Όταν μπήκαν οι Γερμανοί εγώ ήμουν περίπου 13 ετών. Είχα έρθει στην πόλη από την Αθήνα, μόλις μπήκαν οι Γερμανοί. Στα Γιαννιτσά περάσαμε την κατοχή, μέχρι την απελευθέρωση. Ο Βάσσος Βάσσου , αυτόπτης μάρτυρας, μιλάει για τις εκτελέσεις στα Γιαννιτσά και το κάψιμο της πόλης από τα γερμανικά στρατεύματα.
"Εμάς μας έβαλαν να σκάψουμε το λάκκο όπου θα θαβόντουσαν οι εκτελεσμένοι. Είχαμε σκάψει αρκετά. Να συνεχίσουμε να σκάβουμε ρωτήσαμε τον Σούμπερτ. Συνεχίστε για να σας χωρέσει. Απάντησε." ...
Το TVXS.gr δημοσιεύει και σήμερα μια ακόμη μαρτυρία από τις εκτελέσεις Γερμανών κατά τη διάρκεια της κατοχής στην Ελλάδα.
Δημοσιογράφος (Δ): Λόγω του ότι δεν υπήρχαν τρόφιμα, αναγκαστήκατε να μετακομίσετε;
ΒΑΣ: Ναι. Στην αρχή πήγαμε στην Θεσσαλονίκη και μετά λόγω της δυσκολίας του πατέρα μου να μεταφέρει τρόφιμα, γιατί είχαν έρθει και συγγενείς μου από την Αθήνα και από την Πελοπόννησο και μέναμε όλοι μαζί, μετακομίσαμε όλοι στα Γιαννιτσά. Κάπου 10 άτομα.Δ: Πότε άρχισε να γίνεται δυσκολότερη η κατάσταση στα Γιαννιτσά;
ΒΑΣ: Η κατάσταση άρχισε να αγριεύει από τότε που εμφανίστηκε το αντάρτικο, που άρχισε η διαμάχη αντάρτικου με Γερμανούς. Τότε τα πράγματα δυσκολέψανε. Κυνηγούσε ο ένας τον άλλον, σκοτωμοί από εδώ, σκοτωμοί από εκεί, και η κατάσταση ήταν αρκετά δύσκολη.
Δ: Το Σεπτέμβριο μπαίνει ο Σούμπερτ με το τάγμα του...
ΒΑΣ: Ναι. Στις 14 Σεπτεμβρίου, ένα τάγμα του Σούμπερτ, το οποίο οπισθοχωρούσε, ήταν σε εξέλιξη η οπισθοχώρηση των Γερμανών, ερχόμενο από την Αρδαία, έφτασε προς βοήθεια των Γερμανών στα Γιαννιτσά. Στην πόλη βρισκόντουσαν περίπου 60 Γερμανοί. Είχε προηγηθεί μια απαγωγή 2 Γερμανών, όπως μάθαμε στη συνέχεια.
Δ: Τι γίνεται εκείνη την ημέρα;
ΒΑΣ: Τη 14η Σεπτεμβρίου, πριν ξημερώσει καλά, ειδοποιηθήκαμε από τα μεγάφωνα και με τηλεβόες, να συγκεντρωθούμε σε ορισμένα σημεία που θα μας υποδείκνυαν τα στρατεύματα κατοχής. Κατεβαίνοντας, μας χώρισαν, γυναικόπαιδα αλλού, άντρες αλλού, παιδιά των 13 μέχρι 16 ετών, σε ένα σημείο. Εγώ θεωρήθηκα ότι ήμουν 18 ετών, λόγω σωματικής διάπλασης και με πήγανε στους 18άρηδες, χωριστά. Εμάς θα μας εκτελούσαν προς παραδειγματισμό των νέων που δρούσαν ως σύνδεσμοι μεταξύ του βουνού και της πόλης. Ωστόσο στη συνέχεια σκέφτηκαν πως εφόσον είχαν να εκτελέσουν περίπου 100 άτομα, έπρεπε κάποιοι να σκάψουν ένα λάκο. Έτσι μας έβαλαν να το κάνουμε εμείς. Σκάψαμε ένα λάκο διαμέτρου περίπου ενός δωματίου. Εκεί στη συνέχεια πέταξαν τους νεκρούς.
Οι εκτελέσεις γινόντουσαν ως εξής: Είχανε δύο σειρές στρατιώτες, που ο καθένας τους κρατούσε κάτι ξύλα, σαν μαγκούρες. Είχανε και ένα γάντζο. Ο κατηγορούμενος θα έπρεπε να πάει από τη μία πλευρά ως την άλλη 20 φορές. Όμως δεν προλάβαινε να το κάνει, καθώς από όποιον πέρναγε, είτε από τη μία πλευρά, είτε από την άλλη, οι γερμανοί τον χτυπούσαν στο κεφάλι και το σώμα με τα ξύλα. Κάποια στιγμή έπεφτε κάτω. Όλους αυτούς τους μαζεύανε σε ένα σωρό και στη συνέχεια πήγαινε ο αξιωματικός και έδινε την χαριστική βολή. Είχε μαζευτεί ένας σωρός πτωμάτων. Εμάς μας είχανε βάλει να σκάψουμε και αυτό κάναμε.
Εμείς είχαμε χάσει την αίσθηση του κινδύνου. Δεν ξέραμε που βρισκόμασταν. Τι θα γινόταν κλπ. Τελικά ήρθε ο Πούλιος κατά τις 11:00. Φωνάζαμε του Σούμπερτ να σκάψουμε κι άλλο;, γιατί βέβαια είχαμε κουραστεί; Σκάψτε κι άλλo, ήξερε ελληνικά αυτός. Σκάψτε κι άλλο για να σας χωρέσει, μας έλεγε και εμείς συνεχίζαμε να σκάβουμε. Όταν ήρθε ο Πούλιος, ένας συνεργάτης των Γερμανών και διοικητής ενός τάγματος που έδρευε στην Κρύα Βρύση, μας έβγαλε ένα λόγο επάνω στο άλογο του. Αν θα ξανάρθω στα Γιαννιτσά, δεν θέλω να βρω κανέναν. Ή θα πάτε στο βουνό, ή θα έρθετε μαζί μου, μας είπε. Τότε σταματήσανε οι εκτελέσεις. Ελέχθη στην συνέχεια ότι ήρθε ο Πούλιος, γιατί δεν ήξερε τι γινόταν, δήθεν πως ήρθε για να σταματήσουν οι εκτελέσεις. Αυτές όντως σταμάτησαν. Τώρα ήρθε σκόπιμα ο Πούλιος, ή ήρθε συμπτωματικά, ο Θεός και η ψυχή τους.
Δ: Πιστεύατε πως θα σας σκότωναν και εσάς;
ΒΑΣ: Είχαμε αυτό το φόβο. Ήμασταν και νέα παιδιά, χωρισμένοι από τους υπόλοιπους, τους 16αρηδες, 15αρηδες κλπ. Αυτούς τους είχαν πάει μαζί με τα γυναικόπαιδα στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Φοβόμασταν ότι θα εκτελέσουν και εμάς αλλά αλλά εν πάσει περιπτώσει, περιμέναμε το μοιραίο.
Δ: Υπήρχαν δηλαδή και παιδιά που σκάβανε ουσιαστικά τον λάκκο για κάποιον από τους πατεράδες τους;
ΒΑΣ: Βέβαια. Αφού ρίξανε τους νεκρούς, περίπου 70 με 80 άτομα στον λάκκο, μετά για να συμπληρώσουν τον αριθμό των υπό εκτέλεση, ρίχνανε πέντε, πέντε στο λάκκο και από πάνω τους γαζώνανε με πολυβόλα. Τους εκτελούσαν μέσα στο λάκκο. Θυμάμαι και βουρκώνω πως σε μία πεντάδα ήταν ένας άνδρας, Παπαδόπουλος λεγόταν. Στην επόμενη πεντάδα, πρώτος ήταν ο γιός του. Ήταν μία τάξη μικρότερος από εμένα στο Γυμνάσιο. Τον ήξερα, ήταν γείτονάς μου. Κοίταξε μία φορά επάνω, στον ουρανό, τον έσπρωξαν και έπεσε και αυτός στον λάκκο. Ήταν τραγική στιγμή.
Δ: Τι ακολούθησε;
Μετά την άφιξη του Πούλιου σταμάτησαν οι εκτελέσεις. Στις 15.00 - 15.30 πέσανε κάτι πυροβολισμοί, από την πλευρά των μνημάτων των
Γιαννιτσών. Είπανε ότι ήταν αντάρτες που ήρθαν να χτυπήσουν τους Γερμανούς. Ήταν σκέτη κατάρα. Μόλις οι Γερμανοί άκουσαν τους πυροβολισμούς έπεσαν όλοι πάνω στα πολυβόλα, έτοιμοι να μας θερίσοουν. Θα ήταν επικίνδυνο για αυτούς να αναθαρρήσουμε, ακούγοντας τους πυροβολισμούς και να δημιουργηθεί μια χαώδης κατάσταση. Οπότε πέσανε επάνω στα αυτόματα και στα πυροβόλα, έτοιμοι να μας γαζώσουν. Μάλιστα υπάρχει και μία ανακρίβεια στη μεταφορά αυτής της ιστορία. Κάποιοι λένε, μάλιστα μου είπε κάποτε κάποιος πως έχει γραφτεί και σε βιβλίο, πως εμείς γλιτώσαμε χάρη στους αντάρτες. Δεν ισχύει. Αντίθετα κινδυνέψαμε. Αν γινόταν τίποτα από κανένα πιο θαρραλέο και μας ξεσήκωνε θα μας θέριζαν και θα ήμασταν όλοι μακαρίτες. Για αυτό θεωρώ την ενέργεια αυτή λανθασμένη.
Δ: Μετά όντως έγινε αυτό που είπε ο Πούλιος; Ερημώσαν τα Γιαννιτσά;
ΒΑΣ: Ναι, βέβαια, ερημώσανε. Εμάς μας αφήσανε την ίδια μέρα, κατά τις 5-6 η ώρα. Τους μεγάλους τους αφήσαν την επόμενη ημέρα. Εγώ με ένα ξάδερφο μου , καβαλήσαμε δυο άλογα που είχαμε και πήγαμε στο Ελευθεροχώρι στο βουνό, για λίγο, γιατί μετά κατεβήκαμε στον κάμπο, κουβαληθήκαμε όλοι στον βάλτο. Τα Γιαννιτσά ερήμωσαν, άλλοι πήγαν στο βουνό και άλλοι στον βάλτο.
Δ: Την πόλη πότε την έκαψαν;
ΒΑΣ: Το ίδιο βράδυ. Το βράδυ της 14ης Σεπτεμβρίου. Οι Γερμανοί συνέχισαν για κάποιες ημέρες τις περιοπολίες στα Γιαννιτσά. Όποιον βρίσκανε τον πυροβολούσαν, τον εκτελούσαν.
Δ: Οι άνδρες τους Σούμπερτ ήταν Γερμανοί ή Έλληνες;
Γερμανοί. Ο Σούμπερτ μονάχα μιλούσε τα ελληνικά. Έχει ακουστεί πως ήταν Γερμανοεβραίος. Έτσι λέγεται.
Δ: Μαζί του δηλαδή δεν είχε ταγματασφαλίτες;
Όχι, ήταν Γερμανοί, αυτό πιστεύω εγώ ότι ήταν καθαρόαιμοι Γερμανοί.
Δ: Περίμενε κανείς στα Γιαννιτσά τέτοια καταστροφή, δεδομένου πως οι Γερμανοί οπισθωχωρούσαν και είχαν ήδη υποστεί τις πρώτες πολύ σοβαρές ήττες.
ΒΑΣ: Προσωπικά πιστεύω πως αν δεν είχε γίνει εκείνη η απαγωγή των δύο Γερμανών, που οδήγησε τους Γερμανούς των Γιαννιτσών να ζητήσουν ενισχύσεις από τον Σούμπερτ, θα είχαμε γλυτώσει. Δεν θα γινόταν αυτή η καταστροφή και αυτός ο όλεθρος της εκτέλεσης των 100-110 ανθρώπων συνολικά. Πιστεύω ότι αν δεν είχαν απαχθεί οι Γερμανοί, θα είχαμε αποφύγει αυτή την κατάρα.