Οι διώξεις εναντίον της Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, αλλά και μια σειρά περιορισμών έχουν προκαλέσει έντονες αντιδράσεις τόσο στον Ορθόδοξο πληθυσμό των περιοχών αυτών όσο και στο Βελιγράδι, το οποίο μιλά πλέον ανοικτά για οργανωμένο σχέδιο απομάκρυνσης του σερβικού στοιχείου.
Μετά την ένταση που έχει ξεσπάσει μεταξύ της Εκκλησίας και της κυβέρνησης της Ποντγκόριτσα, το Μαυροβούνιο ανακοίνωσε ότι στο πλαίσιο της χαλάρωσης των μέτρων για την πανδημία, σχεδιάζει να ανοίξει τα σύνορά του για κατοίκους αρκετών χωρών, αλλά όχι τα σύνορα με τη Σερβία.
Ο πρωθυπουργός Ντούσκο Μάρκοβιτς υπογράμμισε ότι οι χώρες αυτές σε πρώτη η φάση είναι η Κροατία, η Σλοβενία, η Συστρία, η Γερμανία, η Πολωνία, η Τσεχία, η Ουγγαρία, η Αλβανία και φυσικά η Ελλάδα.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Σερβίας, Ίβιτσα Ντάτσιτς χαρακτήρισε την απόφαση του Μαυροβουνίου «γελοία» και πολιτικά υποκινούμενη, ενώ η πρωθυπουργός Άννα Μπρνάμπιτς δήλωσε ότι δείχνει ότι οι Σέρβοι είναι ανεπιθύμητοι στο κράτος της Αδριατικής. Από την πλευρά του ο υπουργός Άμυνας της Σερβίας Αλεξάνταρ Βουλίν δήλωσε ότι η «απαγόρευση» εισόδου στο Μαυροβούνιο θα ενισχύσει περαιτέρω το αντι-Σερβικό συναίσθημα.
Αλλά και στο Κοσσυφοπέδιο η κατάσταση δεν είναι καλύτερη για τους Ορθοδόξους Χριστιανούς.
Ο Επίσκοπος Ράσκας και Πριζρένης του Πατριαρχείου της Σερβίας, κ. Θεοδόσιος χαρακτηρίζει τις εξελίξεις τόσο στο Κοσσυφοπέδιο όσο και στο Μαυροβούνιο πολύ δύσκολη.
Μιλώντας για την ιστορική μονή Ντέτσανι, η οποία εξακολουθεί να φυλάσσεται από νατοϊκές δυνάμεις, καθώς οι τοπικές αρχές αρνούνται να το παραχωρήσουν στην εκκλησία παρά τις σχετικές δικαστικές αποφάσεις μιλά για ένα πόλεμο ενάντια στην Ορθοδοξία.
«Αν οι τοίχοι της μονής μπορούσαν να μιλήσουν για όλα τα δεινά του λαού μας στο Κοσσυφοπέδιο και τα Μετόχια κατά τη διάρκεια των δύο παγκόσμιων πολέμων, αλλά και τους τελευταίους χρόνους, θα ήταν μια ιστορία γεμάτη από δύσκολες στιγμές, που καταδεικνύουν ένα έθνος που παραμένει σταθερό στις αιώνες εστίες του με την Εκκλησία του και με τους αγίους του» υπογραμμίζει.
Ο Επίσκοπος τονίζει ότι στην δικαιοδοσία της Επισκοπής περιλαμβάνονται 13 μοναστήρια, τα οποία παρά τις διώξεις και τις αντίξοες συνθήκες παραμένουν ενεργά και ενισχύονται με τη στήριξη του Πατριαρχείου της Σερβίας.
«Γνωρίζουμε από την ιστορία της Εκκλησίας ότι οι αριθμοί δεν ήταν ποτέ ένα μέτρο της δύναμης της Εκκλησίας. Ακόμα και σήμερα, δεν υπάρχουν πολλοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί στο Κοσσυφοπέδιο και τα Μετόχια, αλλά όσοι έχουν μείνει και θέλουν να μείνουν, είναι βαθιά συνδεδεμένοι με τη ζωή της Εκκλησίας μας, με την οποία μεγάλωσαν» υπογραμμίζει. Αναφέρεται επίσης και σε πόλεις όπου οι ιερείς εξακολουθούν να ανοίγουν τις εκκλησίες και να τις λειτουργούν ακόμα και χωρίς πιστούς:
«Αν και αυτά τα χρόνια δεν υπήρξε μαζική επιστροφή του λαού μας στις περιοχές από τις οποίες εκδιώχθηκαν, η ύπαρξη ενοριών είναι μια διαρκής πρόσκληση για τους ανθρώπους να επιστρέψουν».
Ιδιαίτερη είναι η κατάσταση στην Πέγια, όπου βρίσκεται το ιστορικό Πατριαρχικό Μοναστήρι του Ιπεκίου. Το μοναστήρι ανήκει στην Επισκοπή Ράσκας και Πριζρένης, αλλά έχει ιδιαίτερο (σταυροπηγιακό) καθεστώς, δεδομένου ότι υπάγεται στην άμεση δικαιοδοσία του Σέρβου Πατριάρχη, του οποίου ο τίτλος περιλαμβάνει τον Αρχιεπίσκοπο του Ιπεκίου
Αναφερόμενος στο καθεστώς του Κοσσυφοπεδίου ο Επίσκοπος αναφέρει ότι πάγια θέση της Εκκλησίας είναι πως οποιαδήποτε αναγνώριση του Κοσσυφοπεδίου ως χωριστού κράτους είναι απαράδεκτη, καθώς και κάθε εδαφική-εθνοτική διαίρεση.
Τέλος κληθείς να σχολιάσει την κατάσταση στο Μαυροβούνιο τονίζει:
«Για εμάς, η επιβίωση του λαού μας στο Κοσσυφοπέδιο και τα Μετόχια είναι αδιαχώριστη από την επιβίωση της Εκκλησίας μας και τους πιστούς στο Μαυροβούνιο. Το πρόβλημα στο Μαυροβούνιο είναι ιδιαίτερα οδυνηρό, διότι θέτει σπόρους διχόνοιας σε ένα έθνος που αναπτύχθηκε στα θεμέλια της ορθόδοξης παράδοσης του Αγίου Σάββα. Στην πραγματικότητα, το κράτος του Μαυροβουνίου ιδρύθηκε από την Εκκλησία, την οποία οι σημερινοί κυβερνήτες θα αντικαταστήσουν με μια αίρεση και θα καταργήσουν τα μεγαλύτερα ιερά μας» υπογραμμίσει και προσθέτει:
«Εάν υλοποιηθούν οι προθέσεις του καθεστώτος της Ποντγκόριτσα, οι συνέπειες θα είναι σοβαρές για την Εκκλησία μας, όχι μόνο για το Μαυροβούνιο και το Κοσσυφοπέδιο αλλά και για την Ορθοδοξία εν γένει».
Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι ο πρόεδρος του Κοσσυφοπεδίου Χασίμ Θάτσι δήλωσε χθες ότι δεν θα συμμετάσχει σε συνομιλίες σχετικά με την εξομάλυνση των σχέσεων με τη Σερβία με επικεφαλής ειδικό μεσολαβητή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το Κοσσυφοπέδιο κήρυξε ανεξαρτησία από τη Σερβία το 2008 και συμφώνησε σε διάλογο υπό την αιγίδα της ΕΕ με το Βελιγράδι το 2013 για την επίλυση όλων των εκκρεμών ζητημάτων.
Η ομαλοποίηση είναι μεταξύ των βασικών προϋποθέσεων που έχει θέσει η ΕΕ για την αποδοχή του Κοσσυφοπεδίου ως κράτους μέλους, και από τη Ρωσία, ώστε να άρει το βέτο της για ένταξη του Κοσσυφοπεδίου στα Ηνωμένα Έθνη.