Στις 8:15 το πρωί της 27ης Απριλίου 1941 τα γερμανικά στρατεύματα εισέρχονται στην Αθήνα κατευθυνόμενα μέσω της λεωφόρου Κηφισίας προς το κέντρο της Αθήνας.
Ήταν Κυριακή και παρά την διαταγή της απαγόρευσης κυκλοφορίας, ορισμένοι πήγαιναν στις εκκλησίες ή σε άλλες επείγουσες δουλειές με τα ελάχιστα τραμ που κυκλοφορούσαν. Στην φάλαγγα του εισερχόμενου γερμανικού στρατού ήταν δύο θωρακισμένα αυτοκίνητα με τη σημαία του αγκυλωτού σταυρού επάνω και πολυβόλα και πυροβόλα. Ακολουθούσε μια μονάδα μοτοσικλετιστών και έφτασαν στην Ακρόπολη όπου με μικρή συνοδεία δύο γερμανοί αξιωματικοί ύψωσαν την ναζιστική σημαία κοντά στην Ελληνική.
Έπρεπε όμως να γίνει και επίσημα η παράδοση της πόλης των Αθηνών και του Πειραιά στους Γερμανούς και αυτό ανέλαβε ο στρατιωτικός ακόλουθος της γερμανικής πρεσβείας που ήξερε άπταιστα ελληνικά. Στις 10:30 ακριβώς στη συμβολή των οδών Κηφισίας και Αλεξάνδρας και στο καφενείο «Παρθενών» έγιναν οι σχετικές συνομιλίες και υπογραφές στο πρωτόκολλο παράδοσης των πόλεων. Εκ μέρους του γερμανικού στρατού υπέγραψε ο αντισυνταγματάρχης Φον Σέϋμπεν και της ελληνικής αντιπροσωπίας ο στρατιωτικός διοικητής αττικής-βοιωτίας στρατηγός Καβράκος, ο νομάρχης Αττικής Πεζόπουλος, ο δήμαρχος Αθηνών Πλυτάς και Πειραιώς Μανούσκος και ο συνταγματάρχης Κανελλόπουλος που ήξερε γερμανικά.
Έτσι από εκείνη τη στιγμή η Αθήνα και η Ελλάδα (χωρίς όμως ολόκληρο το Αιγαίο και την Κρήτη) ήταν υπό γερμανική κατοχή, μια κατοχή που κράτησε 1625 μέρες και την πλήρωσε ο ελληνικός λαός πολύ σκληρά, απάνθρωπα, με τραγικές καταστροφές και χιλιάδες εκτελέσεις. Την πλήρωσε με την μεγάλη πείνα του 1941 και δυστυχία καθώς και οικονομική εξαθλίωση λόγω του παράνομου εκτυπωμένου μαύρου χρήματος και του κατοχικού δανείου πολλών εκατομμυρίων δραχμών προς τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής. Δυστυχώς ακόμη και σήμερα το γερμανικό κράτος αδιαφορεί για την οριστική εξόφλησή του κατοχικού δανείου.
Γιατί όμως να συμβούν όλα αυτά σε εμάς εκείνη την άνοιξη του 1941; Γιατί η Ελλάδα βρέθηκε σε μια τέτοια καταστρεπτική περίοδο ανάμεσα σε δυο στρατιωτικούς κολοσσούς – την Αγγλία και τη Γερμανία – που μας έμπλεξαν στα σχέδιά τους με απώτερο σκοπό να εξυπηρετήσουν τα δικά τους συμφέροντα! Για να δούμε όμως τι προηγήθηκε για να φτάσει ο γερμανικός στρατός στην Αθήνα.
Ο Χίτλερ δεν είχε καμιά πρόθεση για να καταλάβει την Ελλάδα και μάλιστα σε λόγο του λίγο πριν πεθάνει αναφέρει ότι: «Άνευ των δημιουργηθεισών υπό των Ιταλών δυσκολιών εκ της βλακώδους εκστρατείας κατά της Ελλάδας θα είχαμε επιτεθεί εναντίον των Ρώσων εβδομάδες νωρίτερα. Το γεγονός αυτό μας οδήγησε αντιθέτως προς τα σχέδια ημών να επέμβουμε εις τα Βαλκάνια και να προκύψει ούτω, μια καταστροφική καθυστέρηση στην έναρξη της επιχείρησης Βαρβαρόσα». Κάποιοι όμως διαβεβαίωσαν τον Χίτλερ ότι εφόσον η ελληνική στρατιά δεν μετακινηθεί από την Αλβανία προς αντιμετώπιση της γερμανικής εισβολής η κατάληψη της Ελλάδας θα ήταν θέμα λίγων εβδομάδων.
Έπεσαν έξω όμως οι υπολογισμοί τους. Ο Ελληνικός στρατός με την έμπρακτη βοήθεια των Βρετανικών μονάδων από Νεοζηλανδούς και Αυστραλούς στρατιώτες αντιμετώπισαν τις ισχυρές τεθωρακισμένες μεραρχίες των γερμανοβουλγάρων σε όλα τα μέτωπα των οχυρών Μεταξά. Μάλιστα στα οχυρά του Ρούπελ όταν ο Διοικητής πληροφορήθηκε ότι έγινε συνθηκολόγηση είπε ότι τα οχυρά δεν παραδίδονται αλλά κυριεύονται. Ήταν 9 Απριλίου του 1941 και μία μέρα πριν είχε γίνει η παράδοση της Θεσσαλονίκης.
Οι διοικητές των γερμανικών μεραρχιών έμειναν κατάπληκτοι από την τρομερή αντίσταση των οχυρών μας, καθότι η 12η γερμανική στρατιά με διοικητή τον Βίλχεν Φον Λιστ που άρχισε την επίθεσή της στις 6 Απριλίου είχε τεράστιες απώλειες κατά μήκος των οχυρών Μεταξά, απώλειες που δεν είχαν κατακτώντας την μισή Ευρώπη. Έτσι η 2η μεραρχία των Γερμανών μπήκε στην Ελλάδα από το Γιουγκοσλαβικά σύνορα και κατά μήκος της κοιλάδας του Αξιού ποταμού έφτασε 20 χλμ έξω από τη Θεσσαλονίκη εξουδετερώνοντας τις ελάχιστες ελληνικές και βρετανικές μονάδες αντίστασης.
Στις 22:30 μ.μ. της 8ης Απριλίου με την υπόδειξη και εντολή του αρχιστρατήγου Αλέξανδρου Παπάγου έγινε αναίμακτη συνθηκολόγηση και παράδοση της Θεσσαλονίκης. Η 5η μεραρχία των γερμανών εισέρχεται την 5η Απριλίου στην Ελλάδα από την κοιλάδα Μοναστηρίου/Φλώρινας και την 12η Απριλίου έφτασε στην Κοζάνη. Την ημέρα εκείνη άρχισε η εκκένωση της Βόρεια Ηπείρου από το τμήμα στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας και Ηπείρου του Γ΄ Σώματος Στρατού με διοικητή τον αντιστράτηγο Γεώργιο Τσολάκογλου. Με τον γερμανό αρχιστράτηγο Ντίντριχ υπογράφουν την 20η Απριλίου στο Βοτονόσι της Ηπείρου την ανακωχή μεταξύ του ελληνικού και γερμανικού στρατού χωρίς όμως την έγκριση του αρχιστράτηγου Παπάγου. Ήταν όμως αργά. Κάθε αντίσταση – τουλάχιστον αυτή τη στιγμή – θα ήταν καταστροφική και επιζήμια για τον στρατό της Ηπείρου και Μακεδονίας, ο οποίος βάσει της ανακωχής θεωρήθηκε πλέον ως αιχμάλωτοι πολέμου (με όλα τα σχετικά δικαιώματα).
Το απόγευμα στις 18 Απριλίου αυτοκτονεί ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Αλέξανδρος Κορυζής, ο οποίος είχε αντικαταστήσει τον Ι. Μεταξά μετά τον αιφνίδιο θάνατό του στις 29 Ιανουαρίου 1941. Την Κυριακή πασχαλιάτικα 19 Απριλίου ο Βασιλιάς Γεώργιος ο Β΄ αναθέτει την πρωθυπουργία στον Εμμανουήλ Τσουδερό από την Κρήτη, πρώην κατάδικο του φασιστικού καθεστώτος της 4η Αυγούστου του Μεταξά. Στις 23 Απριλίου η νέα κυβέρνηση αναχωρεί για την Κρήτη με την βασιλική οικογένεια και τους 17 τόνους χρυσού από το λιμάνι των Μεγάρων με τη συνοδεία του διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος Κυριάκο Βαρβαρέσο με προορισμό το Ηράκλειο της Κρήτης και από εκεί στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου μετά από περιπέτειες.
Στην Αθήνα ορκίζετε στις 29 Απριλίου 1941 η νέα κατοχική κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Στρατηγό Γεώργιο Τσολάκογλου και η πολιτεία από βασίλειο της Ελλάδας έγινε «Ελληνική Πολιτεία». Από τα 11 μέλη της κυβέρνησης οι 6 ήταν στρατιωτικοί και οι υπόλοιποι καθηγητές πανεπιστημίου. Υπουργός εξωτερικών ήταν ο στρατηγός Παναγιώτης Δεμέστιχας, Υπουργός Εργασίας και Γεωργίας ο στρατηγός Χαράλαμπος Κατσιμήτρος, υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας ο Πλοίαρχος Ιάσων Παπαδόπουλος, Παιδείας και Πρόνοιας ο καθηγητής Κ. Λογοθετόπουλος, Υπουργός Εθνικής Άμυνας ο στρατηγός Γεώργιος Μπάκος και Οικονομικών ο Πλάτων Χατζημιχάλης. Η κυβέρνηση αυτή με τα υπόλοιπα μέλη της ανέλαβε να περισυλλέξει ότι απέμεινε από την τεράστια καταστροφή και ερήμωση σε όλη την Ελλάδα.
Από τον πρώτο μήνα φάνηκε στις αγορές της Αθήνας και των άλλων μεγάλων πόλεων η έλλειψη τροφίμων και ειδών πρώτης ανάγκης. Είχαν σταματήσει πλέον οι εισαγωγές και τα χωράφια είχαν μείνει ακαλλιέργητα λόγω της απουσίας των γεωργών στα πεδία των μαχών του ελληνοιταλικού πολέμου. Αποτέλεσμα ήταν η τραγική πείνα του 1941 με εκατοντάδες χιλιάδες θύματα κυρίως γέροντες και μικρά παιδιά στις πόλεις, μεταξύ αυτών και ο αδελφός μου Γιώργος ηλικίας 2 ετών. Η ειρωνεία είναι ότι στις 4 Μαϊου ο Χίτλερ έδωσε εντολή απόλυσης όλων των αιχμαλώτων και σε δήλωσή του ανέφερε ότι τρέφει συμπάθεια για τον φτωχό ελληνικό λαό που θεωρούσε ότι απλά ήταν είναι θύμα του Βασιλιά του και μιας ολιγαρχικής κλίκας ιθυνόντων.
Στην κατεχόμενη Ελλάδα η αντίσταση αρχίζει να οργανώνεται και δεν αργεί η ένοπλη αντίσταση να εμφανιστεί.
Βιβλιογραφία
1. «Έκθεσης της πολεμικής Ιστορίας των Ελλήνων», Εκδοτική Ελλάδος Α.Ε., Αθήνα , 1970
2. «Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974», Σόλων Νεοκ. Γρηγοριάδης, Τεγόπουλος εκδόσεις Α.Ε., Αθήνα, 2011