Να αντιπαρατεθούν στο ακροδεξιό μίσος κάλεσε τους Γερμανούς η Άνγκελα Μέρκελ διαμηνύοντας ότι θα υπάρξει μηδενική ανοχή στη ρατσιστική βία κατά την επίσκεψή της στο προσφυγικό κέντρο του Χάιντεναου -όπου η καγκελάριος αποδοκιμάστηκε από ακροδεξιούς διαδηλωτές που κρατούσαν πλακάτ κατά της κυβέρνησης και φώναζαν «προδότες».
Κέντρο προσφύγων στο Βεορλίνο επισκέφθηκε την ίδια στιγμή ο πρόεδρος Γιόαχιμ Γκάουκ, καταγγέλλοντας το «σκοτεινό» πρόσωπο της χώρας απέναντι στους πρόσφυγες και τους μετανάστες.
Η Μέρκελ ταξίδεψε στο Χάιντεναου, μικρή πόλη στα ανατολικά σύνορα της Γερμανίας με την Τσεχία, για να εκφράσει την υποστήριξή τους προς τους πρόσφυγες μετά τη ρατσιστική βία ακροδεξιών και νεοναζί το Σαββατοκύριακο.
«Αποτελεί ντροπή και είναι αποκρουστικό αυτό που συνέβη εδώ» είπε μιλώντας στους δημοσιγράφους αφότου συνάντησε εργαζομένους ανθρωπιστικών οργανώσεων, τοπικούς αξιωματούχους και ορισμένους εκ των 560 αιτούντων άσυλο που φιλοξενούνται στο κέντρο.
«Πρέπει να χρησιμοποιήσουμε όλη μας τη δύναμη για να καταστήσουμε σαφές ότι δεν θα ανεχθούμε εκείνους που αμφισβητούν την αξιοπρέπεια των άλλων. Δεν θα υπάρξει καμία ανοχή προς εκείνους που δεν είναι πρόθυμοι να βοηθήσουν εκεί που απαιτείται νομική και ανθρώπινη βοήθεια» τόνισε.
Και κάλεσε τους Γερμανούς να μιλήσουν κατά της ξενοφοβίας σε συζητήσεις με τις οικογένειες και τους φίλους τους.
«Όσοι περισσότεροι οι άνθρωποι που θα το καταστήσουν αυτό σαφές [...] τόσο ισχυρότερο θα είναι» επισήμανε η Γερμανίδα καγκελάριος, υπογραμμίζοντας ότι βρισκόμαστε ενώπιον μίας τεράστιας πρόκλησης, την οποία μπορούμε να αντιμετωπίσουμε μόνο εάν είμαστε όλοι μαζί.
Ο Γιόαχιμ Γκάουκ κατήγγειλε την ίδια στιγμή την ύπαρξη ενός «σκοτεινού» προσώπου της Γερμανίας αναφερόμενος στις ξενοφοβικές επιθέσεις που έχουν πολλαπλασιαστεί τους τελευταίους μήνες εν μέσω της προσφυγικής κρίσης.
Οι «εθελοντές [που προσφέρουν βοήθεια στους πρόσφυγες] θέλουν να δείξουν ότι υπάρχει μια φωτεινή Γερμανία, η οποία διαφέρει από τη σκοτεινή Γερμανία, την ύπαρξη της οποίας πιθανολογεί κανείς όταν ακούει να μιλάνε για επιθέσεις σε κέντρα προσφύγων ή και ξενοφοβικές ενέργειες εναντίον ανθρώπων» είπε μετά την επίσκεψή του σε κέντρο στο Βερολίνο.
Η Γερμανία αναμένει να δεχθεί φέτος 800.000 αιτούντες άσυλο, τέσσερις φορές περισσότερους απ' ότι πέρυσι, ενώ ολόκληρη η Ευρώπη είναι αντιμέτωπη με ένα πρωτοφανές κύμα προσφύγων.
Για τον Γκάουκ, «είναι μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης την οποία όμως δεν αποκαλούμε έτσι», και οι ομοσπονδιακές αρχές διαβεβαιώνουν ότι είναι σε θέση να την αντιμετωπίσουν.
Στο πλαίσιο αυτό, το γερμανικό υπουργικό συμβούλιο αποφάσισε την Τετάρτη να αποδεσμεύσει επιπλέον 500 εκατομμύρια ευρώ για τις τοπικές κοινότητες προκειμένου να μπορέσουν να οργανώσουν τη στέγαση και την παροχή βοήθειας στους μετανάστες.
Σε ολόκληρη τη χώρα, κοντέινερ, αντίσκηνα, σχολεία και στρατόπεδα έχουν τεθεί στη διάθεση των αρχών προκειμένου να μεταφερθεί εκεί το βάρος από τους υπερπλήρεις ξενώνες.
Απέναντι στην πρωτόγνωρη κατάσταση με τη μαζική διέλευση χιλιάδων Σύρων από τα Βαλκάνια με προορισμό τη δυτική Ευρώπη, η Γερμανία αναλαμβάνει κεντρική πρωτοβουλία στο πλαίσιο των προσπαθειών επίλυσης της προσφυγικής κρίσης αναστέλλοντας τη Συνθήκη Δουβλίνο ΙΙ.
Πρακτικά ανοίγει τις πύλες της στους Σύρους που φεύγουν για να γλιτώσουν από τον εμφύλιο πόλεμο, σταματώντας τις επαναπροωθήσεις των προσφύγων στις χώρες πρώτης απογραφής, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία.
Κέντρο προσφύγων στο Βεορλίνο επισκέφθηκε την ίδια στιγμή ο πρόεδρος Γιόαχιμ Γκάουκ, καταγγέλλοντας το «σκοτεινό» πρόσωπο της χώρας απέναντι στους πρόσφυγες και τους μετανάστες.
Η Μέρκελ ταξίδεψε στο Χάιντεναου, μικρή πόλη στα ανατολικά σύνορα της Γερμανίας με την Τσεχία, για να εκφράσει την υποστήριξή τους προς τους πρόσφυγες μετά τη ρατσιστική βία ακροδεξιών και νεοναζί το Σαββατοκύριακο.
«Αποτελεί ντροπή και είναι αποκρουστικό αυτό που συνέβη εδώ» είπε μιλώντας στους δημοσιγράφους αφότου συνάντησε εργαζομένους ανθρωπιστικών οργανώσεων, τοπικούς αξιωματούχους και ορισμένους εκ των 560 αιτούντων άσυλο που φιλοξενούνται στο κέντρο.
«Πρέπει να χρησιμοποιήσουμε όλη μας τη δύναμη για να καταστήσουμε σαφές ότι δεν θα ανεχθούμε εκείνους που αμφισβητούν την αξιοπρέπεια των άλλων. Δεν θα υπάρξει καμία ανοχή προς εκείνους που δεν είναι πρόθυμοι να βοηθήσουν εκεί που απαιτείται νομική και ανθρώπινη βοήθεια» τόνισε.
Και κάλεσε τους Γερμανούς να μιλήσουν κατά της ξενοφοβίας σε συζητήσεις με τις οικογένειες και τους φίλους τους.
«Όσοι περισσότεροι οι άνθρωποι που θα το καταστήσουν αυτό σαφές [...] τόσο ισχυρότερο θα είναι» επισήμανε η Γερμανίδα καγκελάριος, υπογραμμίζοντας ότι βρισκόμαστε ενώπιον μίας τεράστιας πρόκλησης, την οποία μπορούμε να αντιμετωπίσουμε μόνο εάν είμαστε όλοι μαζί.
Ο Γιόαχιμ Γκάουκ κατήγγειλε την ίδια στιγμή την ύπαρξη ενός «σκοτεινού» προσώπου της Γερμανίας αναφερόμενος στις ξενοφοβικές επιθέσεις που έχουν πολλαπλασιαστεί τους τελευταίους μήνες εν μέσω της προσφυγικής κρίσης.
Οι «εθελοντές [που προσφέρουν βοήθεια στους πρόσφυγες] θέλουν να δείξουν ότι υπάρχει μια φωτεινή Γερμανία, η οποία διαφέρει από τη σκοτεινή Γερμανία, την ύπαρξη της οποίας πιθανολογεί κανείς όταν ακούει να μιλάνε για επιθέσεις σε κέντρα προσφύγων ή και ξενοφοβικές ενέργειες εναντίον ανθρώπων» είπε μετά την επίσκεψή του σε κέντρο στο Βερολίνο.
Η Γερμανία αναμένει να δεχθεί φέτος 800.000 αιτούντες άσυλο, τέσσερις φορές περισσότερους απ' ότι πέρυσι, ενώ ολόκληρη η Ευρώπη είναι αντιμέτωπη με ένα πρωτοφανές κύμα προσφύγων.
Για τον Γκάουκ, «είναι μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης την οποία όμως δεν αποκαλούμε έτσι», και οι ομοσπονδιακές αρχές διαβεβαιώνουν ότι είναι σε θέση να την αντιμετωπίσουν.
Στο πλαίσιο αυτό, το γερμανικό υπουργικό συμβούλιο αποφάσισε την Τετάρτη να αποδεσμεύσει επιπλέον 500 εκατομμύρια ευρώ για τις τοπικές κοινότητες προκειμένου να μπορέσουν να οργανώσουν τη στέγαση και την παροχή βοήθειας στους μετανάστες.
Σε ολόκληρη τη χώρα, κοντέινερ, αντίσκηνα, σχολεία και στρατόπεδα έχουν τεθεί στη διάθεση των αρχών προκειμένου να μεταφερθεί εκεί το βάρος από τους υπερπλήρεις ξενώνες.
Απέναντι στην πρωτόγνωρη κατάσταση με τη μαζική διέλευση χιλιάδων Σύρων από τα Βαλκάνια με προορισμό τη δυτική Ευρώπη, η Γερμανία αναλαμβάνει κεντρική πρωτοβουλία στο πλαίσιο των προσπαθειών επίλυσης της προσφυγικής κρίσης αναστέλλοντας τη Συνθήκη Δουβλίνο ΙΙ.
Πρακτικά ανοίγει τις πύλες της στους Σύρους που φεύγουν για να γλιτώσουν από τον εμφύλιο πόλεμο, σταματώντας τις επαναπροωθήσεις των προσφύγων στις χώρες πρώτης απογραφής, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία.