«Το 1960 σε θρησκευτικό βιβλιοπωλείο της Θεσσαλονίκης, μια γιαγιά αγόρασε την Αγία Γραφή, και ο ιεροκήρυκας τότε π. Λεωνίδας που βρέθηκε εκεί τη ρώτησε: «Γιαγιά, ξέρεις να διαβάζεις»; «Όχι, όχι...». «Θα την κάνεις δώρο»; «Όχι». «Θα την βάλεις στο εικονοστάσι;» «Όχι»... «Τι θα την κάνεις;» Και η γιαγιά απάντησε: «Να θα την παίρνω το πρωί και βράδυ, και θα στέκομαι όρθια μπροστά στην εικόνα του Χριστού με το καντηλάκι αναμμένο, θα την ανοίγω από την αρχή και θα λέω του Χριστού: ‘‘Χριστούλη μου, δεν ξέρω εγώ γράμματα, όσα όμως, είναι γραμμένα εδώ μέσα να μου τα βάλεις στην καρδιά μου πρώτα και ύστερα στο μυαλό μου, κι έδειξε το κεφάλι της, και φώτιζέ με να λέω όσα γράφεις εδώ μέσα, πρώτα στα παιδιά μου και στα εγγόνια μου και ύστερα σε όσους διψάνε το λόγο σου».
Ο πατήρ Λεωνίδας εξεπλάγη με αυτά που είπε η Γιαγιά και της δώρισε μεγάλη Καινή Διαθήκη». Το χαρακτηριστικό αυτό απόσπασμα από το βιβλίο του πρωτοπρεσβύτερου Στεφ. Αναγνωστόπουλου-«Εμπειρίες κατά τη Θεία Λειτουργία» αποτελεί την καλύτερη απάντηση για όλους αυτούς που επιχειρούν με τον έναν η τον άλλο τρόπο να αλλοιώσουν η να προσδώσουν μία σύγχρονη μορφή στη λατρεία της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Το εγχείρημα μετάφρασης των λατρευτικών κειμένων που κατά καιρούς και ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια εκπορεύεται από την αγωνία ορισμένων ταγών της Εκκλησίας μας να προσεγγίσουν απολωλότα πρόβατα και κατατρεγμένες ψυχές προκαλεί πάντα έντονες προστριβές και αντιπαραθέσεις. Αυτό εμπράκτως ερμηνεύεται πως στερείται της αναγκαίας ουράνιας στήριξης μ’ αποτέλεσμα να καταλήγει πάντα στην αποτυχία...
Το ζήτημα της μετάφρασης των κειμένων της ορθόδοξης Εκκλησίας μας ήρθε λοιπόν για άλλη μία φορά στο προσκήνιο της επικαιρότητας μετά τις επιπόλαιες κατά τη γνώμη μας παρεμβάσεις πανεπιστημιακού δασκάλου και κληρικού στα λειτουργικά κείμενα αλλά και τις παντελώς αυθαίρετες εισαγωγές της μετάφρασης στη λατρευτική ζωή σε Μητρόπολη της Δυτικής Ελλάδος. Ο ενθουσιασμός (!) και η αγωνία προσέγγισης νέων οδήγησαν το συγκεκριμένο λειτουργό της Εκκλησίας στο προσωπικό αδόκιμο πειραματικό εγχείρημα αλλαγής κειμένων κατά το παράδειγμα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας! Η λογικοκρατούσα και επιφανειακά εκ πρώτης απόψεως «προοδευτική» θέση του ήταν εύλογο να προκαλέσει αντιδράσεις και διχασμούς στο χριστεπώνυμο ποίμνιο. Έτσι, για άλλη μία φορά διαπιστώθηκε και πάλι ο γνωστός διαχωρισμός σε συντηρητικούς και προοδευτικούς πιστούς μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία, γεγονός που αποδεικνύει ένθεν και ένθεν έλλειψη αγάπης. Απουσία που φανερώνει στην ουσία εγωπαθείς συμπεριφορές. Προκλήθηκαν διαμαρτυρίες, ανταλλαγή κειμένων ενίοτε σκληρών και απαράδεκτων μεταξύ χριστιανών και μία σειρά άλλων συναφών –γνωστών από την αποστολική εποχή καταστάσεων.
Έτσι, το θέμα έφθασε να απασχολήσει και τους Συνοδικούς Ιεράρχες που κλήθηκαν να λάβουν θέση δημοσίως και να τερματίσουν την απαράδεκτη αντιπαράθεση μετά τις επώνυμες καταγγελίες κληρικών και λαϊκών. Επισημαίνουμε δε το απαράδεκτο αυτής της ενδοεκκλησιαστικής διαφωνίας διότι στηρίζεται σε κριτήρια εκατέρωθεν μη αρμόζοντα στην ορθόδοξη ζωή και στην αποδοχή των όσων μας άφησαν κληρονομιά ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός και οι Πατέρες της Εκκλησίας μας.
Και αυτό, γιατί η προσέγγιση του τριαδικού Θεού ουδέποτε εξαρτάται από αρχαία η μεταφραζόμενα λατρευτικά κείμενα ούτε από επιφανειακές ποιμαντικές αδόκιμες και επιπόλαιες προσεγγίσεις. Η μετάβαση στην οδό του Κυρίου μας δεν έχει να κάνει με το μορφωτικό επίπεδο του ανθρώπου νέου η γέρου. Η γνωριμία με τον ουρανό δεν στηρίζεται σε φιλοσοφίες και λογικές αρχές. Ούτε έχει να κάνει με επίπονες διδασκαλίες και κουραστικές μεθόδους καλλιέργειας του νου. Και επιπλέον δεν εξαρτάται τόσο από τη μυσταγωγία των τελετουργικών ακολουθιών, όπως θέλουν πολλοί να πιστεύουν... Αυτά λίγο πολύ τα είχαν και οι Αρχιερείς Φαρισαίοι της εποχής του Χριστού.
Το αντάμωμα ανθρώπου και τριαδικού Θεού προκαλείται πάντα μετά την ανταπόκριση του πρώτου στο μοναδικό κλητήριο θέσπισμα και σάλπισμα του ουρανού. Στην ουσία η θετική και ειλικρινής αποδοχή της προσωπικής κλήσης του Θεού από τον άνθρωπο αποτελεί μοναδικό και ανεπανάληπτο βίωμα. Αυτό σε τοποθετεί στην αφετηρία των μυστηρίων της αγίας μας Ορθοδοξίας και σε καθιστά εν δυνάμει διαβάτη, αθλητή, ασκητή και αγωνιστή της οδού της Αληθείας και της Ζωής, της οδού δηλαδή του Ιησού Χριστού.
Οι τρόποι διέλευσης της οδού αυτής, τα φώτα της γνώσης μέσω των μυστηρίων καθώς και οι φάροι της θεολογίας η της λατρείας σε προφυλάσσουν, ώστε να μην παρεκκλίνεις της πορείας σου και να μην σταματάς από τον προσωρινό πόνο που προκαλούν τα διάσπαρτα στο δρόμο στροβόλια και αγκάθια (δοκιμασίες). Βέβαια το βασικό εφόδιο του αγώνα προσέγγισης του ουρανού, ο ημερήσιος άρτος και το ύδωρ, είναι ο λόγος του Θεού, το κήρυγμα και η κατήχηση. Το κήρυγμα λογίζεται στην ορθοδοξία ως η καλύτερη προπόνηση των ψυχών και γι’ αυτό προπορεύεται όλων πριν και μετά την ένταξη του πιστού δια του βαπτίσματος στην Εκκλησία. Αποτελεί δε τη βασική εντολή του Κυρίου μας προς τους μαθητές αλλά και των μαθητών προς τους διαδόχους τους.
Όταν μάλιστα το κήρυγμα είναι απαλλαγμένο από ιδιοτέλειες φθηνού εντυπωσιασμού και παράλογες εγωιστικές συμπεριφορές’ όταν το κήρυγμα εκφράζει την ανιδιοτέλεια και τη θυσία’ όταν κέντρο αναφοράς του έχει πάντα την Ανάσταση και την εκπορευόμενη εξ αυτής χαρά τότε μετατρέπεται σε φως Χριστού, που φαίνει, φωτίζει δηλαδή κάθε ψυχή. Αυτό ακριβώς το κήρυγμα μετουσιώνει όχι μόνο τον άνθρωπο αλλά και ολάκερο το περιβάλλον του προσδίδοντας αληθινό νόημα στην ζωή του. Αυτό το κήρυγμα ανακαινίζει τον πόθο της αιώνιας συναναστροφής και συμμετοχής του πιστού στο θυσιαστήριο του τριαδικού Θεού. Πόθος που καθιστά τον πιστό πάροικο, δηλαδή μετανάστη και ξένο στη γη. Πόθος που συμβάλλει στην συνειδητοποίηση του σκοπού της παρουσίας του στη γη. Πόθος που ανακαινίζει και γιγαντώνει την επιθυμία της αδιάλειπτης ευχαριστιακής και δοξολογικής προσευχής -επικοινωνίας κατά το παράδειγμα των ασωμάτων και λειτουργικών δυνάμεων.
Ο πόθος αυτός μεταμορφώνεται σε μεγάλο θείο έρωτα, για τον οποίο μιλούν όλοι ανεξαιρέτως οι άγιοι μας και επιχειρεί να αναλύσει στα κείμενα του ο άγιος Μάξιμος ο ομολογητής αλλά να εξηγήσει και ο σύγχρονος άγιος γέροντας Πορφύριος. Γίνεται και μετατρέπεται σε μοναδική λατρεία που σε καθηλώνει στους ασφαλείς τόπους της ταπείνωσης, στους τόπους δηλαδή που αναβλύζει η πηγή αυτού του θείου έρωτα (βλ. ένθετο σημείωμα). Η πηγή αυτή διαλύει ανασφάλειες και φόβους και τρέχει συνεχώς από τότε που ο τριαδικός Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο. Η πηγή αυτή δίδει οριστικές λύσεις που εκλαμβάνονται ως θαύματα, αφού εμπεριέχουν την ιάσιμη δυναμική που καθιστά το αδύνατο –δυνατό και ενίοτε ξεπερνά ακόμη και τους φυσικούς νόμους.
Δυστυχώς όμως, σήμερα το κήρυγμα κατέστη ξύλινο, τυπικό, ανούσιο και ψεύτικο. Υποβαθμίστηκε ως απόρροια και συνέπεια της εμετικής χαλαρώσεως της πίστης μας και της ενσυνείδητης αποδοχής της μιαρής φαρισαϊκής νοοτροπίας που ερμηνεύεται σήμερα ως εκκοσμίκευση και ωχαδελφισμός. Και πάλι ωστόσο, θα επισημάνουμε πως το ορθόδοξο κήρυγμα, νοούμενο και ως σκίρτημα καρδιών δεν έχει να κάνει με το μορφωτικό επίπεδο του πιστού κληρικού η λαϊκού, όπως νομίζουν πολλοί. Και αυτό γιατί το Πανεπιστήμιο του τριαδικού Θεού δεν έχει καμιά σχέση με τα σύγχρονα σχολεία, γιατί στηρίζεται στη θεία όραση και στη θεία ακοή. Σύγχρονοι άλλωστε άγιοι της εποχής μας όπως οι γέροντες Ιάκωβος, Πορφύριος και Παϊσιος μπορούσαν κάλλιστα να διδάξουν αν και γνώριζαν λιγοστά γράμματα στα καλύτερα πανεπιστήμια της εποχής μας... όπως οι αγράμματοι ψαράδες της Γαλιλαίας και η γιαγιά που συνάντησε ο π. Λεωνίδας!
Ως εκ τούτου το ζητούμενο σήμερα για κάθε Χριστιανό και δη για την Ορθόδοξη Εκκλησία και τους ταγούς αυτής είναι η επαναφορά του κηρύγματος, νοούμενου πρωτίστως ως διδασκαλία, παράδειγμα εν Χριστώ βιοτής, τρόπος ζωής και εκδήλωση της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος και των δωρεών αυτής.
Οι αποφάσεις της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου
Η Ιερά Σύνοδος αφού αφουγκράστηκε τις θέσεις του Μητροπολίτη Νικοπόλεως και Πρεβέζης Μελετίου που είχε καθιερώσει στους ναούς της επαρχίας του τη δημοτική γλώσσα, γεγονός που ίσως να επηρέασε και τον ιερέα–πανεπιστημιακό, που υπηρετεί εκεί να προβεί και στις επιπλέον προσθαφαιρέσεις στο τυπικό της Θείας Λειτουργίας αποφάσισε:
1. Ἡ Λατρεία της Εκκλησίας και μάλιστα η θεία Λειτουργία, αποτελούν το κέντρο της Εκκλησιαστικής ζωής, την καρδιά της Εκκλησίας, γι’ αυτό και κάθε προσέγγιση σε αυτήν πρέπει να γίνεται με βαθύτατο σεβασμό. Δεν πρόκειται μόνο για μία λογική κατανόηση, αλλά για μύηση στο «πνεύμα» της, για ένωση των Χριστιανών με τον Χριστό. Γι’ αυτό η Διαρκής Ιερά Σύνοδος εμμένει στην παράδοση του γλωσσικού ιδιώματος του παραδεδομένου τρόπου τελέσεως της θείας Λειτουργίας και των Ιερών Μυστηρίων. Οιαδήποτε μετάφραση λειτουργικών κειμένων μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στην ενότητα της Εκκλησίας.
2. Ἐπειδή στην Εκκλησία όλα πρέπει να γίνονται «ευσχημόνως και κατά τάξιν» και τον αρμόδιο λόγο έχει η Ιερά Σύνοδος, γι’ αυτό ο Αρχιερεύς που ενδεχομένως έχει έναν ειδικό λόγο αναγνώσεως κάποιων κειμένων σε μετάφραση, θα πρέπει να λαμβάνει άδεια από την Διαρκή Ιερά Σύνοδο.
3. Τό θέμα όμως αυτό θα συνεχισθεί να συζητείται στις αρμόδιες Συνοδικές Επιτροπές, σε Συνέδρια που θα διοργανωθούν για τον σκοπό αυτόν, σε συνεργασία με τις Θεολογικές Σχολές και όταν ωριμάσει η συζήτηση, και κριθεί αναγκαίο, θα εισαχθεί στην Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία είναι το ανώτατο όργανο διοικήσεως της Εκκλησίας, προκειμένου να αντιμετωπισθεί Συνοδικώς.
Τέλειος Χριστιανός θα πει ταπεινός άνθρωπος
Ο Πατριάρχης Αντιοχείας Φλαβιανός έλαβε ένα διάταγμα από τον αυτοκράτορα Αρκάδιο το 398 μ.Χ. να του φέρει πάραυτα στην Κωνσταντινούπολη τον ιερέα Χρυσόστομο, δυνατό στο λόγο και τη φιλανθρωπία, προκειμένου να τον κάνει Οικουμενικό Πατριάρχη. Εκτελώντας την εντολή έτρεξε και ανακοίνωσε στον ιερό Χρυσόστομο, περιμένοντας να τον ιδεί να λάμπει από τη χαρά του. Αυτό όμως που είδε τον έκανε να τα χάσει στην κυριολεξία. Είδε ότι ο Ιωάννης έσκυψε κάτω και άρχισε να κλαίει συνεχώς. Αφού έκλαψε αρκετά μετά του είπε: «Κάνω εγώ πατέρα μου, Πατριάρχη μου, για τέτοιο έργο;». Οι ευθύνες στη θέση αυτή είναι τρομακτικές, γιατί ο κόσμος μοιάζει με φουρτουνιασμένη θάλασσα και πρέπει να είσαι υπερωκεάνιο σε χαρίσματα και ικανότητες, ενώ εγώ είμαι παλιοβαρκούλα». Έτσι απάντησε ο μετέπειτα μεγαλύτερος Πατριάρχης της Βασιλεύουσας. Σχετικά ο Μέγας Βασίλειος λέει:
«Χωρίς την ταπείνωση όλες οι αρετές είναι μηδέν. Στην ταπείνωση υπάρχουν όλες οι αρετές». «Όταν αδειάσουμε από μέσα μας όλο τον εγωισμό μας, τότε ολόκληρος ο Θεός μπαίνει μέσα μας». Ξέρετε ποιά θρησκεία έχει τους περισσότερους οπαδούς; Η θρησκεία του εγώ. Ο εγωιστής άνθρωπος δουλεύει μόνο για τον εαυτό του, όπως ο διάβολος. Ξέρετε ποιά θρησκεία έχει τους λιγότερους οπαδούς; Η θρησκεία της ταπείνωσης. Οι ταπεινοί άνθρωποι, που είναι μιμητές Χριστού, είναι ελάχιστοι. Οι εγωιστές δοξάζουν τον εαυτό τους, ενώ οι ταπεινοί δοξάζουν τον Θεό.
Αρχιμ. Ιγνάτιος Καπνίσης
Συντάκτης: Δ.ΜΑΚΡΗΣ
Πηγή: ΣΤΥΛΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2010