Τα συμπεράσματα της έρευνας που έγινε από το 2001 έως το 2015. Πότε μπορεί να ξυπνήσουν και να προκαλέσουν Εγκέλαδο έως 7,3 Ρίχτερ
Από τη
Γιώτα Φλώρου
Γιώτα Φλώρου
Σε βάθος δεκαετιών, ακόμα και αιώνων, ενδέχεται να «ξυπνήσουν» τα πέντε μεγάλα υποθαλάσσια ρήγματα που βρήκαν στον βυθό του Αιγαίου, ανάμεσα στη Σαντορίνη και την Αμοργό, ξένοι και Ελληνες γεωεπιστήμονες,
και τότε δεν αποκλείεται να «δώσουν» σεισμούς που θα φτάσουν σε μέγεθος τους 6,5, ακόμα και τους 7,3 βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ. Τα παραπάνω είναι ορισμένα μόνο από τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξαν οι εκτεταμένες και ιδιαίτερα λεπτομερείς έρευνες που έγιναν στην περιοχή με ωκεανογραφικά πλοία ήδη από το 2001, έρευνες στις οποίες συμμετείχε και το πανεπιστήμιο του Αμβούργου στη Γερμανία. Συγκεκριμένα, από το 2001 έως το 2006 χαρτογραφήθηκε η μισή περιοχή της Σαντορίνης με το πλοίο «Αιγαίο», το 2006 το πλοίο «Poseidon» εξερεύνησε την περιοχή ανατολικά της Σαντορίνης φτάνοντας μέχρι την Αμοργό, ενώ το κομμάτι νότια της Αμοργού χαρτογραφήθηκε από το αμερικανικό πλοίο «Marcus Langseth» το 2015.
«Στις έρευνες έγινε λεπτομερής χαρτογράφηση του βυθού, με ακρίβεια του ενός μέτρου, που σημαίνει ότι ήταν εφάμιλλη των χαρτών ξηράς, ενώ η διείσδυση στον βυθό έγινε σε βάθος 700 με 800 μέτρων» αναφέρει στην «κυριακάτικη δημοκρατία» ο Δημήτρης Παπανικολάου, ομότιμος καθηγητής του τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) στον τομέα της Δυναμικής Τεκτονικής και Εφαρμοσμένης Γεωλογίας και από τα βασικά μέλη της ερευνητικής ομάδας.
«Τα πέντε υποθαλάσσια ρήγματα που βρήκαμε στην περιοχή, νότια της Αμοργού, έχουν μήκος 60-70 χλμ. και εύρος 20-25 χλμ. Ενα από αυτά είναι και το ρήγμα που έδωσε το 1956 τον σεισμό των 7,5 Ρίχτερ στην Αμοργό. Αυτό το ρήγμα, λοιπόν, το οποίο ξύπνησε πριν από 60 χρόνια, μπορεί να δώσει σεισμό σε 500 χρόνια. Μας μένουν, λοιπόν, άλλα τέσσερα ρήγματα, τα οποία δεν γνωρίζουμε πότε ενεργοποιήθηκαν τελευταία φορά. Αυτό το γεγονός σημαίνει ότι δεν γνωρίζουμε επίσης πότε μπορούν να δώσουν σεισμό, που θα φτάσει τα 6,5 έως τα 7,3 Ρίχτερ. Μπορεί να γίνει σε χρονικό ορίζοντα δεκαετιών ή αιώνων. Αν προκληθεί δόνηση τέτοιου μεγέθους, υπάρχει ο κίνδυνος να εκδηλωθεί και παλιρροϊκό κύμα (τσουνάμι), με ύψος κυμάτων ανάλογο με εκείνο που ακολούθησε τον σεισμό της Αμοργού».
«Στις έρευνες έγινε λεπτομερής χαρτογράφηση του βυθού, με ακρίβεια του ενός μέτρου, που σημαίνει ότι ήταν εφάμιλλη των χαρτών ξηράς, ενώ η διείσδυση στον βυθό έγινε σε βάθος 700 με 800 μέτρων» αναφέρει στην «κυριακάτικη δημοκρατία» ο Δημήτρης Παπανικολάου, ομότιμος καθηγητής του τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) στον τομέα της Δυναμικής Τεκτονικής και Εφαρμοσμένης Γεωλογίας και από τα βασικά μέλη της ερευνητικής ομάδας.
«Τα πέντε υποθαλάσσια ρήγματα που βρήκαμε στην περιοχή, νότια της Αμοργού, έχουν μήκος 60-70 χλμ. και εύρος 20-25 χλμ. Ενα από αυτά είναι και το ρήγμα που έδωσε το 1956 τον σεισμό των 7,5 Ρίχτερ στην Αμοργό. Αυτό το ρήγμα, λοιπόν, το οποίο ξύπνησε πριν από 60 χρόνια, μπορεί να δώσει σεισμό σε 500 χρόνια. Μας μένουν, λοιπόν, άλλα τέσσερα ρήγματα, τα οποία δεν γνωρίζουμε πότε ενεργοποιήθηκαν τελευταία φορά. Αυτό το γεγονός σημαίνει ότι δεν γνωρίζουμε επίσης πότε μπορούν να δώσουν σεισμό, που θα φτάσει τα 6,5 έως τα 7,3 Ρίχτερ. Μπορεί να γίνει σε χρονικό ορίζοντα δεκαετιών ή αιώνων. Αν προκληθεί δόνηση τέτοιου μεγέθους, υπάρχει ο κίνδυνος να εκδηλωθεί και παλιρροϊκό κύμα (τσουνάμι), με ύψος κυμάτων ανάλογο με εκείνο που ακολούθησε τον σεισμό της Αμοργού».
Το ημερολόγιο έδειχνε 9 Ιουλίου 1956 όταν οι κάτοικοι της Αμοργού ξύπνησαν ξημερώματα από μια ισχυρή σεισμική δόνηση 7,5 Ρίχτερ. Από τον μεγαλύτερο σε μέγεθος σεισμό στην Ευρώπη τον 20ό αιώνα, όπως χαρακτηρίστηκε, έχασαν τη ζωή τους 55 άνθρωποι, εκατοντάδες τραυματίστηκαν και προκλήθηκαν σημαντικές υλικές καταστροφές. Οι μεγαλύτερες από αυτές ήταν στη Σαντορίνη, όπου κατέρρευσε το 35% των σπιτιών, ενώ στο 45% διαπιστώθηκαν μικρότερες ή μεγαλύτερες ζημιές. Ο -τότε- πρωθυπουργός της χώρας Κωνσταντίνος Καραμανλής κήρυξε το νησί σε κατάσταση «τοπικής συμφοράς μεγάλης εκτάσεως». Εκτός από τη Σαντορίνη, σοβαρές βλάβες υπέστησαν τα νησιά Ανάφη, Αστυπάλαια, Ιος, Πάρος, Νάξος, Κάλυμνος, Λέρος, Πάτμος και Λειψοί. Συνολικά, καταστράφηκαν 529 σπίτια, 1.482 έπαθαν σοβαρές βλάβες και 1.750 πιο ελαφρές. Σαν να μην έφτανε ο τρόμος του σεισμού, την Αμοργό «επισκέφτηκε» και ένα τσουνάμι, με το ύψος των κυμάτων να φτάνει τα 30 μέτρα, το οποίο επηρέασε και γειτονικά νησιά, όπως η Αστυπάλαια, στην οποία τα κύματα είχαν ύψος 20 μέτρων, ενώ στη Φολέγανδρο «σηκώθηκε» κύμα 10 μέτρων. Μάλιστα, το τσουνάμι έφτασε εξασθενημένο μέχρι και την Καλαμάτα!
«Παλιότερες μελέτες που είχαν γίνει στην περιοχή έδειξαν ότι οι κατολισθήσεις που προκλήθηκαν στο ρήγμα της Αμοργού εξαιτίας του σεισμού προκάλεσαν το τσουνάμι. Οι τελευταίες έρευνες, όμως, έδειξαν ότι το τσουνάμι προκλήθηκε από τη γρήγορη μετακίνηση του ρήγματος» λέει η επίκουρη καθηγήτρια του τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του ΕΚΠΑ, στον τομέα της Γεωγραφίας και Κλιματολογίας, επίσης μέλος της ερευνητικής ομάδας, Παρασκευή Νομικού. Παράλληλα, από τον καταστροφικό χτύπημα του Εγκέλαδου το 1956 βρέθηκε ότι το ρήγμα της Αμοργού έχει μετακινηθεί περίπου 7 με 9 μέτρα. «Επίσης, παρατηρήσαμε ότι, γενικότερα, στην υποθαλάσσια περιοχή ανάμεσα στη Σαντορίνη και την Αμοργό υπάρχουν απότομοι κρημνοί, κατηφόρες, θα μπορούσαμε να πούμε, οι οποίοι είναι ευάλωτοι σε κατολισθήσεις» προσθέτει η ίδια.
Επιστρέφοντας στο ζήτημα των πέντε ρηγμάτων, στη ζώνη Σαντορίνης - Αμοργού, η κυρία Νομικού σημειώνει ότι η εκτίμηση των μοντέλων του σεισμού που θα μπορούσαν να δώσουν, των 6,5 και 7,3 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, προέρχεται από τη μέτρηση που έγινε και κατέγραψε το συνολικό μήκος των συγκεκριμένων ρηγμάτων. «Για τους επιστήμονες είναι σημαντική η χαρτογράφηση των ενεργών ρηγμάτων, όπως αυτά που βρίσκονται στη συγκεκριμένη περιοχή, ώστε να γνωρίζουμε το δυναμικό τους. Ομως, επειδή μετά τη δημοσιοποίηση της έρευνας έχει γίνει μεγάλο ζήτημα, πρέπει να είμαστε προσεχτικοί και να μην κινδυνολογούμε. Τα πέντε ρήγματα υπάρχουν, έχουν αναγνωριστεί, αλλά δεν ξέρουμε πότε θα ενεργοποιηθούν» τονίζει. Πάντως, το έργο της χαρτογράφησης των ρηγμάτων στην Ελλάδα, που φιγουράρει στη λίστα με τις πιο σεισμογενείς χώρες στην Ευρώπη, δεν είναι καθόλου εύκολο, ειδικά όταν υπάρχει η έλλειψη των απαραίτητων κονδυλίων. Μάλιστα, υπάρχουν ακόμα ρήγματα, όπως αυτό νότια της Λέσβου, τα οποία δεν έχουν τύχει συστηματικής έρευνας από τους επιστήμονες.
«Παλιότερες μελέτες που είχαν γίνει στην περιοχή έδειξαν ότι οι κατολισθήσεις που προκλήθηκαν στο ρήγμα της Αμοργού εξαιτίας του σεισμού προκάλεσαν το τσουνάμι. Οι τελευταίες έρευνες, όμως, έδειξαν ότι το τσουνάμι προκλήθηκε από τη γρήγορη μετακίνηση του ρήγματος» λέει η επίκουρη καθηγήτρια του τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του ΕΚΠΑ, στον τομέα της Γεωγραφίας και Κλιματολογίας, επίσης μέλος της ερευνητικής ομάδας, Παρασκευή Νομικού. Παράλληλα, από τον καταστροφικό χτύπημα του Εγκέλαδου το 1956 βρέθηκε ότι το ρήγμα της Αμοργού έχει μετακινηθεί περίπου 7 με 9 μέτρα. «Επίσης, παρατηρήσαμε ότι, γενικότερα, στην υποθαλάσσια περιοχή ανάμεσα στη Σαντορίνη και την Αμοργό υπάρχουν απότομοι κρημνοί, κατηφόρες, θα μπορούσαμε να πούμε, οι οποίοι είναι ευάλωτοι σε κατολισθήσεις» προσθέτει η ίδια.
Επιστρέφοντας στο ζήτημα των πέντε ρηγμάτων, στη ζώνη Σαντορίνης - Αμοργού, η κυρία Νομικού σημειώνει ότι η εκτίμηση των μοντέλων του σεισμού που θα μπορούσαν να δώσουν, των 6,5 και 7,3 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, προέρχεται από τη μέτρηση που έγινε και κατέγραψε το συνολικό μήκος των συγκεκριμένων ρηγμάτων. «Για τους επιστήμονες είναι σημαντική η χαρτογράφηση των ενεργών ρηγμάτων, όπως αυτά που βρίσκονται στη συγκεκριμένη περιοχή, ώστε να γνωρίζουμε το δυναμικό τους. Ομως, επειδή μετά τη δημοσιοποίηση της έρευνας έχει γίνει μεγάλο ζήτημα, πρέπει να είμαστε προσεχτικοί και να μην κινδυνολογούμε. Τα πέντε ρήγματα υπάρχουν, έχουν αναγνωριστεί, αλλά δεν ξέρουμε πότε θα ενεργοποιηθούν» τονίζει. Πάντως, το έργο της χαρτογράφησης των ρηγμάτων στην Ελλάδα, που φιγουράρει στη λίστα με τις πιο σεισμογενείς χώρες στην Ευρώπη, δεν είναι καθόλου εύκολο, ειδικά όταν υπάρχει η έλλειψη των απαραίτητων κονδυλίων. Μάλιστα, υπάρχουν ακόμα ρήγματα, όπως αυτό νότια της Λέσβου, τα οποία δεν έχουν τύχει συστηματικής έρευνας από τους επιστήμονες.
Το ηφαίστειο του Κολούμπο που το 1650 έδωσε τη μεγαλύτερη έκρηξη της χιλιετίας και οι 23 κώνοι που χρήζουν έρευνας
Πέρα, όμως, από τα ρήγματα, σε αυτή την περιοχή του Αιγαίου υπάρχουν κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας και αρκετά ηφαίστεια, εκτός, από τον αδιαμφισβήτητο «βασιλιά» της περιοχής, το γνωστό υποθαλάσσιο ηφαίστειο του Κολούμπο. «Βορειοανατολικά του Κολούμπο βρέθηκαν 23 υποθαλάσσιοι ηφαιστειακοί κώνοι» λέει ο κ. Παπανικολάου.
Μάλιστα, διευκρινίζει ότι ο σεισμός των 7,5 Ρίχτερ το 1956 δεν σχετίζεται με την ηφαιστειακή δραστηριότητα στην περιοχή. Οι 23 ηφαιστειακοί κώνοι είναι μικρότεροι σε μέγεθος σε σχέση με τον Κολούμπο και οι κορυφές τους βρίσκονται σε αρκετά μεγαλύτερο βάθος, ώστε να μην ανησυχούν τους επιστήμονες για ενδεχόμενο ηφαιστειακό κίνδυνο. Πάντως, σίγουρα, αποτελούν ακόμη έναν τομέα που χρήζει εντατικής και συνεχούς έρευνας και μελέτης από τους ειδικούς.
Το υποθαλάσσιο ενεργό ηφαίστειο του Κολούμπο βρίσκεται περίπου 8 χλμ. βορειοανατολικά της Σαντορίνης και υψώνεται 300 μέτρα από τον βυθό. Τον Σεπτέμβριο του 1650, το ηφαίστειο έδωσε μια μεγάλη έκρηξη, τη μεγαλύτερη που εκδηλώθηκε στην ανατολική Μεσόγειο την τελευταία χιλιετία. Σύμφωνα με την κυρία Νομικού, στο πιο ενεργό ηφαίστειο σε όλη την περιοχή της Μεσογείου έχει αποκαλυφθεί ότι υπάρχουν «καμινάδες», που έχουν ένα σημαντικό υδροθερμικό φορτίο. Συγκεκριμένα, τα αέρια που εξέρχονται από αυτές φτάνουν σε θερμοκρασία ακόμα και τους 220 βαθμούς Κελσίου. Εκτιμάται ότι η απελευθέρωση αυτών των αερίων προκάλεσε και ανθρώπινες απώλειες στη Σαντορίνη, στην έκρηξη του 1650. Μάλιστα, για να ξορκίσουν το κακό, οι κάτοικοι της περιοχής έχτισαν στο ακρωτήριο του Κολούμπο την εκκλησία της «Παναγιάς του Καλού».
Αξίζει να αναφέρουμε ότι στην έρευνα που έγινε στη ζώνη Σαντορίνης - Αμοργού συμμετείχαν ακόμα ο Christian Hubscher, καθηγητής Γεωφυσικής στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου στη Γερμανία, και οι υποψήφιοι διδάκτορες του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Γιώργος-Παύλος Φαραγγιτάκης και Δανάη Λαμπρίδου. Οι ερευνητές παρουσίασαν τη νέα εργασία στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό «Τεκτονοφυσική» (Tectonophysics) με θέμα «Επεκτεινόμενος εφελκυσμός, βύθιση και πλευρική κατάτμηση στις λεκάνες Σαντορίνης - Αμοργού κατά το Τεταρτογενές: Επιπτώσεις στα γεγονότα της Αμοργού του 1956».
Μάλιστα, διευκρινίζει ότι ο σεισμός των 7,5 Ρίχτερ το 1956 δεν σχετίζεται με την ηφαιστειακή δραστηριότητα στην περιοχή. Οι 23 ηφαιστειακοί κώνοι είναι μικρότεροι σε μέγεθος σε σχέση με τον Κολούμπο και οι κορυφές τους βρίσκονται σε αρκετά μεγαλύτερο βάθος, ώστε να μην ανησυχούν τους επιστήμονες για ενδεχόμενο ηφαιστειακό κίνδυνο. Πάντως, σίγουρα, αποτελούν ακόμη έναν τομέα που χρήζει εντατικής και συνεχούς έρευνας και μελέτης από τους ειδικούς.
Το υποθαλάσσιο ενεργό ηφαίστειο του Κολούμπο βρίσκεται περίπου 8 χλμ. βορειοανατολικά της Σαντορίνης και υψώνεται 300 μέτρα από τον βυθό. Τον Σεπτέμβριο του 1650, το ηφαίστειο έδωσε μια μεγάλη έκρηξη, τη μεγαλύτερη που εκδηλώθηκε στην ανατολική Μεσόγειο την τελευταία χιλιετία. Σύμφωνα με την κυρία Νομικού, στο πιο ενεργό ηφαίστειο σε όλη την περιοχή της Μεσογείου έχει αποκαλυφθεί ότι υπάρχουν «καμινάδες», που έχουν ένα σημαντικό υδροθερμικό φορτίο. Συγκεκριμένα, τα αέρια που εξέρχονται από αυτές φτάνουν σε θερμοκρασία ακόμα και τους 220 βαθμούς Κελσίου. Εκτιμάται ότι η απελευθέρωση αυτών των αερίων προκάλεσε και ανθρώπινες απώλειες στη Σαντορίνη, στην έκρηξη του 1650. Μάλιστα, για να ξορκίσουν το κακό, οι κάτοικοι της περιοχής έχτισαν στο ακρωτήριο του Κολούμπο την εκκλησία της «Παναγιάς του Καλού».
Αξίζει να αναφέρουμε ότι στην έρευνα που έγινε στη ζώνη Σαντορίνης - Αμοργού συμμετείχαν ακόμα ο Christian Hubscher, καθηγητής Γεωφυσικής στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου στη Γερμανία, και οι υποψήφιοι διδάκτορες του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Γιώργος-Παύλος Φαραγγιτάκης και Δανάη Λαμπρίδου. Οι ερευνητές παρουσίασαν τη νέα εργασία στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό «Τεκτονοφυσική» (Tectonophysics) με θέμα «Επεκτεινόμενος εφελκυσμός, βύθιση και πλευρική κατάτμηση στις λεκάνες Σαντορίνης - Αμοργού κατά το Τεταρτογενές: Επιπτώσεις στα γεγονότα της Αμοργού του 1956».
Νέος σύμμαχος των επιστημόνων το ραδόνιο, που το 2016 έδωσε σήμα κινδύνου για την Πύλο
Στην προσπάθειά τους να προβλέψουν αυτό που μοιάζει ακατόρθωτο και δεν είναι άλλο από έναν μελλοντικό σεισμό στρέφονται πλέον οι επιστήμονες, έχοντας ως σύμμαχό τους το στοιχείο ραδόνιο, που εκλύεται σε σταθερή βάση από το υπέδαφος και παράγεται από φυσικά αίτια.
Σύμφωνα με τους σεισμολόγους, έχουν διαμορφωθεί πλέον οι κατάλληλες συνθήκες στο να δοκιμαστεί και να αξιολογηθεί η συστηματικότητα των μεταβολών στη συγκέντρωση του ραδονίου ως πρόδρομο φαινόμενο σε σχέση με τους σεισμούς.
Στην Ελλάδα, τα τελευταία δύο χρόνια, το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο Αθηνών αναπτύσσει ένα δίκτυο με ραδόνια, το οποίο περιλαμβάνει πέντε σταθμούς στη νοτιοδυτική Ελλάδα και στον Κορινθιακό Κόλπο. «Υπάρχουν ελπιδοφόρα αποτελέσματα, τα οποία όμως δεν δημοσιοποιούμε ακόμα, διότι αντιμετωπίζουμε την έρευνα με πολύ μεγάλη σοβαρότητα, προκειμένου οι επιστήμονες να δουλεύουν απερίσπαστοι στο έργο τους και να μη δημιουργείται στον κόσμο ανησυχία» δήλωσε εντός της εβδομάδας στην «κυριακάτικη δημοκρατία» ο Βασίλης Καραστάθης, διευθυντής ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου και επιστημονικός υπεύθυνος των σχετικών ερευνών.
Σύμφωνα με τους σεισμολόγους, έχουν διαμορφωθεί πλέον οι κατάλληλες συνθήκες στο να δοκιμαστεί και να αξιολογηθεί η συστηματικότητα των μεταβολών στη συγκέντρωση του ραδονίου ως πρόδρομο φαινόμενο σε σχέση με τους σεισμούς.
Στην Ελλάδα, τα τελευταία δύο χρόνια, το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο Αθηνών αναπτύσσει ένα δίκτυο με ραδόνια, το οποίο περιλαμβάνει πέντε σταθμούς στη νοτιοδυτική Ελλάδα και στον Κορινθιακό Κόλπο. «Υπάρχουν ελπιδοφόρα αποτελέσματα, τα οποία όμως δεν δημοσιοποιούμε ακόμα, διότι αντιμετωπίζουμε την έρευνα με πολύ μεγάλη σοβαρότητα, προκειμένου οι επιστήμονες να δουλεύουν απερίσπαστοι στο έργο τους και να μη δημιουργείται στον κόσμο ανησυχία» δήλωσε εντός της εβδομάδας στην «κυριακάτικη δημοκρατία» ο Βασίλης Καραστάθης, διευθυντής ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου και επιστημονικός υπεύθυνος των σχετικών ερευνών.
Βελτίωση
Οπως εξηγεί ο ίδιος, το ραδόνιο είναι γνωστό στους σεισμολόγους εδώ και πολλά χρόνια, ωστόσο με την εξέλιξη της τεχνολογίας (ανιχνευτές Γ΄ ακτινοβολίας) έχει βελτιωθεί η ακρίβεια στις μετρήσεις.
«Αυτό που κάνουμε είναι να μελετάμε το ραδόνιο ως πρόδρομο φαινόμενο. Απώτερος στόχος μας θα μπορούσε να ήταν το να προσεγγίσουμε την πρόγνωση. Το να φτάσουμε όμως να κάνουμε πρόγνωση με την έννοια όπως είναι αυτή του καιρού βρισκόμαστε ακόμα πολύ μακριά» σημειώνει ο ίδιος.
Αξίζει να αναφέρουμε ότι λίγες μέρες πριν από τον σεισμό των 5 Ρίχτερ, που σημειώθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 2016 στην Πύλο, επιστήμονες του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου έλαβαν στα κινητά τους μηνύματα ειδοποίησης αυξημένων συγκεντρώσεων ραδονίου στην ευρύτερη περιοχή.
Η περίπτωση της Πύλου ήταν η πρώτη επιτυχία του εργαστηρίου μελέτης πρόδρομων φαινομένων, που αποτελείται από Ελληνες σεισμολόγους και επιστήμονες διεθνούς κύρους με προϋπηρεσία στη NASA και συνεργάζεται με ερευνητικά κέντρα του εξωτερικού.
Οπως εξηγεί ο ίδιος, το ραδόνιο είναι γνωστό στους σεισμολόγους εδώ και πολλά χρόνια, ωστόσο με την εξέλιξη της τεχνολογίας (ανιχνευτές Γ΄ ακτινοβολίας) έχει βελτιωθεί η ακρίβεια στις μετρήσεις.
«Αυτό που κάνουμε είναι να μελετάμε το ραδόνιο ως πρόδρομο φαινόμενο. Απώτερος στόχος μας θα μπορούσε να ήταν το να προσεγγίσουμε την πρόγνωση. Το να φτάσουμε όμως να κάνουμε πρόγνωση με την έννοια όπως είναι αυτή του καιρού βρισκόμαστε ακόμα πολύ μακριά» σημειώνει ο ίδιος.
Αξίζει να αναφέρουμε ότι λίγες μέρες πριν από τον σεισμό των 5 Ρίχτερ, που σημειώθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 2016 στην Πύλο, επιστήμονες του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου έλαβαν στα κινητά τους μηνύματα ειδοποίησης αυξημένων συγκεντρώσεων ραδονίου στην ευρύτερη περιοχή.
Η περίπτωση της Πύλου ήταν η πρώτη επιτυχία του εργαστηρίου μελέτης πρόδρομων φαινομένων, που αποτελείται από Ελληνες σεισμολόγους και επιστήμονες διεθνούς κύρους με προϋπηρεσία στη NASA και συνεργάζεται με ερευνητικά κέντρα του εξωτερικού.