Για όσους δεν έχουν πρόσβαση άμεσα σε τοποστρατηγικά δεδομένα, είναι αποτελεσματικό να έχουν μερικά παραδείγματα της ιστορίας μας, έτσι ώστε να κατανοήσουν και τη δομή των ιδιομορφιών του μέλλοντος. Για πολλούς από εμάς ο Μαραθώνας κι οι Θερμοπύλες αποτελούν παραδείγματα κι αυτό ισχύει και στο διεθνές γίγνεσθαι. Δεν αντιμετωπίζουμε αυτές τις δύο περιπτώσεις με διαφορετικό τρόπο, παρόλο που πρόκειται για μία νίκη και μία μάχη. Θυμόμαστε την έννοια του αγώνα και της θυσίας, της ανάγκης και του θανάτου.
Δεν εξετάζουμε τόσο πολύ τα δομικά στοιχεία αυτών των μαχών, για να εντοπίσουμε τα διαχρονικά στρατηγικά νοητικά σχήματα, παρά μόνο όταν βρισκόμαστε μεταξύ στρατιωτικών ή στρατηγιστών. Στην πραγματικότητα, αν δεν γίνει αυτή η μελέτη, δεν κατανοούμε την ύπαρξη αυτών των γεγονότων στις συγκεκριμένες χωροχρονικές στιγμές. Κι όμως ξέρουμε ότι το πλαίσιο έπαιξε ένα ρόλο καθοριστικό κι η επιλογή του ως πεδίο μάχης ήταν στρατηγικής σημασίας.
Ότι οι δύο περιοχές βρίσκονταν σε ελληνικό έδαφος, δεν έχει τόση σημασία, όσο ότι η διεξαγωγή της μάχης σ’εκείνα τα σημεία ήταν ελληνική. Και στις δύο περιπτώσεις, η λήξη της μάχης ήταν αναμενόμενη από τη δική μας πλευρά: Και για τη νίκη και για την ήττα.
Το ίδιο ισχύει και για τη Σαλαμίνα, αλλά όχι ως αποτέλεσμα. Η εξέταση των δεδομένων μέσω της τοποστρατηγικής ανάλυσης επιτρέπει την υπέρβαση της γεωμετρίας του χώρου και εξηγεί τη χρονική επιλογή της διεξαγωγής της μάχης. Για όσους δεν το συνειδητοποιούν ακόμα, το Καστελόριζο είναι χώρος μιας μάχης όχι μόνο από μόνο του, αλλά ολόκληρη η περιοχή, ειδικά αυτή που ανήκει στον ελληνικό χώρο, δηλαδή η δυτική του πλευρά, λόγω της Συνθήκης Παρισίων του 1947. Στην πραγματικότητα, το θέμα της ΑΟΖ θα ασκήσει de facto μια πίεση σε αυτήν την περιοχή και θα πρέπει να επιλέξουμε αν αυτός ο χώρος θα είναι ανάλογος του Μαραθώνα ή των Θερμοπυλών.
Αυτή η πρόσβαση στην επιλογή είναι πρόβλημα βούλησης και βέβαια πρωτοβουλίας εκ μέρους μας. Σε κάθε περίπτωση τα τοποστρατηγικά δεδομένα υπάρχουν, το πλαίσιο γεωστρατηγικής υπάρχει. Όλος ο προβληματισμός είναι η προετοιμασία μας. Αλλιώς θα επαναλάβουμε το λάθος της Συνθήκης Σεβρών του 1920, η οποία μετατράπηκε τελικά σε Συνθήκη Λωζάνης του 1923, η οποία μέσω του προσχήματος των Στενών, καθόρισε την μοίρα της Ίμβρου και της Τενέδου, δίχως να δοθεί σημασία στα συγκεκριμένα νησιά.
Η περίπτωση του Καστελόριζου είναι ακόμη πιο σημαντική, διότι επιτρέπει με λανθασμένους χειρισμούς την επαφή μεταξύ Τουρκίας και Αιγύπτου, και μηδενίζει ταυτόχρονα το Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα. Το να δίνουμε έμφαση μόνο στο νησί, δίχως να εξετάζουμε τις επιπτώσεις των πιέσεων πάνω στην συγκεκριμένη περιοχή και να μην προσπαθούμε να καταλάβουμε τα τοποστρατηγικά δεδομένα θεωρώντας ότι δεν προσθέτουν τίποτα στις γνώσεις στις οποίες οφείλουμε τη σημερινή κατάσταση είναι δείγμα αδράνειας. Ενώ στο Καστελόριζο χρειαζόμαστε όλα τα νοητικά σχήματα της υψηλής στρατηγικής κι όχι μόνο της τακτικής. Στη συνέχεια, αφού επιλέξουμε το μοντέλο μας, θα πρέπει να το υποστηρίξουμε˙ όμως σε αυτή την φάση είμαστε μόνο στην επινόηση του θέματος. Αυτή είναι η δυσκολία, διότι βρισκόμαστε ακόμα στο χώρο του αοράτου κι εκεί μόνο η στρατηγική βλέπει.
του κ. Νίκου Λυγερού, Στρατηγικού ΑναλυτήΠΗΓΗ