Ο Redouane Ahrouch είναι ένας από τους τρεις ιδρυτές του κόμματος ISLAM στο Βέλγιο, το οποίο έχει την έδρα του στην περιοχή Μαλενμπέκ των Βρυξελλών. Πρόκειται για ένα προάστιο της βελγικής πρωτεύουσας στο οποίο ήδη οι βελγικοί νόμοι έχουν ελάχιστη ισχύ. Εξάλλου, στο προάστιο αυτό –που εδώ και τριάντα χρόνια τελεί υπό σοσιαλιστική διακυβέρνηση–
άφαντη είναι και η αστυνομία, ενώ δεδηλωμένοι τζιχαντιστές συναντώνται δημοσίως με κάθε άνεση, χωρίς κανείς να ενοχλείται γι’ αυτό.
άφαντη είναι και η αστυνομία, ενώ δεδηλωμένοι τζιχαντιστές συναντώνται δημοσίως με κάθε άνεση, χωρίς κανείς να ενοχλείται γι’ αυτό.
«Εντιμότητα, Αλληλεγγύη, Ελευθερία, Αυθεντικότητα και Ηθική είναι οι βασικές αρχές του κόμματός μας, στόχος του οποίου είναι η εγκατάσταση στο Βέλγιο μίας “ισλαμικής δημοκρατίας” το 2030», τονίζει ο Redouane Ahrouch. Προσθέτει δε ότι «το πρόγραμμα του κόμματος είναι σχετικά απλό. Η βελγική έννομη τάξη θα αντικατασταθεί από τον νόμο της σαρίας. Παράλληλα, θα απαγορευθεί η κατανάλωση οινοπνεύματος, θα καθιερωθούν ξεχωριστά λεωφορεία για άνδρες και για γυναίκες, θα καταργηθούν τα καζίνα και τα τυχερά παιχνίδια και, βέβαια, θα αλλάξουν άρδην τα σχολικά προγράμματα».
Στην ερώτησή μας πώς θα γίνουν όλα αυτά χωρίς το Βέλγιο να αλλάξει ριζικά και πολιτικό καθεστώς, ο συνιδρυτής του ISLAM απάντησε ότι «θα υπάρχει η απαραίτητη ισλαμική πλειοψηφία». Με άλλα λόγια, προβλέπει ότι σε 12 χρόνια από σήμερα θα υπάρχουν στο Βέλγιο μουσουλμανική πλειοψηφία και χριστιανική μειονότητα.
Μπορεί όλα όσα προηγούνται να φαίνονται υπερβολικά και να προκαλούν τα ανάλογα ειρωνικά μειδιάματα. Υπάρχουν όμως κάποια στοιχεία που, αντί για χαμόγελα θα έπρεπε να προκαλούν μελαγχολικές σκέψεις.
Πρώτον, στο 46μελες δημοτικό συμβούλιο του προαστίου Μαλενμπέκ, οι 21 δημοτικοί σύμβουλοι είναι μουσουλμάνοι. Επίσης, στις δημοτικές εκλογές τού 2014 το ισλαμικό κόμμα, υποστηρίζοντας αυτά που προηγούνται, ήτοι την εφαρμογή του ισλαμικού νόμου, πήρε ποσοστό 3% σχεδόν στην ευρύτερη περιοχή των Βρυξελλών –ποσοστό που μεταφράζεται σε 10.400 ψήφους. Στην Λιέγη πήρε επίσης ποσοστό 2% και 3.000 ψήφους. Στις δε προσεχείς δημοτικές εκλογές το κόμμα θα κατεβάσει υποψηφίους σε 28 δήμους και κοινότητες, επί των 589 που υπάρχουν στο Βέλγιο.
«Η κατάσταση είναι πολύ σοβαρότερη από αυτήν που φαίνεται», μάς λέει ο κοινωνιολόγος Ολιβιέ Σερβέ, που διδάσκει στο Καθολικό Πανεπιστήμιο της Λουβαίν. «Στις Βρυξέλλες το 30% του πληθυσμού είναι μουσουλμάνοι και, με βάση την δημογραφική τους πρόοδο, περί το 2040 θα αντιπροσωπεύουν πάνω από το 50% του συνολικού πληθυσμού της πρωτεύουσας».
Από την άλλη πλευρά, ο δήμαρχος των Βρυξελλών, Ιβάν Μαγιέρ, αναγνωρίζει ότι όλα τα τζαμιά της «πρωτεύουσας της Ευρώπης» βρίσκονται στα χέρια σαλαφιστών, οι οποίοι καλλιεργούν μίσος και βία. Υπάρχουν δε σαφείς ενδείξεις ότι, μόνον στο Μαλενμπέκ, 51 οργανώσεις έχουν σχέσεις με τον διεθνή τζιχαντισμό και τα παρακλάδια του.
«Μπορεί κάποιοι να θεωρούν ανοησίες αυτά που λένε οι εκπρόσωποι του ISLAM στο ακροατήριό τους, εν τούτοις πιστεύω ότι δεν είναι», μάς είπε ο Βελγο-μαροκινός καθηγητής Επικοινωνίας Α.Μ. –και πιθανότατα γνωρίζει πολύ καλά εκ των ένδον τί λέει.
Και το ερώτημα είναι: Πώς αντιμετωπίζεται μία πολύ σοβαρή κατάσταση, που ήδη διαβρώνει τις δημοκρατικές και κοσμικές κοινωνίες μας;
Tempo24 26|04|2018
To Ισλάμ στο Βέλγιο
Δημογραφία και μικροπολιτική στο κέντρο του ευρωπαϊκού Βορρά
του Στράτου Μεϊντανόπουλου από την Ρήξη φ. 143 ardin-rixi.gr
Το κόμμα «Ισλάμ» θα συμμετάσχει στις προσεχείς δημοτικές εκλογές του Βελγίου (Οκτώβριος του 2018) και πρόγραμμά του είναι η επιβολή αυτού που ορισμένοι θεωρούν ισλαμικό τρόπο ζωής: Η μαντίλα θα πρέπει να επιτραπεί στα σχολεία και στη δημόσια διοίκηση, θα πρέπει να υπάρχουν διαφορετικά ωράρια στις πισίνες για τους άντρες και τις γυναίκες, οι μέρες αργίες θα είναι καλό να προσαρμοστούν ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι μουσουλμανικές θρησκευτικές γιορτές, στις δε σχολικές εκδρομές οι μαθητές και οι μαθήτριες είναι επιβεβλημένο να συνοδεύονται από έναν ιμάμη, για να αποφεύγονται έκτροπα.
Όλα αυτά ακούγονται εντυπωσιακά, ξενόφερτα και καθυστερημένα, αλλά ήταν η καθημερινότητα πριν από εκατό χρόνια. Μπορεί να έχουν απωθηθεί από τον μέσο μεταμοντέρνο Δυτικοευρωπαίο, αλλά κάποτε συνιστούσαν έναν τρόπο ζωής και στη χριστιανική Δύση (στον δε ευρωπαϊκό Νότο οι σχετικές μνήμες είναι ακόμα πιο πρόσφατες). Η ιστορία ίσως να κάνει κύκλους.
Το «Ισλάμ» είχε κατέβει για πρώτη φορά στις δημοτικές εκλογές του 2012 σε τρεις μόνο δήμους της περιφέρειας των Βρυξελλών, συγκεντρώνοντας περί το 4% και εκλέγοντας δύο δημοτικούς συμβούλους. Το 2014 συμμετείχε επίσης στις βουλευτικές εκλογές (μόνο Βρυξέλλες και Λιέγη), όπου εξασφάλισε περί το 2%. Τι κάνει ένας ισλαμιστής δημοτικός σύμβουλος; Όπως εξηγεί η δήμαρχος του Μολενμπέικ, του περιβόητου δήμου στις Βρυξέλλες που αποτέλεσε φυτώριο τζιχαντιστών, οι δημοτικοί σύμβουλοι του «Ισλάμ» είναι σε καραντίνα, δεν προσκαλούνται σε εκδηλώσεις, δεν συμμετέχουν στη ζωή του δήμου. Ενίοτε παρεμβαίνουν: όταν συζητούνται τα οικονομικά του δήμου, λαμβάνουν τον λόγο για να προτείνουν το ισλαμικό οικονομικό μοντέλο. Όταν το θέμα είναι οι σχολικές εκδρομές, προτείνουν να χωρίζονται τα αγόρια από τα κορίτσια. Κι έτσι, ήρεμα, κυλάει ο πολιτικός βίος των ισλαμιστών μέχρι την επόμενη μικροπρόκληση – όπως π.χ. η επιστολή τους προς τον βασιλιά του Βελγίου, ζητώντας του να ασπαστεί το ισλάμ.
Οι πρώτες, θνησιγενείς, προσπάθειες για κόμμα μουσουλμάνων, είχαν γίνει τη δεκαετία του ’90. Η πιο γνωστή ήταν η Αραβοευρωπαϊκή Λίγκα, η οποία συνεργάστηκε με την άκρα αριστερά στις βουλευτικές εκλογές του 2003. Ακολούθησε δηλαδή το γνωστό στην Ευρώπη μοτίβο ανάδειξης του ισλαμισμού ως αντιιμπεριαλιστικού, αντισιωνιστικού κινήματος. Το μοτίβο αυτό εξακολουθεί να αναπαράγεται στην Ευρώπη. Η Λίγκα, η οποία λίγα χρόνια αργότερα απαγορεύτηκε, ζητούσε την καθιέρωση της αραβικής ως τέταρτης επίσημης γλώσσας και τη θεσμική αναγνώριση της μουσουλμανικής κοινότητας, στο ίδιο επίπεδο δηλαδή με τη φλαμανδική, τη βαλονική και τη γερμανόφωνη κοινότητα του Βελγίου, γεγονός που θα σήμαινε αυτονομία στον εκπαιδευτικό και πολιτιστικό τομέα.
Είναι δύσκολο να αρνηθεί κανείς τον δημοκρατικό χαρακτήρα παρόμοιων αιτημάτων. Οι μουσουλμάνοι αποτελούν σήμερα το 7% του βελγικού πληθυσμού, ενώ υπολογίζεται ότι το ποσοστό αυτό θα φτάσει το 18% μετά από τρεις δεκαετίες. Στην περιφέρεια των Βρυξελλών, η οποία αποτελεί ομόσπονδο κρατίδιο, ένας στους τέσσερις κατοίκους (23,6% το 2015) είναι μουσουλμάνος. Αν λάβουμε υπόψη τη χαμηλή γεννητικότητα των αυτοχθόνων Βέλγων, ακόμη και αν περιοριστεί η μετανάστευση μουσουλμάνων, η δημογραφική πλάστιγγα στις Βρυξέλλες θα γείρει προς τη μεριά του ισλάμ μέχρι τα μέσα του αιώνα. Ακόμη και αν δεν υπήρχε ζήτημα τρομοκρατίας, τι συνοχή θα είχε μια κοινωνία πολιτισμικά διχασμένη;
Στο δημογραφικό αυτό ζήτημα, η απάντηση του βελγικού πολιτικού κόσμου ήταν εξαρχής η μικροπολιτική διαχείριση. Το 1985 είχε προταθεί ένα όριο 15% αλλοεθνών ανά δήμο. Οι σοσιαλιστές δεν το δέχτηκαν. Το σοσιαλιστικό κόμμα έχει σήμερα το μεγαλύτερο ποσοστό μη Βέλγων εκλεγμένων αξιωματούχων, είτε στην τοπική αυτοδιοίκηση είτε στο Κοινοβούλιο της Περιφέρειας των Βρυξελλών. Ενώ όμως είναι γνωστό ότι οι σοσιαλιστές ανά τη Δύση ακολουθούν μία πολιτική ανοικτών συνόρων, πιο ασυνήθιστη είναι η πολιτική των γαλλόφωνων πρώην χριστιανοδημοκρατών: το 2012 μετονομάστηκαν σε «Δημοκρατικό Ανθρωπιστικό Κέντρο», αφαίρεσαν δηλαδή την αναφορά στον χριστιανισμό, ώστε να προσελκύσουν τους πολυπληθείς μουσουλμάνους ψηφοφόρους. Το 2010 εξέλεξαν την πρώτη μαντιλοφορούσα γυναίκα στο Κοινοβούλιο των Βρυξελλών. Σήμερα το 50% της κοινοβουλευτικής τους ομάδας στις Βρυξέλλες είναι αλλοδαπής καταγωγής.
Ο προσεταιρισμός των μουσουλμάνων ψηφοφόρων από τα βελγικά κόμματα εξηγεί γιατί μέχρι τώρα δεν είχε εμφανιστεί ένας άξιος λόγου πολιτικός σχηματισμός με σημαία το ισλάμ. Βέβαια, οι εκλεγμένοι αλλοδαπής καταγωγής Βέλγοι –κυρίως ερντογανικοί Τούρκοι– ενίοτε προωθούν την ατζέντα της χώρας καταγωγής τους, χωρίς να υφίστανται κάποιες κυρώσεις. Αντίθετα, όσοι τους καταγγέλλουν υφίστανται αντίποινα ή αποδοκιμασία επί ρατσισμώ, σύμφωνα με τον αριστερό Βελγοτούρκο δημοσιογράφο Μεχμέτ Κεξάλ, ο οποίος είχε προ δεκαετίας αποκαλύψει τις ακροδεξιές διασυνδέσεις Τούρκων και Μαροκινών του Βελγίου.
Μια άλλη εξήγηση είναι ότι, αμιγώς μεταναστευτικής προέλευσης κόμματα, δεν ευδοκιμούν στην Ευρώπη. Μόνο μειονότητες με μακρόχρονη και εδαφικά σταθερή παρουσία δοκιμάζουν την αυτόνομη κάθοδο στον εκλογικό στίβο.
Πάντως, ακόμα και σήμερα, η μικροπολιτική φαίνεται να κυριαρχεί σε αυτό που αποκαλείται δημόσιος διάλογος: οι πλέον συντηρητικοί πολιτικοί σχηματισμοί οφείλουν να κατηγορήσουν το κόμμα «Ισλάμ» ότι απεργάζεται την καθιέρωση της σαρίας. Οι σοσιαλιστές οφείλουν να υπερθεματίσουν, διότι αυτοί κυρίως θα χάσουν ψήφους. Οι αριστεροί θα προειδοποιήσουν για τους κινδύνους της ισλαμοφοβίας. Δεν είναι ότι όλοι αυτοί οι κίνδυνοι είναι ανύπαρκτοι – ακόμα και οι σοσιαλιστές τρόπον τινά έχουν συνεισφέρει στην ενσωμάτωση των αλλοδαπών. Αλλά επικαλύπτουν την ουσιαστική συζήτηση, η οποία έχει δύο σκέλη:
Πρώτον, το γεγονός ότι το ισλάμ έχει ήδη αποκτήσει ντε φάκτο τον χαρακτήρα μειονότητας και ότι σε λίγες δεκαετίες θα είναι δημογραφικά ακόμη πιο ισχυρό είναι αρνητική ή όχι εξέλιξη για τη βελγική κοινωνία; Κι αν θεωρηθεί αρνητική, πώς θα επιλυθεί αυτό χωρίς οι μουσουλμάνοι να αποτελέσουν πολίτες δεύτερης κατηγορίας;
Δεύτερον, η συντηρητική στροφή που ευαγγελίζεται ο ευρωπαϊκός ισλαμισμός μήπως αποτελεί αναπόφευκτη εξέλιξη σε μία δυτική κοινωνία; Μήπως το αντίβαρο είναι η αναβίωση ενός γηγενούς συντηρητισμού σε επίπεδο αξιών, που θα συνοδεύεται –φευ– από στοιχεία πολιτικού αυταρχισμού, αλλά και από μετριασμό της έντασης του κρατούντος νεοφιλελευθερισμού, ούτως ώστε να εξασφαλιστεί ένα μίνιμουμ κοινωνικής συνοχής; Επειδή μάλλον και οι αξίες μιας κοινωνίας περνούν από κύκλους Κοντράτιεφ, μια τέτοια εκδοχή δεν είναι καθόλου απίθανη.