματικά ρεύματα κάποια στοιχεία, με σκοπό να δημιουργήσει τον δικό του πνευματικό κόσμο, που ν’ αντιστοιχεί ακριβώς στις δικές του ανάγκες, ως καταναλωτή.
Πλην τούτου, οι μεταναστευτικές ροές στην Ευρώπη εξοικείωσαν τους εντόπιους πληθυσμούς με θρησκείες μη παραδοσιακές στον χώρο, γεγονός το οποίο έκανε τους ανθρώπους ν’ αμφιβάλλουν ως προς τη μοναδικότητα της πίστεως τους και να έρθουν σε επαφή με καινούργιες θρησκευτικές τάσεις. Πολύ καλό παράδειγμα είναι η γιόγκα, η οποία παρείσδυσε στη ζωή τόσο των χριστιανών ατομικά όσο και των χριστιανικών κοινοτήτων ομαδικά. Γόνιμο έδαφος για την εξάπλωσή της προσέφερε ο δυτικός ορθολογισμός, ο οποίος αντιλέγει στην ανάγκη του ανθρώπου να έχει μυστικές εμπειρίες. Από αυτήν την άποψη, θεωρώ ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία θα μπορούσε να τονίσει με περισσότερη έμφαση την αξία της Παράδοσής της, επειδή ακριβώς αυτή, κατά την ειλικρινή μου πεποίθηση, αποτελεί τη μοναδική μορφή του χριστιανισμού, που σε όλες τις εποχές παρέμενε πηγή φρέσκου και ζώντος ύδατος. Η Παράδοση της Εκκλησίας μας είναι απέραντα βαθιά και όσο περισσότερο παραμένουμε στην πορεία αυτοκαθαρισμού τόσο περισσότερο νόημα μας αποκαλύπτεται και ξεδιψά την εσωτερική μας δίψα.
Οι αριθμοί των ανθρώπων, αυτών που παρέμειναν μέλη της Εκκλησίας και αυτών που την εγκατέλειψαν, λένε πολλά, αλλά όχι τα πάντα
Τα στατιστικά στοιχεία που αφορούν στους ανθρώπους που παρέμειναν μέλη της Εκκλησίας, αλλά και αυτών που την εγκατέλειψαν, λένε πολλά, αλλά όχι τα πάντα. Ο αριθμός των ανθρώπων που εγκατέλειψαν τις ενορίες τους μπορεί, επίσης, ν’ αποδείξει ότι αυτοί οι άνθρωποι, ερχόμενοι στην Εκκλησία, δεν βρήκαν εκείνην τη χριστιανική μαρτυρία της πίστεως, η οποία θα ήταν πειστική γι’ αυτούς και να θα τους προέτρεπε να βρουν τον δικό τους τρόπο ζωής. Μεταξύ αυτών των ανθρώπων βρίσκονται, επίσης, όσοι ειλικρινά προσπαθούν να βρουν τον Χριστό, ενώ, ταυτόχρονα, μεταξύ των «πιστών» μελών της Εκκλησίας, μπορούν να συγκαταλέγονται όσοι είναι εγγεγραμμένοι τυπικά, αλλά δεν συμμετέχουν στην πνευματική ζωή της ενορίας. Ξέρουμε καλά τα παραδείγματα από την Καινή Διαθήκη.
– Εννοείτε τον Ιούδα κι εκείνους, που, ακούγοντας τα περίεργα γι’ αυτούς λόγια του Χριστού, απομακρύνθηκαν από τον Κύριο. Μπορούμε, άραγε, να κατακρίνουμε όσους παύουν να είναι μέλη της Ορθόδοξης Εκκλησίας;
– Θεωρώ πως δεν αξίζει να κατακρίνουμε όσους φεύγουν από την Εκκλησία. Άλλο πράγμα, βέβαια, είναι οι περιπτώσεις όπου κάποιοι άνθρωποι το κάνουν με σκοπό να προκαλέσουν ανοιχτά επιτιθέμενοι εναντίον του Θεού. Ας τους αφήσουμε στην κρίση του Κυρίου. Από την άλλη πλευρά, όμως, ξέρουμε ότι ο άνθρωπος που φεύγει από την Εκκλησία απομακρύνεται και από τον Χριστό, με όλες τις επακόλουθες συνέπειες, για πάντα. Έχοντας αγάπη και φροντίδα για τον πλησίον, πρέπει να το πούμε σε κάθε άνθρωπο, που έχει τη σκέψη ν’ αφήσει την Εκκλησία. Νομίζω ότι ο άνθρωπος, μέσα στην καρδιά του, δεν καταλαβαίνει απόλυτα τις συνέπειες της πράξης του. Ελπίζω ο Θεός να τους ελεήσει. Επίσης, εύχομαι οι άνθρωποι, που εγκατέλειψαν την Εκκλησία, να μετανιώσουν και να επιστρέψουν πίσω στους κόλπους της Εκκλησίας, μέχρι τη στιγμή που θα πρέπει ν’ αφήσουν αυτόν τον κόσμο. Μπορεί στο μέλλον κάποια κρίσιμη κατάσταση (ή πόλεμος κιόλας ή κάποια άλλη τρομερή δοκιμασία) να τους βοηθήσουν ν’ αλλάξει τις αξίες αυτής της ζωής. Ο Θεός με την αγάπη Του μας επιτρέπει να έχουμε διάφορες δοκιμασίες, ώστε να μας δώσει την ευκαιρία να βρούμε την «πηγή ύδατος αλλομένου εις ζωήν αιώνιον» (Ιω. 4, 14).
Τα περίχωρα του μοναστικού κέντρου «Παναγία»
– Ποιες είναι οι κύριες αιτίες, κατά τη γνώμη σας, που επηρεάζουν τη λήψη της απόφασης να πάψουν να είναι μέλη της Εκκλησίας;
– Νομίζω ότι οι άνθρωποι κουράστηκαν από τον «ορθολογικό χριστιανισμό». Μια τέτοια προσέγγιση δεν προσφέρει τίποτα στην καρδιά, της λείπει το χαρούμενο μυστικό και η δυνατότητα να δημιουργήσει μια αληθινή σχέση με τον Τριαδικό Θεό. Αυτός ο ορθολογισμός δεν είναι παρά ένα μισοάδειο καλάθι, με οδηγίες μόνο στο επίπεδο της ηθικής.
Ο ορθολογισμός δεν είναι παρά ένα μισοάδειο καλάθι, με οδηγίες μόνο στο επίπεδο της ηθικής.
Αλλά η ερώτησή σας αφορά στην τρέχουσα κατάσταση του χριστιανισμού στη Φινλανδία, στη δική μας τοπική Εκκλησία. Για εμάς, τους ενοίκους του κέντρου «Παναγία», αυτή η μαζική έξοδος των πιστών από την Εκκλησία αποτέλεσε απόλυτη έκπληξη, επειδή όλα αυτά συνέβαιναν με αργούς ρυθμούς και χωρίς να γίνονται αντιληπτά. Κανείς δεν το συζητούσε δημόσια. Επομένως, αν μιλήσουμε για τη Φινλανδία, υπάρχει ένα πλήθος λόγων, για τους οποίους ο κόσμος έφυγε από την Εκκλησία.
Πολλοί έχουν κουραστεί από τα σκάνδαλα, που υπονομεύουν το κύρος της τοπικής μας Εκκλησίας, για τα οποία τα ΜΜΕ γράφουν με μεγάλο ζήλο. Οι κακές σχέσεις μεταξύ των επισκόπων δεν είναι μυστικό για κανέναν. Γι’ αυτόν τον λόγο, ακόμη και ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος είχε συγκαλέσει όλους τους αρχιερείς μας στην Κωνσταντινούπολη. Επιπλέον, τα τελευταία χρόνια η Εκκλησία μας έχει ταλαιπωρηθεί από πολλές δικαστικές διαμάχες, που σχετίζονται με εσωτερικά θέματα, συγκρούσεις και οικονομικές ατασθαλίες. Μια τέτοια καταθλιπτική ατμόσφαιρα δεν μπορούσε να μην επηρεάσει τους ενορίτες μας. Πρόκειται για μια εντελώς καινούργια κατάσταση, διότι τις τελευταίες δεκαετίες τα ΜΜΕ έγραφαν μόνο τα καλύτερα για την Ορθόδοξη Εκκλησία και μάλιστα με σεβασμό.
Στο μοναστικό κέντρο
– Δεν μπορώ να μη ρωτήσω πώς η πανδημία του κορονοϊού επηρέασε την κατάσταση στην Εκκλησία;
– Θεωρώ ότι τα μέτρα που λαμβάνει η Εκκλησία, για να καταπολεμήσει τον κορονοϊό, έχουν επηρεάσει, τουλάχιστον έμμεσα, τον αριθμό των ενοριτών, που εγκαταλείπουν την Εκκλησία. Στη Φινλανδία οι ορθόδοξοι ναοί ήταν εντελώς κλειστοί μέχρι τέλος Ιουλίου, παρ’ όλο που το κράτος δεν επέβαλε κάτι τέτοιο! Κατά τη διάρκεια των περιορισμών, οι ακολουθίες τελούνταν κεκλεισμένων των θυρών, με την παρουσία μόνο κληρικών. Δεν επέτρεπαν στους πιστούς να συμμετάσχουν στις ακολουθίες, ακόμη και σε μεγάλους ναούς, όπου θα ήταν εύκολο να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα ασφάλειας. Ως αποτέλεσμα, ο κόσμος άρχισε να συνηθίζει τη ζωή χωρίς τις ακολουθίες και την Εκκλησία. Το πιο θλιβερό πράγμα σε όλη αυτή την κατάσταση είναι ότι οι πιστοί, κατά πάσα πιθανότητα, έχουν χάσει τη ζωντανή επαφή με τους ιερείς και τους επισκόπους. Όλοι καταλαβαίνουμε τι συμβαίνει, όταν ο βοσκός αφήνει το κοπάδι του και τα πρόβατα αρχίζουν να περιπλανιούνται, ψάχνοντας καλύτερη ζωή. Τα πρόβατα χάνουν τις δυνάμεις τους, διασκορπίζονται, χάνονται και, τέλος, πολλά απ’ αυτά πεθαίνουν.
Ο κόσμος άρχισε να συνηθίζει τη ζωή χωρίς τις ακολουθίες και την Εκκλησία
Πιθανώς, η περίοδος της πανδημίας μπορούσε να επηρεάσει, αν και λίγο, τον αριθμό των ορθοδόξων χριστιανών, επίσης λόγω απουσίας της δυνατότητας να τελούν κανονικά το Μυστήριο της Βαφτίσεως, όπως αυτό τελείτο πριν. Αλλά αυτό, μάλλον, είναι επουσιώδης παράγοντας.
Αν προσπαθήσουμε να συνοψίσουμε, τότε τα στατιστικά στοιχεία, που καταδεικνύουν την αποχώρηση από την Εκκλησία, μιλούν για την απουσία προοπτικής, την οποία η Εκκλησία μας δεν κατάφερε ακόμα ν’ αλλάξει.
– Νομίζετε ότι όλο αυτό είναι μια τραγωδία ή μια απλή πρόκληση, που «εν τω πονηρώ κείται»;
– Ναι, από την πνευματική άποψη, για την Εκκλησία είναι τραγωδία, επειδή κάθε μέλος της Εκκλησίας βρίσκεται στο κοπάδι του Χριστού. Ο ποιμένας Χριστός άφησε 99, για ένα απολωλο πρόβατο στα βουνά. Η εκκλησιαστική ζωή συνεχίζει, ανεξάρτητα από το ποσοστό των μελών της και ποιοι ακριβώς άνθρωποι είναι μέσα. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να κάνει την επιλογή του. Η Εκκλησία δεν μπορεί να κατανικηθεί. «Πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής» (Ματθ. 16,18), λέει ο ίδιος ο Χριστός. Το Ευαγγέλιο πρέπει να φτάσει σε κάθε άνθρωπο, να τους μαζέψει όλους στους κόλπους του, αλλά όχι με εύκολες μεθόδους, όχι να κολακεύουμε τους ανθρώπους και να ικανοποιούμε τις ιδιοτροπίες τους. Για την Εκκλησία, η ποιότητα έχει ύψιστη σημασίας και όχι ο αριθμός των ενοριτών.
– Άρα, δεν πρέπει να πανικοβαλλόμαστε;
– Βεβαίως όχι. Η Εκκλησία δεν πρέπει να πανικοβάλλεται, λόγω της μείωσης του αριθμού των ενοριτών ή λόγω μείωσης των φορολογικών εσόδων. Τα φορολογικά έσοδα, ειλικρινά, δεν αποτελούν λόγος για πανικό. Όσο η Εκκλησία ζει σύμφωνα με τον προορισμό της, τα πράγματα δεν είναι τόσο άσχημα.
Όσο η Εκκλησία ζει σύμφωνα με τον προορισμό της, τα πράγματα δεν είναι τόσο άσχημα
Μέσα στην Εκκλησία, υπάρχει η ζωοποιός δύναμις, την οποία αισθάνεται κάθε άνθρωπος, που επιδιώκει να κάνει καλό, ιδιαίτερα στις στιγμές καμπής της ζωής του. Επειδή πάντοτε μπορεί να γυρίσει πίσω. Ίσως, στην εποχή του υλισμού, που βιώνουμε, υπάρχει μια δυνατή πόλωση της πνευματικότητας, όταν οι πιστοί εμβαθύνουν στην πνευματική ζωή κι εκείνοι, όσοι είναι αδιάφοροι, αποσύρονται, αναζητώντας τις αξίες αυτού του κόσμου. Ο Απόστολος Ιωάννης λέει στην Αποκάλυψή του το εξής:
«Ο αδικών αδικησάτω έτι, και ο ρυπαρός ρυπαρευθήτω έτι, και ο δίκαιος δικαιοσύνην ποιησάτω έτι, και ο άγιος αιγασθήτω έτι» (Αποκ. 22,11).
– Πού βρίσκονται οι δρόμοι εξόδου από την κρίση;
Αν και η Εκκλησία δεν πρέπει να πανικοβάλλεται, έτσι και αλλιώς, πρέπει να συνεχίζει το έργο της για τη Σωτηρία του κάθε ανθρώπου, τόσο για όσους ακόμη δεν έγιναν μέλη της όσο και για όσους είναι ήδη μέλη της ή που ήταν κάποτε και μετά την εγκατέλειψαν. Η Εκκλησία έχει μια ιδιαίτερη μέριμνα για εκείνους, που κάποτε έγιναν μέλη του Σώματος του Χριστού, ανεξάρτητα από το επίπεδο ιεραρχίας, αν είναι επίσκοποι ή κοσμικοί. Για κάθε άτομο ο Χριστός μαρτύρησε στον Σταυρό και πρέπει να είμαστε έτοιμοι να κάνουμε το ίδιο.
– Πώς ζει τώρα το μοναστικό κέντρο «Παναγία»; Προσέρχονται επισκέπτες; Τελούνται οι ακολουθίες;
– Η κοινότητά μας είναι ολιγάριθμη και η ζωή μέσα στο κέντρο είναι αρκετά μονότονη. Παρ’ όλα αυτά, την περίοδο της πανδημίας του κορονοϊού μας έχει επισκεφτεί περισσότερος κόσμος από τον κανονικό καιρό. Ειδικά οι νέοι, που σήμερα αντιδρούν σε όλα αυτά τα γεγονότα, αποτελούν ένα είδος ευγενικής διαμαρτυρίας. Οι νέοι έρχονται εδώ, αναζητώντας μια καινούργια έμπνευση, και συμμετέχουν στις ακολουθίες και τις ομιλίες των αδελφών για την πίστη.
Σε αντίθεση με την εκκοσμίκευση, χρειάζονται τα μοναστήρια, όπου τελείται η προσευχή και το Ευαγγέλιο του χριστιανισμού γίνεται πραγματικότητα
Η Λειτουργία, κατά την περίοδο πανδημίας, τελείτο πολύ σπάνια στο κέντρο μας, λόγω απουσίας του ιερέα. Ο λόγος γι’ αυτό είναι η απροθυμία της τοπικής μας Εκκλησίας ν’ ιδρύει καινούργια μοναστήρια. Όπως τονίζουν οι μεγάλοι γέροντες της εποχής μας, σε αντίθεση με την εκκοσμίκευση, χρειάζονται ακριβώς τα μοναστήρια, όπου τελείται η προσευχή και το αιώνιο Ευαγγέλιο του χριστιανισμού γίνεται πραγματικότητα. Τα μοναστήρια, κατά τη γνώμη μου, αποτελούν τη μοναδική ελπίδα για τη διόρθωση της πνευματικότητας μέσα σε μια εκκοσμικευμένη κοινωνία, εντός ενός προτεσταντικού περιβάλλοντος, το οποίο έχασε τα ιδανικά του. Λάβαμε μια ιδιαίτερη έμπνευση, την ενίσχυση των ελπίδων μας, όταν πέρυσι πήγαμε σε προσκυνηματικό ταξίδι στην Ελλάδα. Επισκεφτήκαμε ένα μεγάλο μοναστήρι και είχαμε την ευκαιρία να μιλήσουμε με την καθηγουμένη της μονής. Αυτή μας είπε ότι ήταν πνευματικό τέκνο του Γέροντος Πορφυρίου, ο οποίος της έλεγε συχνά αυτά τα θαυμάσια λόγια: «Στη Φινλανδία, επίσης, θα ιδρυθούν μοναστήρια. Στη Φινλανδία οι άνθρωποι θα σωθούν». Μακάρι ο Θεός να δώσει, να γίνει αυτό πραγματικότητα και τα μοναστήρια σε άλλες χώρες να ενισχυθούν. Επειδή αυτά είναι φύλακες της πίστεως στους ερχόμενους δύσκολους καιρούς, γεγονός το οποίο αποδεικνύεται από πολλούς προορατικούς ασκητές, όπως π.χ., τον Άγιο Παΐσιο τον Αγιορείτη.
12/18/2020