Ο Πάπας Βενέδικτος ο 16ος το Σάββατο δέχθηκε την Τριμελή Αντιπροσωπεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Αποστολικό Μέγαρο του Βατικανού σε ιδιωτική ακρόαση, παρουσία Καρδιναλίων και στελεχών της Αγίας Έδρας.Αφορμή της συναντήσεως ήταν η συμμετοχή της Αντιπροσωπείας του Οικουμενικού Πατριαρχείου, στις εορταστικές εκδηλώσεις για τον εορτασμό των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου στις 26 με 29 Ιουνίο.
Ποντίφικας αναφέρθηκε και στην Κοινή Επιτροπή του Θεολογικού Διαλόγου μεταξύ ορθοδόξων και καθολικών, η οποία συνέρχεται τον προσεχή Οκτώβριο στην Κύπρο, πιθανόν και με την παρουσία του ιδίου του Πάπα, τονίζοντας ότι «η Κοινή Επιτροπή που θα συνέλθει τον Οκτώβριο θα αντιμετωπίσει ένα κρίσιμο ζήτημα για τις σχέσεις Ανατολής και Δύσης είναι: Ο ρόλος του Επισκόπου Ρώμης στην κοινωνία της Εκκλησίας κατά την διάρκεια της πρώτης χιλιετίας».
Τό Βατικανό αναδεικνύει τον Θεολογικό Διάλογο μέσον παραπλανήσεως του Ορθοδόξου πληρώματος και αλλοιώσεως του εκκλησιολογικού του φρονήματος.
Ενώ η Ουνία ενισχύεται από το Βατικανό και οι Ουνίται χαίρουν της αποδοχής Ορθοδόξων προκαθημένων, ο Θεολογικός Διάλογος συνεχίζεται, αναβαλλομένης για το μέλλον τής συζητήσεως επί του ακανθώδους προβλήματος της Ουνίας (Συνέλευσις Βελιγραδίου, 2006). Οι συνειδήσεις των Ορθοδόξων αμβλύνονται και μετακινείται το πρόβλημα από την εκκλησιολογία στην κοινωνιολογία. Η κρυστάλλινη Ορθόδοξος Εκκλησιολογία οσημέραι υποχωρεί και παραχωρεί την θέσι της στην θολή και γέμουσα συγκρητισμού εκκλησιολογία των «αδελφών εκκλησιών».
Ενώ η Ουνία ενισχύεται από το Βατικανό και οι Ουνίται χαίρουν της αποδοχής Ορθοδόξων προκαθημένων, ο Θεολογικός Διάλογος συνεχίζεται, αναβαλλομένης για το μέλλον τής συζητήσεως επί του ακανθώδους προβλήματος της Ουνίας (Συνέλευσις Βελιγραδίου, 2006). Οι συνειδήσεις των Ορθοδόξων αμβλύνονται και μετακινείται το πρόβλημα από την εκκλησιολογία στην κοινωνιολογία. Η κρυστάλλινη Ορθόδοξος Εκκλησιολογία οσημέραι υποχωρεί και παραχωρεί την θέσι της στην θολή και γέμουσα συγκρητισμού εκκλησιολογία των «αδελφών εκκλησιών».
Οι οικουμενισταί Ορθόδοξοι θεολόγοι είναι πρόθυμοι να υποστηρίξουν καινοφανείς απόψεις για θεολογικά ζητήματα που έχουν από αιώνων απαντηθή οριστικά και αμετάκλητα από τους Αγίους Πατέρας κατά αδιαμφισβήτητο τρόπο. Επίκαιρα χαρακτηριστικά παραδείγματα τέτοιων απόψεων είναι μεταξύ άλλων: η μετονομασία τής αιρέσεως του Filioque σε «διαφορετική θεολογική προσέγγισι που δεν θίγει την ουσία τού δόγματος», ο χαρακτηρισμός των δογματικών, ηθικών και λειτουργικών παραμορφώσεων του Ρωμαιοκαθολικισμού ως «νόμιμης ποικιλομορφίας», η προβολή του παπικού Πρωτείου εξουσίας ως Πρωτείου δήθεν διακονίας. Πέραν τούτου ο ευσεβής Ορθόδοξος λαός βομβαρδίζεται από τα μέσα ενημερώσεως με μηνύματα «καταλλαγής» και με εικόνες «αμοιβαίας αναγνωρίσεως», με αποτέλεσμα να αμβλύνεται το Ορθόδοξο φρόνημα του λαού που μέχρι τώρα λειτουργούσε ως ισχυρό ανάχωμα στις κοσμοκρατορικές επιδιώξεις του παπισμού. Εν ονόματι του Θεολογικού Διαλόγου γίνονται ανεπίτρεπτες και κατά παράβασιν των Ιερών Κανόνων συμπροσευχές και λατρευτικές εκδηλώσεις, μέχρι του απαραδέκτου λειτουργικού ασπασμού εν μέση Ορθοδόξω Λειτουργία και της «ευλογίας» του Ορθοδόξου ποιμνίου υπό του Πάπα. Επιστέγασμα και κορύφωσι των κανονικών παραβάσεων απετέλεσε η κατά τον παρελθόντα μήνα Μάϊον, Κυριακήν της Σαμαρείτιδος, αναπάντεχος μυστηριακή διακοινωνία (intercommunion) του ρουμάνου επισκόπου Βανάτου κ. Νικολάου μετά των εν Ρουμανία Ουνιτών, γεγονός που προεκάλεσε την έντονη διαμαρτυρία των εν Ρουμανία και Αγίω Όρει ρουμάνων μοναχών προς την Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ρουμανίας και την σοβαρότατη ανησυχία όλων των Ορθοδόξων για τον στόχο, στον οποίο απέβλεπε η σκανδαλώδης αυτή πράξις.
Εν τέλει με κείμενα όπως της Ραβέννας (2007), γεμάτα με σκόπιμες ασάφειες και θεολογικές σοφιστείες, ο Θεολογικός Διάλογος Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών κινείται ήδη προς μία ουνιτικού τύπου αναγνώρισι του παπικού Πρωτείου.
Εν τέλει με κείμενα όπως της Ραβέννας (2007), γεμάτα με σκόπιμες ασάφειες και θεολογικές σοφιστείες, ο Θεολογικός Διάλογος Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών κινείται ήδη προς μία ουνιτικού τύπου αναγνώρισι του παπικού Πρωτείου.
Είναι χαρακτηριστική η συνέντευξις του Καρδιναλίου Walter Kasper, προέδρου του παπικού Συμβουλίου για την προώθησι της ενότητος των Χριστιανών, την οποία σχολιάζει το γαλλόφωνο περιοδικό S.O.P.: «"Στην Δύσι γνωρίσαμε την ανάπτυξι που κατέληξε στην Β' Βατικάνειο σύνοδο με τον καθορισμό του πρωτείου εξουσίας και του αλαθήτου του πάπα, μία ανάπτυξι την οποία οι Ορθόδοξοι δεν δέχθηκαν ποτέ. Χρειάζεται συζήτησις πως να ερμηνεύσουμε αυτές τις διαφορετικές εξελίξεις (που επήλθαν) πάνω στα θεμέλια της πρώτης χιλιετίας". Θα πρέπει ακόμη να σκεφθούμε, είπε (ο Kasper), για το πως θα λειτουργήση το πρωτείον του Ρώμης, ενώ πρέπει να γίνη σαφές ότι υπάρχουν ήδη "δύο Κώδικες του Κανονικού Δικαίου" στο εσωτερικό τής καθολικής Εκκλησίας: "ένας για την λατινική Εκκλησία, και άλλος για τις ανατολικές Εκκλησίες που βρίσκονται σε πλήρη κοινωνία με την Ρώμη".
"Συμφώνως προς τους κώδικες αυτούς, το πρωτείο ασκείται με διαφορετικό τρόπο στην λατινική Εκκλησία από αυτόν (που ισχύει) για τις ανατολικές Εκκλησίες. Δεν θέλουμε να επιβάλουμε στους Ορθοδόξους το σύστημα που επικρατεί σήμερα στην λατινική Εκκλησία. Στην περίπτωση της αποκαταστάσεως της πλήρους κοινωνίας, πρέπει να βρεθή ένας νέος τύπος πρωτείου για τις ορθόδοξες "Εκκλησίες", πρόσθεσε».